Home / ΔΙΕΘΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ / Eυημερία: Το τίμημα του πολέμου στην Ουκρανία

Eυημερία: Το τίμημα του πολέμου στην Ουκρανία

Η Γερμανία ωφελήθηκε από την παγκοσμιοποίηση, αλλά τώρα καλείται να αναλάβει το τίμημα του αγώνα των Ουκρανών για ελευθερία. Πόσο έτοιμοι είναι οι Γερμανοί για στερήσεις;
Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει τίμημα για τους Γερμανούς
Πολιτικοί σε όλο τον κόσμο προειδοποιούν όλο και πιο συχνά το τελευταίο διάστημα. Στη Γερμανία ο υπουργός Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ, που έχει αναλάβει το δύσκολο καθήκον απαγκίστρωσης της οικονομίας από τη ρωσική ενέργεια, λέει ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία θα κοστίσει ευημερία. Αλλά και ο υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ προειδοποιεί ότι η Γερμανία πρέπει “να αναπτύξει νέες πηγές κοινωνικής ευημερίας”. Δύο πολιτικοί από διαφορετικά κόμματα, τους Πράσινους και τους Φιλελεύθερους, αλλά και οι δύο κυβερνητικοί εταίροι, σε μια σπάνια επίδειξη ομοφωνίας. Το ότι η Ρωσία μπορεί να είναι και μελλοντικά αξιόπιστος εταίρος της γερμανικής οικονομίας με προσιτό πετρέλαιο και φυσικό αέριο υπό τις νυν συνθήκες, είναι κάτι περισσότερο από αμφίβολο.

Οι Γερμανοί δυσκολεύονται να τα βγάλουν πέρα
Kάθε μέρα που περνά οι καταναλωτές νιώθουν τις συνέπειες με τις τιμές της βενζίνης να έχουν σκαρφαλώσει σε επίπεδα ρεκόρ. Και όχι μόνο. Πολλά αγαθά έχουν ακριβύνει. Σε ορισμένα σουπερμάρκετ τα ράφια με μαγειρικό λάδι είναι άδεια, Σαν να ήταν κατοχή. Πριν καν ξεπεραστεί η κρίση με την πανδημία, ο πόλεμος στην Ουκρανία απειλεί να ρίξει ακόμη και τις εύπορες κοινωνίας της Δύσης σε μια νέα εποχή. “Μπορούμε καμιά φορά και να κρυώνουμε, όταν πρόκειται για την ελευθερία, μπορούμε να αντέξουμε μερικά χρόνια με λιγότερη χαρά στη ζωή” είχε πει μέσα Μαρτίου ο πρώην Γερμανός πρόεδρος της Δημοκρατίας Γιόαχιμ Γκάουκ σε βραδινό τοκσόου. Το περιοδικό Spiegel έγραψε χαρακτηριστικά: Λέξεις που επί χρόνια δεν έπαιξαν κανένα ρόλο στη γερμανική πραγματικότητα, όπως στέρηση, διάθεση για θυσίες και έλλειψη, επιστρέφουν στο λεξιλόγιο.
Σύμφωνα με σφυγμομετρήσεις υπάρχουν πολλοί άνθρωποι στη Γερμανία που νιώθουν τις ελλείψεις και δυσκολεύονται οικονομικά. Έρευνα του YouGov για λογαριασμό της Postbank έδειξε ότι ένας στους επτά ενήλικες δύσκολα μπορεί να καλύψει το κόστος ζωής λόγω αύξησης του πληθωρισμού, που το Μάρτιο ξεπέρασε το 7%. Από εκείνους που ρωτήθηκαν με καθαρό εισόδημα κάτω των 2.500 ευρώ, σχεδόν το 24% απάντησε ότι δυσκολεύεται να αντεπεξέλθει στα καθημερινά έξοδα λόγω αύξησης των τιμών. Και για να έχουμε μέτρο σύγκρισης, τον Ιανουάριο την ίδια απάντηση είχε δώσει μόνο ένα 17%. Είναι γνωστό ότι ο πληθωρισμός “ροκανίζει” την αγοραστική δύναμη των ανθρώπων. Και τι κάνει η γερμανική κυβέρνηση για να το αντιμετωπίσει;

