Εκτενή αναφορά για την κατάσταση που επικρατεί στην Τουρκία κάνουν οι New York Times, σε άρθρο της δημοσιογράφου Carlotta Gall, η οποία επισημαίνει πως η συνεχιζόμενη πτώση των οικονομικών δεικτών της χώρας και η αντίστοιχη μείωση των ποσοστών του AKP, ανάγκασαν τον Ερντογάν να αλλάξει οικονομική πολιτική.
Οι New York Times, αναφέρουν πως η φτώχεια είναι συνεχώς αυξανόμενη σε αρκετές περιοχές της Τουρκίας, ακόμα και στα μεγάλα αστικά κέντρα όπως η Άγκυρα και η Κωνσταντινούπολη, υπογραμμίζοντας πως η πανδημία του κοροναϊού ήρθε να συνεχίσει τη νομισματική κρίση και το διψήφιο πληθωρισμό, με αποτέλεσμα όλο και περισσότεροι να πνίγονται από χρέη και να βρίσκονται υπό το φάσμα της πείνας.
Το δημοσίευμα αναφέρει πως σύμφωνα με έρευνα της εταιρείας δημοσκοπήσεων Metropoll, ένας στους τέσσερις πολίτες δηλώνει πως δεν μπορεί να καλύψει τις βασικές του ανάγκες, καθώς οι τιμές των αγαθών συνεχώς αυξάνονται, ενώ η τουρκική λίρα έχει αντίθετη πορεία.
Την ίδια στιγμή, όπως επισημαίνουν οι New York Times, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν χάνει έναν από τους «καλούς του φίλους», τον απερχόμενο πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ. Η εφημερίδα υπογραμμίζει πως οι σχέσεις των δύο χωρών δεν θα είναι οι ίδιες, ενώ αναμένεται η επιβολή κυρώσεων για το εξοπλιστικό πρόγραμμα των S-400, υπενθυμίζοντας πως παλαιότερα ο εκλεγμένος πρόεδρος Τζο Μπάιντεν είχε χαρακτηρίσει τον Ερντογάν «αυταρχικό».
Αλλαγή στάσης από Ερντογάν
Οι New York Times επισημαίνουν την αλλαγή που έκανε τον προηγούμενο μήνα ο Ερντογάν στην πολιτική που εφαρμόζει, τουλάχιστον σε επίπεδο προσώπων. Αντικατέστησε τον επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας της Τουρκίας μετά από νέο καταποντισμό της λίρας, ενώ απομάκρυνε και τον υπουργό Οικονομικών και… γαμπρό του, Μπεράτ Αλμπαϊράκ.
Παράλληλα, ενώ ήταν αντίθετος στις αυξήσεις των βασικών επιτοκίων της κεντρικής τράπεζας, έδωσε το «πράσινο φως» σε κινήσεις για τη σταθεροποίηση του εθνικού νομίσματος και την επιβράδυνση του πληθωρισμού που έφτασε στο 14%, ενώ δεσμεύτηκε να υιοθετήσει δομικές μεταρρυθμίσεις για να σπάσει το «οικονομικό τρίγωνο του διαβόλου» δηλαδή τα επιτόκια, τον πληθωρισμό και τις ισοτιμίες ξένου συναλλάγματος.
Ως ένα λόγο που οδήγησε σε αλλαγής οικονομικής πολιτικής τον Τούρκο πρόεδρο, οι New York Times αναφέρουν τις δημοσκοπήσεις και την πτώση των ποσοστών του «Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης». «Τα ποσοστά του τελευταίου έχουν πέσει στο χαμηλότερο σημείο, γύρω στο 30%, αφότου ανέλαβε την εξουσία πριν από 18 χρόνια, σύμφωνα με τη δημοσκόπηση της Metropoll» υπογράμμισε ο εκλογολόγος Μεχμέτ Αλί Κουλάτ, σημειώνοντας πως αν συνεχιστεί η ίδια κατάσταση, ο Ερντογάν μπορεί να χάσει τις προεδρικές εκλογές του 2023.
«Οι πιθανότητες επανεκλογής του είναι μικρότερες από 50%. Το ερώτημα λοιπόν, τελικά, είναι αν θα αποδειχθεί αρκετά ευφυής», σχολιάζει η Ασλί Αϊντιντασμπάς του European Council on Foreign Relations, ενώ σύμφωνα με τη Metropoll, «το 63% των Τούρκων, αλλά και η πλειοψηφία των οπαδών του Ερντογάν, θεωρούν ότι η Τουρκία κινείται σε λάθος κατεύθυνση».