Όταν η παγκοσμιοποίηση βρίσκεται σε άνοδο και οι γεωπολιτικές εντάσεις ανάμεσα στις μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου είναι υποτονικές, οι επενδυτές δεν χρειάζεται να δίνουν μεγάλη προσοχή στις διεθνείς διπλωματικές συγκρούσεις όταν παίρνουν τις αποφάσεις τους. Σε έναν τέτοιο κόσμο, η μεγιστοποίηση του κέρδους προηγείται και άρα οι όποιες συγκρούσεις μπορούν να μπουν στην άκρη, ώστε να προφυλαχθούν τα επιχειρηματικά συμφέροντα. Αυτό, όπως εξηγεί η Julius Baer, δεν ισχύει σήμερα. «Στο σημερινό περιβάλλον, καθώς το βάρος των γεωπολιτικών και οικονομικών προτεραιοτήτων μετατοπίζεται, αυτός ο ευνοϊκός παράγοντας μειώνεται», σημειώνει ο επενδυτικός οίκος.
Μία μεγάλη επίπτωση της πανδημίας υπήρξε η μετάβαση από έναν κόσμο νεοφιλελεύθερων αρχών, που χαρακτηριζόταν από δημοσιονομικό συντηρητισμό και μείωση του πληθωρισμού, σε μία κατάσταση κρατικού καπιταλισμού, όπου εκτεταμένες δημοσιονομικές και νομισματικές πολιτικές συνεργάζονται για να μειώσουν τις ανισότητες. Όπως εξηγεί η Julius Baer, το 2022 έδειξε πόσο βίαιη και ευμετάβλητη μπορεί να είναι αυτού του είδους η στροφή.
Η παγκοσμιοποίηση δεν έχει πεθάνει
Ενώ οι παραδοσιακοί δείκτες του πόσο ανοικτό είναι το εμπόριο παρέμεναν στάσιμοι μετά την παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση, εντούτοις, η ιδέα της αποπαγκοσμιοποίησης έγινε mainstream μετά τον εμπορικό πόλεμο που κήρυξε στην Κίνα ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, το 2018. Με την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η απειλή της αποπαγκοσμιοποίησης έμοιαζε πιο αληθινή από ποτέ, σημειώνει η Julius Baer.
Όμως ενώ στην επιφάνεια, τα πράγματα μοιάζουν δυσοίωνα, ο οίκος εξακολουθεί να πιστεύει ότι παρά τη στασιμότητα του παγκόσμιου εμπορίου και τις γεωπολιτικές εντάσεις, μία πλήρης αποπαγκοσμιοποίηση παραμένει απίθανη.
Σύμφωνα με την Julius Baer, υπάρχουν δύο λόγοι για αυτό. Πρώτον, οι αναλυτές εξηγούν ότι παρά τη ρητορική και τις στρατηγικές φιλοδοξίες των δύο χωρών, ΗΠΑ και Κίνα είναι υπερβολικά αλληλένδετες στο οικονομικό μέτωπο για να επιτρέψουν μία ξαφνική διάλυση των εμπορικών τους σχέσεων. Ο δεύτερος λόγος είναι γιατί ο κόσμος δεν είναι διπολικός, αλλά πολυπολικός, άρα μία επιβράδυνση του παγκόσμιου εμπορίου είναι πιθανότερη από μια πτώση.
Τι σημαίνει για τις επενδύσεις
Επενδυτές που μπορούσαν προηγουμένως να τοποθετηθούν ανά τον πλανήτη, χωρίς να ανησυχούν ιδιαίτερα για τον κίνδυνο θεσμικών αποφάσεων ή κατασχέσεων, θα πρέπει τώρα να σκεφτούν περισσότερο τις συνέπειες της γεωγραφικής τους έκθεσης, σημειώνει η Julius Baer, τονίζοντας ότι σε κάποιες περιπτώσεις, υπάρχει ο κίνδυνος να χάσουν ακόμα και το σύνολο της επένδυσής τους.
Γενικότερα, ο οίκος θεωρεί ότι η αύξηση των κινδύνων αυτών θα ευνοήσει τα επόμενα χρόνια τα χρηματιστήρια που θεωρούνται κατάλληλα για την «αποθήκευση αξιών». Πρόκειται για αγορές σε χώρες όπου τα δικαιώματα ιδιοκτησίας και οι μέτοχοι προστατεύονται, οι θεσμοί είναι ισχυροί και η διακυβέρνηση σταθερή.
Σύμφωνα με την Julius Baer, οι τέτοιες αγορές που προτιμά είναι οι ΗΠΑ, η Σουηδία και η Ελβετία. Όπως εξηγεί, τα χρηματιστήρια αυτών των χωρών έχουν υπερ-αποδώσει έναντι των διεθνών αγορών τις τελευταίες πέντε δεκαετίες, τόσο σε εποχές χαμηλού πληθωρισμού όσο και σε περιόδους με πληθωριστικές πιέσεις και γεωπολιτικές εντάσεις.
moneyreview.gr
Διαβάστε επίσης:
Goldman Sachs: Έτσι θα είναι ο κόσμος το 2075 – Οι νέες υπερδυνάμεις του πλανήτη
Νέο manhattan project, παραίτηση Μακρόν, αντι-Brexit: Οι πιο εξωφρενικές προβλέψεις για το 2023
Capital Economics: Από την αποπαγκοσμιοποίηση στο παγκόσμιο ρήγμα
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News