Οι κάτοικοι της παραθαλάσσιας κοινότητας του Σάντι Κόουβ στον Καναδά διηγούνται στα παιδιά τους την ιστορία ενός μυστήριου ανθρώπου που είχε ζήσει ανάμεσά τους, αφότου το σώμα του ξεβράστηκε στην ακτή. Η κάθε γενιά διηγείται την ιστορία στην επόμενη. Τον Σεπτέμβριο του 1863 – κατά άλλους 23 Αυγούστου – δύο άνδρες που εργάζονταν στο κτήμα τους κοντά στην θάλασσα, παρατήρησαν μια βάρκα να παρασύρεται από τα κύματα και να πλησιάζει την ακτή. Την επόμενη ημέρα, ένα 8χρονο αγόρι που έπαιζε στην παραλία ανακάλυψε τα συντρίμμια της βάρκας. Ανάμεσά τους ήταν ένας νεαρός άνδρας.
Έπασχε από υποθερμία. Δίπλα του είχε μία κανάτα με νερό και μερικά μπισκότα και ήταν ακρωτηριασμένος από τα γόνατα και κάτω. Το παιδί ενημέρωσε τους δύο άνδρες που βρίσκονταν στο χωράφι και βοήθησαν να τον μεταφέρουν στην κοινότητα. Τα πόδια του είχαν ακρωτηριαστεί πρόσφατα αλλά δεν υπήρχε κίνδυνος μόλυνσης. Ήταν καλυμμένα από γάζες. Ο τοπικός ιατρός συμπέρανε πως την επέμβαση είχε πραγματοποιήσει έμπειρος χειρουργός.
Όταν ρώτησαν τον άνδρα από πού ήρθε, εκείνος δεν απάντησε. Δεν ήξερε αγγλικά ή κάποια άλλη γλώσσα. Άρχισαν να τον φωνάζουν Ιερεμία επειδή όταν τον ρώτησαν το όνομά του εκείνος απάντησε με μουγκρητά – φαινόταν να του θυμίζει κάτι, το όνομα αυτό. Κάθε οικογένεια φιλοξενούσε τον άνδρα στο σπίτι της για μερικά χρόνια, προτού πάει στην επόμενη. Οι τοπικές αρχές διέθεταν δύο καναδικά δολάρια την εβδομάδα στην κάθε οικογένεια που φιλοξενούσε τον Ιερεμία, για να βοηθήσει. Έζησε με αυτόν τον τρόπο 49 χρόνια στην μικρή κοινότητα. Δεν μιλούσε ποτέ με τους κατοίκους αλλά ήταν πολύ συμπαθής. Συνήθως βοηθούσε τα μέλη των οικογενειών που τον φιλοξενούσαν κάνοντας διάφορες δουλειές και έπαιζε με τα παιδιά.
Οι κάτοικοι του έκαναν συχνά δώρα όπως φρούτα και καπνό. Συχνά έφταναν στην κοινότητα ναύτες και θαλασσοπόροι από διάφορα μέρη του κόσμου προκειμένου να μιλήσουν μαζί του και να καταλάβουν από πού είναι. Για να δουν τον μυστηριώδη άνδρα έπρεπε να πληρώσουν την οικογένεια. Παρ’ όλο που δεν απάντησε ποτέ στις ερωτήσεις των ταξιδιωτών, οι κάτοικοι πιστεύουν πως ήταν Ευρωπαίος λόγω των μορφασμών που έκανε όταν άκουγε γαλλικά και ιταλικά και λόγω της εμφάνισής του.
Πέθανε τον Απρίλιο του 1912 σε άγνωστη ηλικία, περίπου 75 με 80 ετών. Μερικοί πιστεύουν πως πέθανε την ίδια ημέρα που βυθίστηκε ο Τιτανικός. Ποτέ δεν κατάλαβαν εάν δεν μπορούσε να μιλήσει ή απλώς δεν ήθελε. Μέσα στα χρόνια έχουν διατυπωθεί διάφορες εικασίες για την καταγωγή του και το παρελθόν του, στο σημείο που οι φήμες έχουν μπερδευτεί με την πραγματικότητα. Κατά την διάρκεια της διαμονής του σε μία οικογένεια λέγεται πως συνέβη ένα περίεργο γεγονός. Δύο καλοντυμένες γυναίκες έφτασαν στην κοινότητα και ζήτησαν να μιλήσουν με τον άνδρα μόνες τους. Η οικογένεια που τον φιλοξενούσε κρυφάκουσε την συζήτηση που έγινε μεταξύ τους.
Μιλούσαν πολύ σιγά, σε γλώσσα που δεν είχαν ξανακούσει ποτέ. Όταν οι γυναίκες έφυγαν, είπαν στην οικογένεια: «Αυτός είναι καλά εδώ». Δεν επέστρεψαν ποτέ. Κάποιοι λένε πως ήταν ναυτικός του στρατού, πως έχασε τα πόδια του σε πόλεμο ή στον πάγο και χρειάστηκε να τον εγκαταλείψουν επειδή τους κατέστη βάρος. Άλλοι λένε πως ήταν ναυτικός και πως τιμωρήθηκε για ανταρσία.
πηγή : mixanitouxronou.gr: