Το επώνυμό του (Κυνηγός) «έδειχνε» και το χαρακτήρα του. Ο άνθρωπος που το 1947 πετώντας μ’ ένα μικροσκοπικό αεριωθούμενο έσπασε για πρώτη φορά στην ιστορία της αεροπλοΐας το φράγμα της ταχύτητας του ήχου, ήταν κυνηγός όχι μόνο της ταχύτητας, της περιπέτειας και του κινδύνου, αλλά και της ίδιας της ζωής.
Έφυγε στα 97 του χρόνια στις 7 Δεκεμβρίου, ανήμερα της επετείου των 79 χρόνων από την Ιαπωνική αεροπορική επίθεση στο Περλ Χάρμπορ, σαν να ήθελε να υπενθυμίσει πως οι ψυχές των ηρώων δεν χάνονται, αλλά πετούν ψηλά στ’ αστέρια, για ν’ ανταμώσουν ξανά σε άλλους γαλαξίες. Μόνο που εκεί στο αχανές διάστημα δεν μπόρεσε να βρεθεί ως αστροναύτης όσο ζούσε ο ταξίαρχος της Αμερικανικής Πολεμικής Αεροπορίας Τσαρλς Έλγουντ Γέγκερ, γνωστός με το προσωνύμιο «Τσακ» επειδή απλά δεν είχε πάει ποτέ του στο κολλέγιο, παρόλο που με την ιστορική του πτήση στις 14 Οκτωβρίου 1947, οδήγησε την ανθρωπότητα στη διαστημική εποχή.
Έζησε «μια απίστευτη ζωή», την «έζησε καλά», ήταν «ο σπουδαιότερος πιλότος της Αμερικής» και «η κληρονομιά του», η «δύναμή του, οι περιπέτειές του και ο πατριωτισμός του» θα μείνουν «για πάντα» στη μνήμη των συμπατριωτών του, έγραψε στο Twitter η σύζυγός του Βικτόρια Γέγκερ.
Αγροτόπαιδο από τη Δυτική Βιρτζίνια γεννήθηκε το 1923 σ’ ένα χωριό πεντακοσίων κατοίκων, το Μάιρα, «μια κουκίδα στον χάρτη» εκείνη την εποχή, είκοσι χρόνια μετά την πρώτη πτήση των αδελφών Ράιτ. Το 1928 μαζί με τους γονείς του και τα τέσσερα αδέλφια του θα μετακομίσουν στο γειτονικό Χάμλιν, όταν ένας συνονόματος του μικρού Τσαρλς, ο εικοσιπεντάχρονος Αμερικανός Τσαρλς Λίντμπεργκ είχε πετάξει ένα χρόνο πριν πάνω από τον Ατλαντικό μόνος και χωρίς στάση, για να προσγειωθεί στο Παρίσι σ’ ένα επικό ταξίδι 5.800 χιλιομέτρων. Αυτά τα κατορθώματα των πρωτοπόρων της αεροπλοΐας θα κινήσουν το ενδιαφέρον του πιτσιρικά, που όταν δεν εξερευνούσε τα γειτονικά δάση της Δυτικής Βιρτζίνιας, ψαχούλευε τα εργαλεία στην αποθήκη του πατέρα του και μαστόρευε ότι έπιανε στα χέρια του. Ως έφηβος τον βοηθούσε να λύνει και να δένει τη μηχανή από το φορτηγάκι της οικογένειας, κάτι που θα ήταν πολύ χρήσιμο αργότερα στον πόλεμο, όταν έπαιξε τη ζωή του κορώνα-γράμματα κυνηγημένος από τους Ναζί στην κατεχόμενη Γαλλία. Τον Ιούνιο του 1941, μόλις έξι μήνες πριν την είσοδο των ΗΠΑ στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ο Τσαρλς Γέγκερ αποφοίτησε από το γυμνάσιο του Χάμλιν και θ’ αποχαιρετήσει σύντομα την ανέμελη ζωή.
