Ο Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας (ΚΦΔ) ρυθμίζει μεταξύ άλλων και τα θέματα της έκδοσης ατομικών ειδοποιήσεων οφειλής στους φορολογουμένους, καθώς και αναγκαστικής εκτέλεσης ή άλλων μέτρων για τη διασφάλιση της είσπραξής τους.
Σε περίπτωση μη καταβολής από τον φορολογούμενο των ποσών που αναφέρονται στην πράξη προσδιορισμού του φόρου ή στην πράξη επιβολής προστίμων κ.λπ. μέχρι την προβλεπόμενη σε αυτά ημερομηνία πληρωμής, η φορολογική διοίκηση κοινοποιεί στον φορολογούμενο ατομική ειδοποίηση καταβολής των οφειλών του που δεν έχουν καταβληθεί εντός των νομίμων προθεσμιών, πριν από τη διενέργεια οποιασδήποτε πράξης εκτέλεσης.
Στην ατομική ειδοποίηση αναφέρονται τα στοιχεία του φορολογουμένου, η ημερομηνία έκδοσης της ατομικής ειδοποίησης καθώς και παραπομπές στους αντίστοιχους εκτελεστούς τίτλους, συμπεριλαμβανομένων σχετικών προθεσμιών, ημερομηνιών καταβολής και αριθμού δόσεων, το είδος και το ποσό των οφειλόμενων φόρων, των τόκων, των προστίμων και η φορολογική περίοδος ή περίοδοι ή οι φορολογικές υποθέσεις που αφορούν αυτά.
Επίσης, ο φορολογούμενος ενημερώνεται ότι εφόσον δεν προβεί σε εξόφληση εντός 30 ημερών, η φορολογική διοίκηση μπορεί να προβεί σε διαδικασία αναγκαστικής είσπραξης των ποσών που αναφέρονται σε αυτή, εκτός εάν υπαχθεί σε πρόγραμμα ρύθμισης οφειλών εντός 30 ημερών. Η φορολογική διοίκηση δύναται να επιλέγει κατά προτεραιότητα τις προς επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής υποθέσεις με βάση κριτήρια ανάλυσης κινδύνου ή εξαιρετικά και με βάση άλλα κριτήρια, τα οποία καθορίζονται από την ΑΑΔΕ και δεν δημοσιοποιούνται.
Σε εξαιρετικές περιπτώσεις που υπάρχουν πληροφορίες ή υπόνοιες ότι ο φορολογούμενος θα προβεί σε μεταβίβαση περιουσιακών του στοιχείων ή προβαίνει σε προπαρασκευαστικές ενέργειες για να εγκαταλείψει τη χώρα ή σε οποιαδήποτε άλλη ενέργεια που θέτει σε κίνδυνο την είσπραξη του φόρου, η φορολογική διοίκηση μπορεί να λαμβάνει με βάση τον εκτελεστό τίτλο μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης, ακόμη και πριν από τη νόμιμη ημερομηνία καταβολής της οφειλής ή την κοινοποίηση της ατομικής ειδοποίησης ή την παρέλευση της τριακονθήμερης προθεσμίας που προβλέπεται για την καταβολή της οφειλής.
Με τις ίδιες προϋποθέσεις μπορεί επίσης να εγγράφεται υποθήκη. Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος μεταβιβάσει περιουσιακά στοιχεία του, η φορολογική διοίκηση μπορεί να προβαίνει στην άσκηση αγωγής διάρρηξης για τη διασφάλιση των συμφερόντων του Δημοσίου και να ζητήσει ως ασφαλιστικό μέτρο τη δικαστική μεσεγγύηση.
Πρέπει να σημειωθεί, ωστόσο, ότι σε περίπτωση που υφίσταται βέβαιη και εκκαθαρισμένη χρηματική απαίτηση του οφειλέτη κατά του Δημοσίου, η οποία αποδεικνύεται με τελεσίδικη δικαστική απόφαση ή δημόσιο έγγραφο, αυτή μπορεί να συμψηφιστεί με βεβαιωμένα χρέη αυτού προς το Δημόσιο.
Συγκεκριμένα, η φορολογική διοίκηση συμψηφίζει απαιτήσεις από φόρους, τελωνειακές οφειλές και λοιπά έσοδα του Δημοσίου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 83 ΚΕΔΕ, ο οποίος προβλέπει ότι ο συμψηφισμός προτείνεται με δήλωση του οφειλέτη που υποβάλλεται στη ΔΟΥ, η οποία είναι αρμόδια για την είσπραξη του χρέους. Ο συμψηφισμός μπορεί να ενεργείται και αυτεπάγγελτα, με πράξη του προϊσταμένου της ίδιας υπηρεσίας, εφόσον από τα υπάρχοντα στοιχεία αποδεικνύεται η απαίτηση του οφειλέτη.
* H κ. Τζένη Πάνου είναι υπεύθυνη του Φορολογικού Τμήματος της AS Network (www.asnetwork.gr).
** Το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στην Καθημερινή της Κυριακής.
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News