Η πλημμύρα που κόστισε τη ζωή πολλών ανθρώπων και άφησε πίσω της εκατοντάδες αγνοουμένους στο ινδικό τμήμα των Ιμαλαΐων δεν είναι η πρώτη καταστροφή που πλήττει έναν από τους υψηλότερους παγετώνες στον κόσμο. Δυστυχώς, σε έναν κόσμο όπου το κλίμα αλλάζει ολοένα και περισσότερο, δεν θα είναι η τελευταία.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, η υποχώρηση και αραίωση των παγετωνικών καλυμμάτων είναι ένα από τα πιο εμφανή δείγματα της επίδρασης της παγκόσμιας αύξησης της θερμοκρασίας, που προκαλείται από την εκπομπή αερίων του θερμοκηπίου. Ο ρυθμός υποχώρησης των ορεινών παγετώνων έχει υπολογιστεί σε ορισμένες περιπτώσεις να αγγίζει μέχρι και τα 30,5 μέτρα τον χρόνο, με τα Ιμαλάια που φιλοξενούν περίπου 600 δισεκατομμύρια τόνους πάγου να βλέπουν τον ρυθμό αυτόν ολοένα να επιταχύνεται τα τελευταία 40 χρόνια.
Υπάρχουν μακροπρόθεσμες ανησυχίες σχετικά με το τι σημαίνει η εξαφάνιση των παγετώνων για τα δισεκατομμύρια των ανθρώπων που βασίζονται εν μέρει σε αυτούς για το πόσιμο νερό, τη βιομηχανία και τις καλλιέργειές τους. Ωστόσο, ο μεγαλύτερος φόβος της παγκόσμιας κοινότητας είναι για την ασφάλεια των ατόμων που κατοικούν κοντά σε αυτούς.
Οι απώλειες πάγου είναι το νερό που ελευθερώνεται από το λιώσιμο του παγετώνα και όπως και σε άλλες περιοχές του κόσμου, στα Ιμαλάια τμήμα του νερού αυτού αποθηκεύεται σε λίμνες που δημιουργούνται από τις αποθέσεις πετρωμάτων που αφήνουν πίσω τους οι παγετώνες και εμποδίζουν το νερό καθώς ρέει από το βουνό. Σε παγκόσμια κλίμακα, καθώς εντείνεται η τήξη των πάγων, έχει αυξηθεί ο αριθμός αυτών των λιμνών, με τον συνολικό όγκο του παγιδευμένου νερού στην περιοχή των Ιμαλαΐων να έχει διπλασιαστεί από το 1990. «Πιστεύουμε με 100% σιγουριά πως η κλιματική αλλαγή είναι ο λόγος που σχηματίζονται και αυξάνονται σε αριθμό οι λίμνες αυτές», σημείωσε ο Ουμές Κ. Χαριτασιά, ο οποίος μελετά τις παγετωνικές καταστροφές στο Πανεπιστήμιο του Ντέιτον στο Οχάιο.
Οι παγετωνικές λίμνες είναι ένας σοβαρός κίνδυνος φυσικής καταστροφής. Το φράγμα από τα πετρώματα που αποθέτει με την υποχώρησή του ο παγετώνας μπορεί να καταρρεύσει από το βάρος του υπερκείμενου νερού, από κάποιον σεισμό ή μια χιονοστιβάδα, που μπορεί να σπρώξει πάγο και πετρώματα μέσα στη λίμνη. Σε κάθε περίπτωση, το αποτέλεσμα θα είναι μια ξαφνική και καταστροφική πλημμύρα, η οποία μπορεί να εξαλείψει ολόκληρες κοινότητες στις κοντινές περιοχές.
Τέτοιου είδους πλημμύρες λόγω της υπερχείλισης παγετώδους λίμνης, όπως την περασμένη Κυριακή στο Ουταράχσαντ της βόρειας Ινδίας, έχουν προκύψει πολλές φορές στο παρελθόν. Στην ίδια περιοχή το 2013 παρόμοιο περιστατικό κατέστρεψε ολόκληρα χωριά και κόστισε τη ζωή χιλιάδων ανθρώπων. Το 1929, σε άλλη περιοχή της Ινδίας, υπερχείλιση παγετώδους λίμνης στα βουνά επηρέασε τον Ινδό ποταμό σε απόσταση 805 χιλιομέτρων, ενώ πλημμύρες που έχουν σχέση με τους παγετώνες στις Ανδεις του Περού έχουν σκοτώσει περίπου 30.000 ανθρώπους από τη δεκαετία του 1940.
Η άνοδος της θερμοκρασίας ωστόσο δεν επηρεάζει μόνο τους παγετώνες, αλλά και τις ίδιες τις πλαγιές των βουνών. Το λιώσιμο και ο επανασχηματισμός του πάγου, που είναι παγιδευμένος ανάμεσα στα ρήγματα των πετρωμάτων των πλαγιών, μπορούν να προκαλέσουν την αποσταθεροποίησή τους και να τις κάνει πιο εύκολες στην καταστροφή τους.