Εθελοντής στην Αμερικάνικη Αεροπορία Στρατού
Τον Σεπτέμβριο του 1941, κατετάγη στην αεροπορία, που αποτελούσε τότε τμήμα του στρατού ξηράς, και εκπαιδεύτηκε ως μηχανικός αεροσκαφών. Σύντομα διαπίστωσε πως υπήρχαν πολλές ομοιότητες στους κινητήρες των αεροσκαφών με αυτούς των αυτοκινήτων.
Μια ημέρα ένας πιλότος τον πήρε μαζί του για μια πτήση εθισμού μ’ ένα δικινητήριο αεροπλάνο, αλλά η πρώτη του πτήση δεν τον ενθουσίασε ιδιαίτερα. Η ζαλάδα και ο εμετός που επακολούθησαν από τους ελιγμούς του αεροπλάνου, τον έκαναν να πιστεύει πως δεν έκανε για ιπτάμενος, μέχρι που μια ανακοίνωση για εκπαίδευση νέων πιλότων του άλλαξε τα μυαλά.
Τον Δεκέμβριο του 1942 ξεκίνησε την εκπαίδευση ως πολεμικός πιλότος, χωρίς να μπορεί να φανταστεί ποτέ, πως το όνομά του θ’ έμπαινε μαζί με αυτά των πρωτοπόρων της Πτήσης.
Τον Μάρτιο του 1943 έχοντας συμπληρώσει την πολεμική εκπαίδευση ιπταμένου στάλθηκε στη Νεβάδα, στο 357 Σμήνος Δίωξης που χρησιμοποιούσε καταδιωκτικά «Bell P-39», ένα από τα κύρια μαχητικά αεροσκάφη στην υπηρεσία των Ηνωμένων Πολιτειών στις αρχές του πολέμου. Λίγο πριν τα Χριστούγεννα του 1943, ο Τσακ Γέγκερ μαζί με τους άλλους αεροπόρους του σμήνους επιβιβάστηκε στο υπερωκεάνιο «Βασίλισσα Ελισάβετ» με προορισμό μια κωμόπολη στις ανατολικές ακτές της Αγγλίας.
Στο καμίνι του πολέμου
Από τη στιγμή που το 357 Σμήνος βρέθηκε στην Βρετανία, ήταν υπό τις διαταγές της 8ης Αεροπορίας του Αμερικανικού Στρατού, που επιχειρούσε στην Ευρώπη. Είχε εφοδιαστεί με αεροσκάφη «P-51 Mustang», ίσως το καλύτερο καταδιωκτικό του πολέμου. Τον Φεβρουάριο του 1944 ο Τσακ πήρε μέρος στην πρώτη του αποστολή, και στις 4 Μαρτίου καταρρίπτει το πρώτο του γερμανικό καταδιωκτικό, ένα «Me 109», πριν και ο ίδιος καταρριφθεί την επομένη κοντά στο Μπορντώ. Χρησιμοποιώντας το αλεξίπτωτό του πέφτει σε δασώδη περιοχή, όπου για καλή του τύχη ένας ξυλοκόπος θα τον φέρει σε επαφή με τους Μακί. Εκεί μετακινούμενος συνεχώς από κρυψώνα σε κρυψώνα θα δείξει στους Γάλλους αντιστασιακούς πως να χρησιμοποιούν τους πυροκροτητές στα εκρηκτικά, κάτι που είχε μάθει από τον πατέρα του, που είχε μια μικρή επιχείρηση εξόρυξης φυσικού αερίου.
