Τι έχει προτεραιότητα, η υγεία ή μήπως η οικονομία; Μπορεί να είναι υγιής η κοινωνία χωρίς να είναι βιώσιμη η οικονομία; Από την άλλη, είναι δυνατόν να αναπτύσσεται η οικονομία χωρίς υγιείς, σωματικά και ψυχικά, εργαζόμενους και κερδοφόρες επιχειρήσεις;

Τα ερωτήματα αυτά δεν είναι, βεβαίως, καινούρια και έχουν τεθεί στο τραπέζι εδώ και μήνες, ήδη από την περίοδο του πρώτου κύματος της πανδημίας και του πρώτου lockdown, την περασμένη άνοιξη. Καθώς όμως ο ιός επιμένει, ο εμβολιασμός είναι μια μακρόσυρτη διαδικασία και η δημιουργία του «τείχους ανοσίας» απέχει ακόμη αρκετούς μήνες, η συζήτηση γύρω από αυτά ανακυκλώνεται και εντείνεται.

Πολύ περισσότερο καθώς τα στοιχεία, οι εξελίξεις και οι προοπτικές σε διάφορα μέτωπα ενεργοποιούν αυτομάτως τον συναγερμό στα οικονομικά και πολιτικά επιτελεία – έστω κι αν προσπαθούν με κάθε τρόπο να το κρύψουν. Ένα από αυτά είναι, αναμφίβολα, η συσσώρευση του χρέους σε επίπεδα που έχουν καταγραφεί ιστορικά μόνο σε περιόδους πολέμου.

Δύο αριθμοί-σοκ

Ιδού δύο εξαιρετικά αποκαλυπτικά και εξόχως ανησυχητικά στοιχεία. Πρώτον, το συνολικό παγκόσμιο χρέος – δημόσιο και ιδιωτικό – διαμορφώθηκε στο τέλος του 2020, όπως δείχνουν οι τελευταίες εκτιμήσεις του IIF (Institute of International Finance), στο ιλιγγιώδες ποσό των 277 τρις. δολαρίων. Ένα ποσό το οποίο, ούτε λίγο ούτε πολύ, αντιστοιχεί στο 365% του παγκόσμιου ΑΕΠ!

Δεύτερον, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Bloomberg, οι δέκα μεγαλύτερες οικονομίες του πλανήτη καλούνται να εξοφλήσουν φέτος ένα «λογαριασμό» της τάξης των 13 τρισ. δολαρίων. Όσο είναι δηλαδή το ύψος του κεφαλαίου και των τόκων από τα δανεικά που έχουν λάβει που τυπικά πρέπει να εξυπηρετηθεί (με αποπληρωμή ή αναχρηματοδότηση) εντός του 2021 – ποσό κατά 51% αυξημένο σε σύγκριση με το αντίστοιχο του 2020.

«Οι υπέρμαχοι του χρέους, που πιστεύουν ότι μπορούμε να συνεχίσουμε με αυτά τα πολύ μεγάλα δημοσιονομικά ελλείμματα χωρίς να υπάρξουν επιπτώσεις, πλανώνται», δηλώνει εμφανώς ανήσυχος ο πρώην επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ, Κένεθ Ρόγκοφ, σε συνέντευξή του προς την εφημερίδα Handelsblatt. Ο ίδιος προειδοποιεί, επίσης, ότι «πολλά κράτη και στην Ευρώπη, δεν θα είναι σε θέση» να ανταπεξέλθουν σε αυτό το βουνό του χρέους και να επιστρέψουν στην ανάπτυξη.

«Εάν η Δύση επιλέξει τον ιαπωνικό δρόμο, δηλαδή να καταστήσει βιώσιμο το τεράστιο δημόσιο και ιδιωτικό χρέος με μαζικές παρεμβάσεις και ενέσεις, τότε θα έχει ένα πρόβλημα. Η μετατροπή σε ζόμπι μεγάλου τμήματος των οικονομιών της θα πλήξει την παραγωγικότητα και αποτελεσματικότητά τους», σημειώνει ο ίδιος, αφήνοντας να εννοηθεί ότι κάποια στιγμή – και μάλλον σύντομα – πρέπει να τελειώσουν οι επιχειρήσεις διάσωσης, κυρίως των επιχειρήσεων που δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα.

Η καλή και η κακή είδηση

Η καλή είδηση είναι, βεβαίως, ότι η «φούσκα» αυτή δεν πρόκειται να σκάσει άμεσα, καθώς η κατάσταση έκτακτης ανάγκης συνεχίζεται, ενώ κεντρικές τράπεζες και επενδυτές μοιάζουν να παραμένουν στο πλευρό κυβερνήσεων και εταιρειών, συνεχίζοντας να αγοράζουν χρεόγραφα. Η κακή είδηση, από την άλλη, είναι πως αργά ή γρήγορα το «δίχτυ προστασίας» και το παραβάν που καλύπτει την πραγματικότητα θα αφαιρεθούν και τότε ο καθένας θα βρεθεί αντιμέτωπος με αυτό που δεν θέλει σήμερα να παραδεχθεί.

Δίπλα δε στην καλή και την κακή είδηση, υπάρχει και μία βεβαιότητα: Ο πλανήτης δεν θα καταφέρει ποτέ να κατέβει ομαλά από αυτό το βουνό του χρέους, χωρίς γενναίες αναδιαρθρώσεις και «κουρέματα». Ειδικά οι αναπτυσσόμενες χώρες, που δεν διαθέτουν δολάρια και αεροπλανοφόρα, όπως οι υπερχρεωμένες ΗΠΑ (που φέτος καλούνται να βρουν 7,7 τρισ. για να εξυπηρετήσουν το χρέος τους).

Το παράδειγμα της Βραζιλίας, της οποίας ο πρόεδρος (και θαυμαστής του Τραμπ) Ζαΐχ Μπολσονάρου παραδέχθηκε ότι ουσιαστικά έχει χρεοκοπήσει, μαρτυρά του λόγου το αληθές και αναδεικνύει το μέγεθος του προβλήματος. Του ενός από όλα όσα προκάλεσε ή όξυνε η νέα κρίσης της πανδημίας.

Γράψτε το σχόλιό σας

Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο