Ας υποθέσουμε ότι είστε πολύ νέος, γύρω στα 18-19, διασκεδάζετε με φίλους σας σε μία συναυλία, πίνετε πολύ, ίσως να καταναλώνετε και άλλες ουσίες, και τελικά πάνω στο κέφι, κανείς δεν θυμάται πια πως ακριβώς συνέβη αυτό, βρίσκεστε ημίγυμνος στη σκηνή και χορεύετε. Οι φίλοι σας τα βρίσκουν διασκεδαστικά όλα αυτά, απαθανατίζουν το περιστατικό με το κινητό τους και το ανεβάζουν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Πολύς κόσμος το βλέπει και φυσικά το αντιμετωπίζει με χιούμορ. Δέκα χρόνια αργότερα έχετε ιδρύσει μία σοβαρή επιχείρηση, είστε στην κρίσιμη φάση που φτιάχνετε το πελατολόγιό σας και ξαφνικά διαπιστώνετε ότι το πρώτο που βρίσκει ο ενδιαφερόμενος, γκουγκλάροντας το όνομά σας, είναι το βίντεποο στο οποίο εμφανίζεστε ημίγυμνος και μεθυσμένος. Πρόβλημα; Προφανώς.
«Ο άνθρωπος είναι κοινωνικό ον και η εικόνα που έχουμε για τον εαυτό μας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη γνώμη άλλων», λέει η Γερμανίδα υπουργός Δικαιοσύνης Κριστιάνε Λάμπρεχτ. «Αν συνεχίζετε τις νεανικές αμαρτίες σας εφ’ όρου ζωής, κανείς δεν σας αντιμετωπίζει ως υπεύθυνο μέλος της κοινωνίας». Με απλά λόγια, επισημαίνει η υπουργός, το ψηφιακό «δικαίωμα στη λήθη» σημαίνει ότι έχετε κι εσείς το δικαίωμα να αναπτύξετε την προσωπικότητά σας, να μάθετε από τα λάθη σας, να αφήσετε πίσω σας νεανικές αμαρτίες… Στον αναλογικό κόσμο η λήθη είναι ο κανόνας και η επίμονη ανάμνηση αποτελεί εξαίρεση. Ωστόσο στον ψηφιακό κόσμο συμβαίνει το αντίθετο: η ανάμνηση είναι ο κανόνας, σημαντικές και ασήμαντες πληροφορίες διοχετεύονται στο διαδίκτυο χωρίς διαφοροποίηση. «Από τη στιγμή που τίποτα δεν ξεχνιέται και τίποτα δεν σβήνεται, χρειαζόμαστε συγκεκριμένα εργαλεία που θα μας δώσουν τη δυνατότητα να επιβάλουμε τη λήθη», λέει ο Καρλ Νίκολαους Πάιφερ, καθηγητής Νομικής στο Πανεπιστήμιο της Κολωνίας. Τα τελευταία χρόνια το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έχει επιβάλει δεσμευτικούς κανόνες στην κατεύθυνση αυτή, αναβαθμίζοντας το «δικαίωμα στη λήθη» σε θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα και προσαρμόζοντας την ψηφιακή εξέλιξη στις επιταγές της αναλογικής πραγματικότητας. «Το δικαίωμα στη λήθη αποτελεί πλέον κεντρικό άξονα του νομικού πλαισίου για την προστασία του δικαιώματος επί της (ιδίας) προσωπικότητας», λέει η υπουργός Δικαιοσύνης Κριστιάνε Λάμπρεχτ.
Τι περιλαμβάνει το δικαίωμα στη λήθη;
Πρωτοπόρος στην κατοχύρωση του «δικαιώματος στη λήθη» ήταν ο Αυστριακός νομικός Βίκτορ Μάγιερ Σένμπεργκερ. Ήδη από τα τέλη του 2000 είχε διατυπώσει το αίτημα να συνοδεύεται κάθε δημοσίευση στον ψηφιακό κόσμο από μία ημερομηνία λήξης, κατά την οποία θα διαγράφεται αυτομάτως ή έστω μετά από εύλογο χρονικό διάστημα. Μέχρι στιγμής το αίτημα αυτό δεν έχει ικανοποιηθεί. Ωστόσο το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έχει εκδώσει ενδιαφέρουσες αποφάσεις σε αυτή την κατεύθυνση. Το 2014 το Δικαστήριο δικαίωσε έναν Ισπανό πολίτη που απαιτούσε από την Google να διαγράψει παλαιότερες δημοσιεύσεις για το άτομό του από τα αποτελέσματα που εμφανίζονται στην αναζήτηση. H θεμελιώδης αυτή απόφαση ενθάρρυνε και άλλους Ευρωπαίους να αναζητήσουν νομική προστασία στο δικαστήριο του Λουξεμβούργου.
Το 2018 το δικαίωμα στη λήθη κατοχυρώθηκε ρητώς σε νέα ευρωπαϊκή οδηγία για την προστασία των προσωπικών δεδομένων. Έκτοτε, εξηγεί ο δικηγόρος Κρίστιαν Μένσινγκ, τα δικαστήρια καλούνται να σταθμίσουν «ανάμεσα στο δικαίωμα για προστασία της προσωπικής και οικογενειακής ζωής ή δικαιώματα τρίτων από τη μία πλευρά και στην ελευθερία του επιχειρείν που επικαλείται η μηχανή αναζήτησης από την άλλη πλευρά». Με απλά λόγια: Δεν αναγνωρίζεται αυτόματη και αυτονόητη υποχρέωση διαγραφής προσωπικών στοιχείων. Τα στοιχεία διαγράφονται μόνον εφόσον δεν συντρέχουν ειδικοί λόγοι για το αντίθετο, για παράδειγμα «λόγοι δημοσίου συμφέροντος». Επιλέον η διαγραφή ισχύει μόνο για την ΕΕ και όχι, για παράδειγμα, για τις ΗΠΑ.
Ο ρόλος της ελευθερίας του Tύπου
Η Γερμανίδα υπουργός Δικαιοσύνης επισημαίνει ότι υπάρχει ένα σοβαρό αντεπιχείρημα στην «ψηφιακή λήθη»: Πρόκειται για την ελευθερία του τύπου, η οποία θεωρείται θεμέλιο της δημοκρατικής λειτουργίας. Αυτό σημαίνει ότι για να διαγράφονται ή να γίνονται λιγότερο προσβάσιμες συγκεκριμένες πληροφορίες, θα πρέπει να συντρέχουν σοβαροί λόγοι. Μία πληροφορία που εξαφανίζεται από τη μηχανή αναζήτησης της Google, δύσκολα μπορεί να εντοπιστεί χωρίς στοχευμένη έρευνα. Γι αυτό άλλωστε, επισημαίνει, ο Αμερικανός νομικός Πολ Σβαρτς, στις ΗΠΑ δεν υπάρχει μία αντίστοιχη «ψηφιακή γομολάστιχα», όπως την αποκαλεί. Η Πρώτη Τροπολογία του Συντάγματος απαγορεύει ρητώς στο Κογκρέσο να εγκρίνει νόμους που περιορίζουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο την ελευθερία της γνώμης, καθώς και την ελευθερία του τύπου. Αν στην Ευρώπη οι δικαστές καλούνται σε κάθε περίπτωση να σταθμίσουν τα έννομα αγαθά, στις ΗΠΑ είναι σαφές ότι υπερτερεί η ελευθερία του τύπου.
Αλλά και στην Ευρώπη η «ψηφιακή λήθη» δεν θεωρείται αυτονόητη. Τον Ιούλιο του 2020 το Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο στη Γερμανία (BGH) είχε αποφανθεί ότι στη συγκεκριμένη υπόθεση υπερτερούσαν λόγοι δημοσίου συμφέροντος και δεν αποδέχθηκε το αίτημα για «ψηφιακή λήθη». Σε καθαρά πρακτικό επίπεδο πάντως, ο δικηγόρος Κρίστιαν Σόλμεκε, ειδικευμένος στο δίκαιο των ΜΜΕ, προειδοποιεί ότι όποιος ζητήσει από τη Google να διαγράψει παλαιότερα ευρήματα στις μηχανές αναζήτησης θα «πρέπει να είναι οπλισμένος με πολλή υπομονή». Πολλές φορές, επισημαίνει, η Google αργεί να απαντήσει στο σχετικό αίτημα ή εκφράζει αντίθετη άποψη. Προφανώς, εκτιμά ο ίδιος, δεν έχουν όλοι τη δυνατότητα να προσφύγουν στη δικαιοσύνη, αναζητώντας νομική προστασία.
Πηγή: DW – Ραχήλ Κλάιν/ Επιμέλεια: Γιάννης Παπαδημητρίου