Στις 23 Μαρτίου 1944, ο Τσακ Γέγκερ μαζί με τρεις ακόμα Αμερικανούς αεροπόρους δραπετεύει με τη βοήθεια των Μακί από την κατεχόμενη Γαλλία μέσα από τα Πυρηναία στην ουδέτερη Ισπανία, και από εκεί θα ενωθεί και πάλι με τη μονάδα του στην Αγγλία, όπου θα συναντηθεί με τον ανώτατο διοικητή των συμμαχικών δυνάμεων στρατηγό Ντουάιτ Αϊζενχάουερ για μια μικρή εξυπηρέτηση: Ζητά να μείνει στο ίδιο θέατρο του πολέμου, παρά τον κανονισμό που απαγόρευε σε καταρριφθέντες αεροπόρους να παραμένουν μετά τη σωτηρία τους στη ίδια πολεμική ζώνη, και ξαναβρέθηκε πάνω από την Γαλλία τον Αύγουστο του 1944. Έχοντας άριστα αντανακλαστικά και όραση αετού, θα καταρρίψει μόνο σε μια ημέρα πέντε γερμανικά «Me109» στις 12 Οκτωβρίου 1944, και άλλα τέσσερα «FW 190» στις 27 Νοεμβρίου, ενώ θα μοιραστεί με συνάδελφό του την κατάρριψη και ενός άλλου. «Εκείνη η ημέρα ήταν τ’ όνειρο ενός πιλότου δίωξης. Στη μέση του ουρανού, στην αερομαχία έκανα αυτό για το οποίο είχα γεννηθεί», θα πει χρόνια αργότερα. Λίγες ημέρες πιο πριν έχει ρίξει και ένα «Me 262» της Λουφτβάφε, που ήταν το πρώτο στον κόσμο αεριωθούμενο μαχητικό και προξένησε ζημιές σε άλλα δυο.
Συνολικά στον Β’ΠΠ θα καταρρίψει 12,5 εχθρικά αεροπλάνα, σε 64 πολεμικές αποστολές και 270 ώρες πτήσης. Τον Φεβρουάριο του 1945 επιστρέφει σπίτι και θα παντρευτεί την αγαπημένη του Γκλένις, της οποίας τ’ όνομα ήταν ζωγραφισμένο στην άτρακτο όλων των Μάσταγκ που πετούσε στον πόλεμο.
Σπάζοντας το φράγμα του ήχου
«Αυτοί που δεν θέλουν ν’ αλλάξουν κάτι στη ζωή τους ακολουθούν κανόνες, ενώ αυτοί που θέλουν, δημιουργούν τους δικούς τους», συνήθιζε να λέει. Με αυτό το σκεπτικό τον Σεπτέμβριο του 1945 άρχισε να εκπαιδεύεται στο πρώτο αμερικανικό αεριωθούμενο το «P-80A Shooting Star». Μετά τον πόλεμο η εξέλιξη των μαχητικών ήταν ραγδαία. Παρά το γεγονός πως υστερούσε σε ακαδημαϊκές γνώσεις, η δεξιοτεχνία του ως πιλότου τον έκανε «να δημιουργήσει τους δικούς του κανόνες», έτσι ώστε τον Ιούνιο του 1947 επιλέχθηκε ως πιλότος δοκιμών για να προσπαθήσει να περάσει στην ιστορία ως ο πρώτος άνθρωπος που θα υπερέβαινε την ταχύτητα του ήχου μ’ ένα πειραματικό αεροσκάφος-πύραυλο το «Bell X-1». Ήταν ο κατάλληλος άνθρωπος την κατάλληλη στιγμή. Παρέμενε ήρεμος και συγκεντρωμένος στις πιο στρεσογόνες καταστάσεις. Το «X-1» πρόγραμμα ήταν από μόνο του αγχωτικό, και πολλοί ειδικοί θεωρούσαν πως το «φράγμα του ήχου» ήταν αδιαπέραστο.
Στις 29 Αυγούστου 1947, ο Τσακ Γέγκερ με το πυραυλοκίνητο «X-1», θα αγγίξει τα 0,85 Μαχ, θεωρητικά κοντά στο να ξεπεράσει την ταχύτητα του ήχου, παρόλο που το αεροσκάφος σειόταν πάνω-κάτω, ενώ στις 10 Οκτωβρίου έχασε προς στιγμή τον έλεγχο στα πηδάλια συνδυασμού διεύθυνσης και ανόδου καθόδου, από το ωστικό κύμα του κινητήρα. Όμως ήταν πολύ κοντά στον στόχο, στα 0,997 Μαχ!