«Βλέπουμε όλο και περισσότερες περιπτώσεις ψηλών βουνών των οποίων οι πλαγιές είναι λιγότερο σταθερές από όσο νομίζαμε», δήλωσε ο γεωμορφολόγος του Πανεπιστημίου του Κάλγκαρι στον Καναδά, Νταν Σούγκαρ.
Ενώ είναι ακόμη νωρίς για να συνδέσουμε την καταστροφή στο Ουταράχσαντ με την κλιματική αλλαγή, η αποσταθεροποίηση της βουνοπλαγιάς από τον λιωμένο πάγο θα μπορούσε να θεωρηθεί υπεύθυνη.
Μέσα από την ανάλυση δορυφορικών εικόνων πριν και μετά το συμβάν, οι επιστήμονες δήλωσαν ότι η κατάρρευση μιας εξίσου υψηλής πλαγιάς είναι η πιο πιθανή αιτία και όχι η εκτίμηση της ινδικής κυβέρνησης, που αναφέρει ότι μια χιονοστιβάδα που κατέληξε μέσα στον ποταμό και δημιούργησε την πλημμύρα ήταν η αιτία που έσπασε τμήμα του παγετώνα σε μεγάλο υψόμετρο.
Tα ρήγματα και η «κόλλα»
Ο Ντέιβ Πέτλεϊ, αντιπρόεδρος για την Καινοτομία στο Πανεπιστήμιο του Σέφιλντ της Βρετανίας, είπε πως τέτοιες βουνοπλαγιές συχνά περιέχουν πολλά ρήγματα και ο πάγος δρα σαν «κόλλα» που τις συγκρατεί μαζί. «Οσο το κλίμα θερμαίνεται, ο πάγος υποχωρεί το καλοκαίρι», δήλωσε. «Η πέτρα γίνεται πιο αδύναμη γιατί η “κόλλα” που την κρατούσε σταθερή δεν υπάρχει πια».
Ενα μεγάλο μυστήριο είναι η πηγή όλου αυτού του νερού, το οποίο περιείχε αρκετό ίζημα που δημιούργησε ένα κινούμενο «τείχος» που κατέβηκε τον ποταμό Ρισιγκάνγκα, παρασύροντας στο διάβα του ανθρώπους, σπίτια και δύο υδροηλεκτρικές εγκαταστάσεις. Πολλοί επιστήμονες θεώρησαν πως η πηγή ήταν η υπερχείλιση μιας παγετωνικής λίμνης, ωστόσο οι δορυφορικές εικόνες πριν από την καταστροφή δεν δείχνουν την ύπαρξή της. Ο δρ Πέτλεϊ είπε πως είναι πιθανό η κατολίσθηση να χτύπησε τον παγετώνα και να τον ράγισε. «Αυτού του είδους οι κατολισθήσεις έχουν υψηλή ενέργεια και είναι χαοτικές», τόνισε.
Η βαριά χιονοκάλυψη στην περιοχή, τμήμα της οποίας είχε αρχίσει να λιώνει μέρες πριν, πιθανώς συνέβαλε στην καταστροφή, σύμφωνα με ορισμένους επιστήμονες. Οταν το νερό έφτασε στην πεδιάδα, είναι πολύ πιθανό να συνάντησε τεράστια ποσότητα ιζημάτων από παλαιότερη κατολίσθηση το 2016, της οποίας τα σημάδια είναι ορατά από τους δορυφόρους. Το ίζημα αυτό μπορεί να αναμείχθηκε με το εισερχόμενο και να έκανε χειρότερη την καταστροφή. «Από ό,τι παρατήρησα, η αλυσίδα των γεγονότων μπορεί να είχε ξεκινήσει ήδη από το 2016», δήλωσε η Μιλέν Ζακεμάρ, παγετωνολόγος του Πανεπιστημίου του Κολοράντο. Και αν και η συγκεκριμένη αλυσίδα φαίνεται λες και είναι μοναδικό γεγονός, δεν είναι. Μια φονική κατολίσθηση το 2017 χτύπησε με παρόμοιο τρόπο το χωριό Σάντα Λουτσία στη Χιλή.
Οι υπερχειλίσεις παγετωδών λιμνών και η κατάρρευση των βουνοπλαγιών λόγω της τήξης των πάγων είναι μόνο δύο από τις φυσικές καταστροφές για τις οποίες ευθύνεται η κλιματική αλλαγή. Η επιταχυνόμενη τήξη των πάγων προκαλεί την ταχύτερη ροή ορισμένων από αυτούς, καθώς το νερό δρα σαν λιπαντικό μεταξύ του πάγου και του εδάφους. Σε κάποιες περιπτώσεις οι παγετώνες έρρεαν τόσο γρήγορα που το μπροστινό τους τμήμα έσπαγε απότομα, είπε η Ζακεμάρ. Δύο τέτοιου είδους αποκολλήσεις συνέβησαν με διαφορά δύο μηνών η μία από την άλλη στην οροσειρά Αρού του Θιβέτ το 2016.
Κλιματική αλλαγή
Προστασία περιβάλλοντος
Περιβάλλον