Μέχρι τώρα έχει ψηφίσει δύο πακέτα στήριξης ύψους δύο δις για να ανακουφίσει τα νοικοκυριά από τις υψηλές τιμές ενέργειας και καυσίμων. Μακροπρόθεσμα όμως το κράτος δεν θα μπορέσει να συνεχίσει αυτήν την στρατηγική των επιδοτήσεων. “Ο πόλεμος στην Ουκρανία θα μας κάνει όλους φτωχότερους” προειδοποίησε στην κυριακάτικη Bild ο υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ. “Κανένα κράτος δεν μπορεί να αντισταθμίσει αυτήν την απώλεια ευημερίας”. Ασφαλές εισόδημα που να μπορεί να εξασφαλίσει και να ικανοποιήσει υλικές επιθυμίες είναι κάτι το πολύ σημαντικό στη Γερμανία, κι αυτό φαίνεται και από μελέτες  του Ινστιτούτου Έρευνας Αγοράς Ipsos, που διενεργούνται από το 2012 ανά τρίμηνο. Αλλά σε αντίθεση με τις κρίσεις των τελευταίων ετών, ο πόλεμος κλόνισε ορισμένα πράγματα που θεωρούνταν αυτονόητα ακόμη και στη Γερμανία. Ο πρόεδρος του φημισμένου Ifo του Μονάχου Κλέμενς Φουστ ανέφερε και μιαν άλλη πτυχή, ότι “μια ακόμη συνέπεια του πολέμου στην Ουκρανία είναι το τέλος του μερίσματος ειρήνης που οδήγησε στη μείωση των δαπανών για πολεμικό εξοπλισμό”. Και έχει δίκαιο, γιατί ο προϋπολογισμός για την άμυνα αυξήθηκε σημαντικά. “Που σημαίνει περικοπές στα δημόσια επιδόματα, υψηλότερους φόρους, άρα συρρίκνωση της ευημερίας” επισημαίνει ο Φιστ.    
Τάση “αποπαγκοσμιοποίησης”
Προτάσεις αντιμετώπισης υπάρχουν;  Από επιβολή ορίου ταχύτητας, μέχρι Κυριακές χωρίς αυτοκίνητο και περιορισμούς στη θέρμανση. Ο κατάλογος των προτάσεων για εξοικονόμηση ενέργειας δεν περιλαμβάνει κάτι το νέο.  Αλλά βραχυπρόθεσμη αντιμετώπιση του προβλήματος από μόνη της δεν φαίνεται ότι επαρκεί. Ήδη τον Μάρτιο του 2020 ο θεωρητικός του πολιτισμού Μπέντζαμιν Στάινιγκερ, σε άρθρο της Εταιρείας Max-Planck με τον τίτλο «An inventory of the fossil age», εξέφρασε την άποψη ότι “ζούμε σε πόλεις που είναι προσβάσιμες μόνο με αυτοκίνητα, φοράμε Goratex και νάιλον, τρώμε χάρη στα τεχνικά λιπάσματα, εξαρτιόμαστε από φάρμακα, κι όλα αυτά βασίζονται στο πετρέλαιο, το φυσικό αέριο και τον άνθρακα. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο ο τρόπος ζωής μας διαμορφώνεται από ορυκτές πρώτες ύλες που μόλις και μετά βίας μπορούμε να αντικαταστήσουμε”. Ο πολιτικός επιστήμων Φίλιπ Λέπενις υποστηρίζει ότι τις τελευταίες δεκαετίες η ηθική διάσταση στην προμήθεια πχ. φυσικού αερίου και πετρελαίου από αυταρχικά κράτη έπαιζαν δευτερεύοντα λόγο και είχαν υποταχθεί στην κατανάλωση. “Το νεοφιλελεύθερο αφήγημα της αγοράς εκκινεί από την υπόθεση ότι ο ύψιστος βαθμός ελευθερίας είναι αυτός της ελεύθερης επιλογής των καταναλωτών” σημειώνει ο Λέπενις, που είναι επικεφαλής του ερευνητικού Ινστιτούτου για την Βιωσιμότητα Otto Suhr του Ελεύθερου Πανεπιστημίου του Βερολίνου, στον τηλεοπτικό σταθμό SWR2. “Ξαφνικά το κράτος και οι πολίτες αφυπνίζονται και αντιμετωπίζουν στις πραγματικές τους διαστάσεις τις συνέπειες της δικής τους κατανάλωσης”. 
Η παγκοσμιοποίηση ωφέλησε τα μάλα τη γερμανική οικονομία
Η “ευφορία της παγκοσμιοποίησης” της δεκαετίας του 90, όπως την αποκαλεί ο Λέπενις, ξεθωριάζει. Επί δεκαετίες η Γερμανία επωφελήθηκε από το ελεύθερο παγκόσμιο εμπόριο, το οποίο παρείχε πρόσβαση σε φθηνά προϊόντα και πρώτες ύλες. Μαζί με άλλους παράγοντες κατάφερε να διατηρήσει τα ποσοστά πληθωρισμού σε συγκριτικά χαμηλά επίπεδα. “Τα περισσότερα προϊόντα που βρίσκουμε στην αγορά κατασκευάζονται στο εξωτερικό, και για να το θέσω σε ήπιους τόνους, με φθηνούς μισθούς, και να το θέσω λιγότερο ακίνδυνα, μερικές φορές υπό συνθήκες που μοιάζουν με δουλεία” είπε πρόσφατα ο συγγραφέας Καρλ Τίλεσεν, που προέρχεται από τη βιομηχανία μόδας. Το πλαίσιο συνθηκών για το παγκόσμιο εμπόριο έχει αλλάξει πολύ κατά την άποψη των οικονομολόγων, όχι μόνο από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. “Το σοκ που προκάλεσε ο Πούτιν είναι πολύ πιθανό να αποδειχθεί ως το τρίτο μεγάλο χτύπημα στην οπισθοδρόμηση της παγκοσμιοποίησης και των παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού τα τελευταία χρόνια, μετά τον εμπορικό πόλεμο ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κίνα και τη διακοπή της αλυσίδας εφοδιασμού σε σχέση με την πανδημία” υποστηρίζει η θυγατρική DWS της Deutsche Bank. Ο επαναπατρισμός στη Γερμανία της παραγωγής από χώρες με χαμηλούς μισθούς σημαίνει αύξηση των τιμών. Μια γενικότερη τάση “αποπαγκοσμιοποίησης” θα μπορούσε να αλλάξει τη ροή των αγαθών και κατά συνέπεια να ανεβάσει τις τιμές για τον καταναλωτή, όπως έγραψαν οι οικονομολόγοι της τράπεζας DZ ήδη από τον Μάιο του 2021. Υπό αυτήν την έννοια οι Γερμανοί πληρώνουν κι αυτοί ένα τίμημα για τον αγώνα της Ουκρανίας.
Πηγή: DW.com

Ακολουθήστε το Money Review στο Google News

Πηγή

About moneyreview