Τέσσερις ημέρες αργότερα κάτω από τον καυτό ήλιο της ερήμου Μοχάβι στην νοτιοανατολική Καλιφόρνια είχε έρθει η στιγμή που ο Τσακ ξεπέρασε κάθε προσδοκία. Ένα βαρύ τετρακινητήριο ελικοφόρο βομβαρδιστικό «B-29» απογειώθηκε κουβαλώντας κάτω από την άτρακτο το μικροσκοπικό «Bell X-1». Όταν έφθασε στο επιθυμητό ύψος ο Τσακ Γέγκερ μέσα από μια καταπακτή στο χώρο αποθήκευσης βομβών κατέβηκε στο πορτοκαλί αεροσκάφος του και δέθηκε στο κάθισμα. Όλα ήταν έτοιμα. Το βομβαρδιστικό απέρριψε το πολύτιμο φορτίο του και ο Γέγκερ εκκίνησε τους τέσσερις θαλάμους καύσης του κινητήρα, επιταχύνοντας προς τα πάνω, και στη συνέχεια έκλεισε τους δυο. Τα όργανα έδειχναν 0,83, 0, 88 και 0, 92 Μαχ. Με μικρές προσαυξήσεις της ταχύτητας έλεγχε αποτελεσματικά το αεροπλάνο. Στα 12.800 μέτρα επανεκκίνησε τον τρίτο θάλαμο καύσης και το «X-1» όρμησε προς τα 0,98 Μαχ, και τότε στα 13.000 μέτρα η βελόνα του ταχύμετρου αναπήδησε μπροστά στα 1,06 Μαχ (1126 χλμ/ανά ώρα). Το φράγμα του ήχου είχε ξεπεραστεί. Το επίτευγμα αυτό στη Ιστορία της Πτήσης μπορεί να συγκριθεί με το κατόρθωμα των αδελφών Ράιτ.
«Καθώς πετάς το αεροπλάνο δεν ακούς την ηχητική έκρηξη στο πιλοτήριο. Το ωστικό κύμα από τις πτέρυγες απομακρύνεται στο έδαφος, και αυτό ακούν όσοι βρίσκονται εκεί», θα πει χρόνια μετά ο ταξίαρχος Γέγκερ.
Τα επόμενα χρόνια συνέχισε να πετά με πειραματικά αεροσκάφη και στις 12 Δεκεμβρίου 1953, παραλίγο να σκοτωθεί όταν το «Bell X-1A» πιάνοντας τα 2,44 Μαχ, ταχύτητα διπλάσια της ταχύτητας του ήχου, άρχισε να στροβιλίζεται ανεξέλεγκτο πέφτοντας 15.544 μέτρα σε 51 δευτερόλεπτα από ύψος 24.384 μέτρων προτού κατορθώσει να το επαναφέρει σε ελεγχόμενη πτήση.
Το 1962 ήταν επικεφαλής του διαστημικού προγράμματος της Αμερικανικής Αεροπορίας, αλλά δεν μπορούσε να πάρει ο ίδιος μέρος σε αυτό ως αστροναύτης γιατί είχε μόνο απολυτήριο γυμνασίου. Το 1966 βρέθηκε στις Φιλιππίνες επικεφαλής πτέρυγας μάχης και από εκεί πέταξε συνολικά σε 127 πολεμικές αποστολές στο Βιετνάμ.
Το 1983 η ζωή του έγινε ταινία (The Right Stuff), με τον ίδιο να έχει ένα μικρό ρόλο.
Στις 14 Οκτωβρίου 2012 σε ηλικία 89 ετών φόρεσε και πάλι τη φόρμα του πιλότου και πέταξε από αεροπορική βάση στη Νεβάδα στο πίσω κάθισμα ενός μαχητικού ως ανάμνηση της επικής του πτήσης το 1947.
Τη Δευτέρα 7 Δεκεμβρίου 2020, «απογειώθηκε» για τελευταία φορά στα 97 του χρόνια.
Όπως έγραψε κάποιος στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης «παρόλο τα φτωχικά παιδικά χρόνια στα δάση της Δυτικής Βιρτζίνιας, ο Γέγκερ έγινε άσος πιλότος δίωξης, θρυλικός πιλότος δοκιμών, ηγέτης και εμβληματική φυσιογνωμία για γενεές, κάνοντας αυτό που αγαπούσε: Να πετά. Αυτή είναι η αμερικανική ιστορία του, που μας εμπνέει και μας διδάσκει να κοιτάμε πάντα στους ουρανούς».