Oι επιθέσεις της νέας ιταλικής κυβέρνησης στην ΕΚΤ για τα σχέδιά της να συνεχίσει να αυξάνει τα επιτόκια ενδεχομένως να αποτελούν μία ένδειξη όλων όσων θα συμβούν το επόμενο διάστημα σε μία Ευρωζώνη που βρίσκεται αντιμέτωπη με υψηλό πληθωρισμό και χρέος.
Κορυφαίοι υπουργοί της Ιταλίας εξαπέλυσαν έντονη λεκτική επίθεση κατά της ΕΚΤ από τη στιγμή που σηματοδότησε μία σειρά σταθερών επιτοκιακών αυξήσεων το επόμενο διάστημα και κάλεσε τις κυβερνήσεις να σταματήσουν να στηρίζουν νοικοκυριά και επιχειρήσεις επιδοτήσεις διαφορετικά θα βρεθούν αντιμέτωπες με ακόμη πιο «επιθετική νομισματική πολιτική».
Πρόκειται σαφέστατα για ένα σημάδι προς τους επενδυτές ότι η ΕΚΤ δεν είναι διατεθειμένη να συνεχίσει να χρηματοδοτεί τα κυβερνητικά ελλείμματα όπως έκανε για μία δεκαετία και ειδικά από τότε που ξέσπασε η πανδημία. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου, τα δημόσια χρέη διογκώθηκαν.
Έδειξε επίσης ότι η ΕΚΤ δεν διστάζει να «τιμωρεί» τις πιο υπερχρεωμένες χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ιταλία, η οποία «βλέπει» το κόστος δανεισμού της να αυξάνεται κάθε φορά που οι πιστώσεις γίνονται πιο ακριβές. «Η ΕΚΤ είναι έτοιμο να αναλάβει τους κινδύνους με τον κατακερματισμό της Ευρωζώνης», ανέφερε ο Gilles Moec, επικεφαλής οικονομολόγος της AXA Investments Managers.
Ο Ιταλός υπουργός Οικονομικών Τζιακάρλο Τζιορτζέτι φαίνεται ότι αναγνωρίζει αυτό τον κίνδυνο, λέγοντας το Σάββατο ότι οι επιτοκιακές αυξήσεις της ΕΚΤ θα πρέπει να μας συμβουλεύει να είμαστε ακόμη πιο προσεκτικοί όσον αφορά στα δημοσιονομικά μας».
Η ΕΚΤ διαμηνύει εδώ και καιρό ότι οι επιδοτήσεις που έχουν ως στόχο να στηρίξουν νοικοκυριά και επιχειρήσεις απέναντι στην κρίση του κόστους διαβίωσης θα πρέπει να είναι «στοχευμένες, προσωρινές και κομμένες και ραμμμένες στις ανάγκες», διαφορά έχουν τον κίνδυνο να τροφοδοτούν συνεχώς τον πληθωρισμό.
Θεωρεί ότι οι επιδοτήσεις αυτές θα συμβάλουν μεν στη μείωση του πληθωρισμού το επόμενο έτος, όμως θα μπορούσαν να τον ωθήσουν σε υψηλότερα του αναμενομένου επίπεδα το 2024, γεγονός που θα σημάνει περισσότερες επιτοκιακές αυξήσεις.
Με όλες τις χώρες της Ευρωζώνης, εκτός από δύο, να αναμένεται να παρουσιάσουν ελλείμματα το επόμενο έτος – οι προϋπολογισμοί σε Γαλλία, Ισπανία και Ιταλία αναμένεται να παρουσιάσουν ελλείμματα της τάξης του 4% έως 5% του ΑΕΠ, σύμφωνα με τη Fitch Ratings – το σκηνικό γίνεται αυτομάτως πολύ έκρυθμο.
Με τα πραγματικά εισοδήματα να συνεχίζουν να μειώνονται, οι κυβερνήσεις προφανώς θα υποστηρίξουν ότι όλα όσα κάνουν είναι για να στηρίξουν τους πολίτες τους που βλέπουν την αγοραστική τους δύναμη να συρρικνώνεται. Και μπορούν εύκολα να μετατοπίσουν την ευθύνη: ήταν η ΕΚΤ που υποτίμησε τον πληθωρισμό όταν άρχιζε να αυξάνεται και τον άφησε να φθάσει στο επίπεδο ρεκόρ του 10% και όχι οι δημοσιονομικές πολιτικές.
«Είναι δύσκολο να υποστηρίξει κάποιος ότι ο πληθωρισμός πυροδοτήθηκε από τη δημοσιονομική πολιτική» αναφέρει ο οικονομολόγος της Natixis, Dirk Schumacher.
Kαι ενώ η πολιτική αυτή συζήτησε κλιμακώνεται, οι επενδυτές έχουν ήδη βγάλει τα συμπεράσματά τους. Με τα μεγαλύτερα ελλείμματα που θα πρέπει να αναχρηματοδοτηθούν και με την ΕΚΤ να αυξάνει τα επιτόκια ενώ αρχίζει ταυτόχρονα τη διαδικασία ποσοτικής σύσφιγξης, οι αγορές έχουν ωθήσει στα ύψη τις ομολογιακές αποδόσεις ειδικά στις ασθενέστερες οικονομίες, όπως η Ιταλία. Βεβαίως, η ΕΚΤ θα μπορούσε να «σβήσει τις φωτιές στις αγορές», παρεμβαίνοντας ξανά με αγορές κρατικών ομολόγων. Από την άλλη πλευρά, έχει δημιουργήσει το νέο εργαλείο για την προστασία μετάδοσης κρίσεων, το λεγόμενο ΤΡΙ. Ωστόσο, η ΕΚΤ έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν θα το χρησιμοποιήσει για να διασώσει χώρες οι οποίες έκαναν «λάθη πολιτικής». «Η κριτική στην ΕΚΤ θα ήταν καταστροφική υπό αυτή την έννοια. Θα καθιστούσε πολύ πιο δύσκολο για την ίδια να στηρίξει μία χώρα που έχει ανάγκη», σημειώνει ο Schumacher της Natixis.
moneyreview.gr με πληροφορίες από Reuters
Διαβάστε επίσης:
Reuters: Τί υποσχέθηκε η Λαγκάρντ στα «γεράκια» της ΕΚΤ
Λαγκάρντ: Έρχονται και άλλες σημαντικές αυξήσεις επιτοκίων
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News