Το πέρας της πανδημίας θα σημάνει άραγε ότι η δεκαετία του 2020 θα είναι μια εποχή ευδαιμονίας, καταναλωτισμού, αλλά και τεχνολογικής καινοτομίας, όπως συνέβη και στον απόηχο της ισπανικής γρίπης το 1920;
Η πιθανότητα αυτή είναι υπαρκτή, σύμφωνα με άρθρο του περιοδικού Bloomberg Businessweek, που διαπιστώνει ότι το 2020 απέδειξε πως η οικονομία και η κοινωνία είναι ικανές να προοδεύσουν, ακόμη και υπό αντίξοες συνθήκες. «Ο κόσμος του 2021 θυμίζει σε πολλά εκείνον του 1920. Οι μετοχές διατηρούν την αξία τους, παρά τη στασιμότητα της κερδοφορίας, οι φυλετικές σχέσεις στις ΗΠΑ είναι τεταμένες και η καχυποψία είναι έντονη απέναντι στους διεθνείς θεσμούς», λέει ο οικονομολόγος του Πανεπιστημίου Ράτγκερς, Γιουτζίν Ουάιτ.
Η δεκαετία του 1920 είχε ξεκινήσει άσχημα για τις ΗΠΑ. Περισσότεροι από 675.000 Αμερικανοί υπέκυψαν από την ισπανική γρίπη, με τη χώρα να εισέρχεται σε περίοδο οικονομικής ύφεσης διάρκειας 18 μηνών. Το οικονομικό θαύμα της δεκαετίας αυτής ξεκινά τον Ιούλιο του 1921, με εκτόξευση της κερδοφορίας του χρηματιστηρίου.
Το φετινό καλοκαίρι ενδέχεται να θυμίζει εκείνο του 1921, εφόσον η εκστρατεία εμβολιασμού διατηρήσει τον ρυθμό της. Σε μία προσπάθεια να εκμεταλλευθεί την προσδοκώμενη χαλάρωση, η εταιρεία κρουαζιέρας Carnival σχεδιάζει να αρχίσει την πώληση εισιτηρίων στις αρχές Απριλίου για το μεγαλύτερο πλοίο του στόλου της, με 5.200 επιβάτες. Οι απαλλαγμένοι από απαγορεύσεις Αμερικανοί αναμένεται να συμπεριφερθούν σαν ήρωες του Φ. Σκοτ Φιτζέραλντ, «ζώντας τη στιγμή».
Ο έρωτας και το αλκοόλ δεν αρκούν, όμως, για να τροφοδοτήσουν μια δεκαετία ανάπτυξης. Οι αισιόδοξοι εκτιμούν ότι οι τεχνολογικές καινοτομίες, που υιοθετήθηκαν εν μέσω πανδημίας, όπως οι τεχνολογίες τηλεργασίας και το ηλεκτρονικό εμπόριο, θα συνεχίσουν να είναι πηγές κερδοφορίας και ανάπτυξης μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων.
Σύμφωνα με την εταιρεία αναλυτών Cowen Research, περισσότερες από το ήμισυ των εταιρειών αναφέρουν ότι βρίσκονται στο πρώτο στάδιο μετάβασης σε αμιγώς ψηφιακό περιβάλλον. Αλλοι επισημαίνουν, όμως, ότι κάθε σύγκριση με τη δεκαετία του 1920 είναι άστοχη, καθώς οι ιστορικής κλίμακας τεχνολογικές καινοτομίες των αρχών του 20ού αιώνα, όπως η ηλεκτροδότηση και η μηχανή εσωτερικής καύσης, πυροδότησαν μακροπρόθεσμη οικονομική ανάπτυξη και μεταμόρφωσαν ριζικά την κοινωνία και τις εργασιακές σχέσεις της εποχής, κάτι το οποίο οι σημερινές τεχνολογίες αιχμής δεν αναμένεται να επιτύχουν.
Η έρευνα του οικονομολόγου Ρόμπερτ Γκόρντον του Πανεπιστημίου Νορθουέστερν δείχνει ότι ο ρυθμός ανάπτυξης της αμερικανικής οικονομίας τη δεκαετία του 1920 παρέμεινε λίγο-πολύ σταθερός μέχρι και το 1973. Κάτι τέτοιο δεν αναμένεται για τη δεκαετία του 2020.
