Οσο και αν οι λέξεις όταν τις χρησιμοποιεί η αντιπολίτευση χάνουν τη σημασία τους, έχουν καταντήσει κουραστικές οι εκρήξεις «δημοκρατικής ευθιξίας» της αντιπολίτευσης που συμβαίνουν με το παραμικρό, όπως στην πρόσφατη περίπτωση άρσης της ασυλίας δύο βουλευτών της αντιπολίτευσης, του Παύλου Πολάκη και της Αγγελικής Αδαμοπούλου του «Μέρα25».
«Ορμπανισμός», «κοινοβουλευτικό πραξικόπημα», «διολίσθηση στην κοινοβουλευτική δικτατορία» και άλλα ηχηρά παρόμοια. Αποκορύφωμα όλων αυτών ο Δ. Τζανακόπουλος, που κατήγγειλε – ποιητική αδεία, υποθέτω – «ιδιότυπη δημοκρατική εκτροπή» και σκοπιμότητα επιβολής «αστυνομοδικαστικού κράτους». (Εκτός από τον Πολάκη, αναγνωρίζω και Ζουράρι στις επιρροές του…)
Σημασία έχει ότι ο θόρυβος ήταν υπερβολικός, ακριβώς επειδή ο σκοπός του ήταν να σκεπάσει την ουσία της υπόθεσης. Η κοινοβουλευτική πλειοψηφία ήρε την ασυλία των δύο βουλευτών της Αριστεράς (όπως και άλλων βουλευτών, συναδέλφων τους από τη ΝΔ), επειδή έχουν μηνυθεί για συκοφαντική δυσφήμηση. Το αναθεωρημένο Σύνταγμα, που ψηφίστηκε πέρυσι τον Νοέμβριο, στο άρθρο 61 εξαιρεί ρητώς από το λεγόμενο ανεύθυνο των βουλευτών το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμησης. Η αναθεώρηση του συγκεκριμένου άρθρου έγινε κατά το πνεύμα της νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, υπερψηφίστηκε δε με 237 ψήφους από την προηγουμένη Βουλή και με 179 από την τωρινή. Η εξαίρεση της συκοφαντικής δυσφήμησης δεν εικάζεται εκ των συμφραζομένων ούτε προκύπτει από την ερμηνεία, τίθεται ρητώς. Η πραγματική εκτροπή από τη νομιμότητα θα ήταν, επομένως, αν η πλειοψηφία αγνοούσε τη ρητή μνεία του Συντάγματος, όπως απαιτούσε η Αριστερά.
Πολλοί υποστηρίζουν ότι ειδικά για την περίπτωση της κ. Αδαμοπούλου η μήνυση είναι αβάσιμη. Συμφωνώ μαζί τους – για όποια αξία μπορεί να έχει η γνώμη μου ως άσχετου. Ομως η δουλειά της Βουλής δεν ήταν να κρίνει το βάσιμο της μήνυσης, αυτό το είχε κάνει ήδη η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, που προωθεί στη Βουλή όσες μηνύσεις κρίνει ότι πρέπει να τεθούν στην κρίση της.
Η πραγματική αιτία του ξεσηκωμού της Αριστεράς στην προκειμένη περίπτωση είναι ότι το πολιτικό περιβάλλον έχει αλλάξει εις βάρος της για πρώτη φορά από τη Μεταπολίτευση, οπότε είναι φυσικό να ανησυχεί για το προνόμιο των διπλών μέτρων και σταθμών, που απολάμβανε ανενόχλητη επί τουλάχιστον σαράντα χρόνια.
OH LA LA!
Μεγάλη συγκίνηση προκάλεσε στη γαλλική παροικία των Αθηνών, μαθαίνω, η εμπνευσμένη νεκρολογία για τον Ζισκάρ ντ’ Εστέν, που δημοσίευσε ο πρώην υπουργός Αντώνης Φούσας σε τοπικό φύλλο των Ιωαννίνων – το οποίο, βέβαια, την ημέρα εκείνη ξεπούλησε. Ο αντίκτυπος έφθασε μέχρι το Παρίσι, καθώς πληροφορούμαι από υψηλή διπλωματική πηγή του Quai d’ Orsait ότι το όνομα του πρώην υπουργού είναι πλέον εκ των πρώτων στον κατάλογο των προτεινομένων για βράβευση με το μετάλλιο της Λεγεώνας της Τιμής!
Επομένως, καλό θα ήταν να ξεσκονίσει τα θαυμάσια γαλλικά του ο κ. Φούσας, σύντομα θα τα χρειασθεί. Το λέω επειδή η πηγή μου δεν απέκλεισε η βράβευση να γίνει στο Παρίσι και όχι ως συνήθως στη Γαλλική Πρεσβεία της Αθήνας, διότι, όπως εκτιμά βασιζόμενος στη γνώση του για την προσωπικότητα του Μακρόν από τη μακρά συνεργασία τους, «ο πρόεδρος θα θέλει οπωσδήποτε να συναντήσει τον συγγραφέα αυτού του φλογερού κειμένου».
Παρεμπιπτόντως – και μόνον επειδή κάπως κολλάει με τα παραπάνω – οι Γάλλοι έχουν τελευταία ένα περίσσευμα σε μετάλλια της Λεγεώνας της Τιμής, καθώς αρκετοί Ιταλοί που έχουν κατά καιρούς τιμηθεί με αυτό το επιστρέφουν. Τους ενοχλεί ότι απονεμήθηκε στον πρόεδρο της Αυγύπτου Αλ-Σίσι, κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στο Παρίσι. Αιτία της ιταλοαιγυπτιακής διαφοράς είναι ο βασανισμός και η δολοφονία του ιταλού φοιτητή Τζούλιο Ρετζένι το 2016 από τις αρχές της Αιγύπτου, καθώς και η συγκάλυψη του εγκλήματος. Εν πάση περιπτώσει, για να επανέλθω στα μετάλλια. Προτείνω να μην πάνε χαμένα τα επιστραφέντα. Να απολυμανθούν, να γυαλιστούν και να απονεμηθούν ξανά – ανακύκλωση λέγεται. (Εννοείται ότι του κ. Φούσα το θέλουμε ολοκαίνουργιο και τσίλικο, παρακαλώ…)