H Ελλάδα άντλησε 2 δισ. ευρώ από την επανέκδοση 30ετούς ομολόγου μέσω ιδιωτικής τοποθέτησης με δύο ελληνικές τράπεζες, σύμφωνα με την εφημερίδα της κυβέρνησης.
Στην συναλλαγή συμμετείχαν η Εθνική Τράπεζα και η Πειραιώς. Ο οργανισμός διαχείρισης δημοσίου χρέους είχε εκδώσει 30ετές ομόλογο στις αρχές του 2020, πάλι μέσω ιδιωτικής τοποθέτησης.
Η ημερομηνία διακανονισμού ορίστηκε στις 20 Ιανουαρίου, σύμφωνα με την δημοσίευση της απόφασης στην εφημερίδα της κυβέρνησης αργά την Δευτέρα. Ειδικοί της αγοράς είπαν σύμφωνα με το Reuters ότι η απόδοση διαμορφώθηκε κοντά στην περιοχή του 1,5%.
Με ταμειακό «μαξιλάρι» 32 δισ. ευρώ αυτή τη στιγμή και με τις δανειακές ανάγκες της νέα χρονιάς να υπολογίζονται σε αυτή τη φάση σε περίπου 24 δισ. ευρώ, ο ΟΔΔΗΧ προχώρησε στην πρώτη έξοδο της χώρας στις αγορές από τις 4-5 που αναμένονται συνολικά για το 2021, ενώ ως το τέλος Μαρτίου αναμένεται και η πρόωρη αποπληρωμή μέρους των δανείων του ΔΝΤ που σήμερα φτάνουν τα 3,6 δισ. ευρώ.
Για το 2021, εξάλλου, ήδη το σενάριο για εκδόσεις χρέους 8 δισ. ευρώ έχει πάει στις ελληνικές καλένδες και πλέον στόχος είναι η άντληση από τις αγορές τουλάχιστον 12 δισ. ευρώ, αφού όσο η πανδημία δεν έχει ακόμη ελεγχθεί, τόσο οι ανάγκες χρηματοδότησης της οικονομίας θα παραμένουν υψηλές.
Η πρώτη έκδοση ήταν σχετικά μικρότερη από άλλες, που πιθανώς να ξεπεράσουν και τα 3 δισ. ευρώ, καθώς όσο πιο μακροπρόθεσμη είναι η έκδοση τόσο αυξάνει το ρίσκο για τους διεθνείς επενδυτές. Π.χ. στην 30ετία το ρίσκο είναι τριπλάσιο σε σχέση με την 10ετία, καθώς η Ελλάδα απέχει ακόμη από την «επενδυτική βαθμίδα» κατά 2 με 3 βαθμίδες ανάλογα με τον οίκο αξιολόγησης, κάτι που σημαίνει πως όσο πιο μακροπρόθεσμη είναι μια έκδοση, τόσο λιγότερη θα είναι η συμμετοχή των καλής ποιότητας επενδυτών.
Το 2021 δεν αποκλείεται κάποια στιγμή, ιδίως αν η οικονομία ανακάμψει μερικώς, να υπάρξει ακόμη και κάποια αναβάθμιση από τους οίκους αξιολόγησης, αλλά αυτό δεν έχει και μεγάλη σημασία. Το στάτους του «investment grade» για το ελληνικό αξιόχρεο είναι δύσκολο να επιτευχθεί πριν από το 2023, καθώς το «τελευταίο σκαλί» θα είναι δύσκολο να το περάσει κανείς χωρίς να έχει λυθεί πλήρως το θέμα των κόκκινων δανείων ή η οικονομία να έχει επανέλθει στην κανονικότητα.