Η δεκαετία του 1920, γνωστή και ως «roaring twenties», ήταν τέτοια χάρη στην ευρύτατη διασπορά των τεχνολογικών καινοτομιών στην κοινωνία. Ο μεταρρυθμιστικός προοδευτισμός του Νιου Ντιλ του Ρούζβελτ στις αρχές της δεκαετίας του 1930 κατέστη δυνατός χάρη στην παρεμβατική φύση του αμερικανικού κράτους. Η δεκαετία του 1920 είναι μία δεκαετία με δύο πρόσωπα, λέει ο Γκόρντον. Είναι εποχή απελευθέρωσης: οι γυναίκες αποκτούν δικαίωμα ψήφου, φορούν κοντές φούστες και παντελόνια, καπνίζουν και πίνουν.
Το κοινό ανακαλύπτει μαύρους ποιητές, συγγραφείς και μουσικούς. Παρ’ όλα αυτά, οι γυναίκες συνεχίζουν να στενάζουν κάτω από τον ζυγό της πατριαρχίας και οι μαύροι πέφτουν θύματα άγριων δολοφονιών στον Νότο. Ο μεταναστευτικός νόμος του 1924 κλείνει τις πύλες των ΗΠΑ σε Ασιάτες μετανάστες, καθώς και σε όσους προέρχονται από την Κεντρική και την Νότια Ευρώπη. Το ρατσιστικό νομοσχέδιο επικροτεί και ο Αδόλφος Χίτλερ στο «Ο Αγών μου». Την ίδια ώρα, οι εισοδηματικές ανισότητες ενισχύονται και το χάσμα μεταξύ των τάξεων διευρύνεται. Η γεωργική παραγωγή δέχεται ισχυρό πλήγμα από την υποχώρηση των τιμών αγροτικών προϊόντων κατά 53% εξαιτίας της ύφεσης του 1920-21.
Το σημαντικότερο δίδαγμα που πρέπει να αντλήσουμε από τη δεκαετία του 1920 αφορά τους κινδύνους του απομονωτισμού. Παρότι οι ΗΠΑ αναδείχθηκαν στον μεγαλύτερο δανειστή των κρατών της πρώην Αντάντ στον απόηχο του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η Ουάσιγκτον απέφυγε να αναλάβει τις διεθνείς ευθύνες της.
Η συντηρητική πτέρυγα του Κογκρέσου εμπόδισε τις ΗΠΑ να ενταχθούν στην Κοινωνία των Εθνών. Η άτεγκτη νομισματική πολιτική της Ουάσιγκτον υποχρέωσε τους πρώην συμμάχους της να αποπληρώσουν στο σύνολό τους τα δάνεια που έλαβαν κατά τη διάρκεια του πολέμου.
Η ευκολότερη λύση για τη Βρετανία και τη Γαλλία ήταν η απαίτηση πολεμικών αποζημιώσεων από τη Γερμανία, καταδικάζοντας την οικονομία της σε υπερπληθωρισμό και πολιτική αναταραχή, ευνοώντας την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία.
Εκτοτε, τα πράγματα έχουν ασφαλώς αλλάξει πολύ. Οι ΗΠΑ είναι σήμερα μια χρεωμένη χώρα, η οποία καταναλώνει περισσότερα από όσα παράγει. Η ομοιότητα έγκειται στο γεγονός ότι η Ουάσιγκτον δεν μπορεί τώρα –όπως και τη δεκαετία του 1920– να αποφύγει τις ευθύνες που απορρέουν από την οικονομική πρωτοκαθεδρία της.
Η χώρα έμοιαζε να έχει διδαχθεί το μάθημα αυτό μετά το 1945, συμμετέχοντας ενεργά στη δημιουργία του ΟΗΕ, του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας και ενισχύοντας τις εμπορικές σχέσεις. Χώρες όπως η Γαλλία και η Γερμανία εγκατέλειψαν τις ιμπεριαλιστικές τους βλέψεις για να εστιάσουν στην ποιότητα ζωής των πολιτών.
Η τετραετία Τραμπ οδήγησε, όμως, σε αναβίωση του απομονωτισμού και της ιδεολογίας «η Αμερική πάνω απ’ όλα», σλόγκαν της προεκλογικής εκστρατείας του Ουόρεν Χάρντιγκ το 1920 και μετέπειτα σύνθημα των φιλικά προσκείμενων στους ναζί οπαδών της ουδετερότητας της χώρας στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η Ιστορία έχει πολλά να μας διδάξει, ενώ ένα από τα σημαντικότερα είναι ότι η πανδημία του κορωνοϊού –όπως και η ισπανική γρίπη– θα αφήσει ανεξίτηλα σημάδια στην κοινωνία, διευρύνοντας τις ανισότητες και πυροδοτώντας νέα και ενίοτε επικίνδυνα κινήματα αμφισβήτησης.