Το μήνυμα πως η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια έχει γίνει μια χώρα που μπορεί να δώσει λύσεις στις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι Ηνωμένες Πολιτείες στην Ανατολική Μεσόγειο και στα Δυτικά Βαλκάνια, έστειλε ο Αμερικανός πρέσβης Τζέφρι Πάιατ, μιλώντας στο 22ο Capital Link Invest in Greece Forum, που πραγματοποιείται σήμερα και αύριο ψηφιακά, με τίτλο «Η Ελλάδα κοιτάει μπροστά με αυτοπεποίθηση».
«Για χρόνια, η σχέση ΗΠΑ-Ελλάδας χαίρει διακομματικής υποστήριξης και αυτή η στήριξη θα συνεχιστεί καθώς μεταβαίνουμε σε μια νέα διοίκηση στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο εκλεγμένος Πρόεδρος Μπάιντεν και η ομάδα του γνωρίζουν πολύ καλά την Ελλάδα και κατανοούν τον κρίσιμο ρόλο της ως πυλώνα σταθερότητας και ευημερίας στην Ανατολική Μεσόγειο και τα Δυτικά Βαλκάνια» επισήμανε περαιτέρω ο Αμερικανός πρέσβης.
Εξίσου, διαβεβαίωσε πως Ελλάδα και ΗΠΑ θα συνεχίζουν να χτίζουν στα πολύ γερά θεμέλια των τελευταίων ετών και θα αυξήσουν περαιτέρω την οικονομική τους σχέση το 2021.
Ειδική αναφορά έκανε ο επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας στην Ελλάδα στις σχέσεις των δύο χωρών στον ενεργειακό τομέα. Σε αυτό το πλαίσιο, ο Τζέφρι Πάιατ ανακοίνωσε πως διήμερη επίσκεψη θα πραγματοποιήσει αύριο και την Πέμπτη στην Αθήνα ο υπουργός Ενέργειας των ΗΠΑ, Νταν Μπρουλέτ (Dan Brouillette), «που θα χρησιμεύσει ως ακρογωνιαίος λίθος της φετινής πρωτοφανούς προόδου στις ενεργειακές σχέσεις ΗΠΑ-Ελλάδας».
Αναδεικνύοντας τη σημασία που αποδίδουν οι ΗΠΑ στην Ελλάδα σε αυτόν τον τομέα, ο Τζέφρι Πάιατ εστίασε στην κρίσιμο ρόλο της χώρας μας στην ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης.
«Με τον πρόσφατα ολοκληρωμένο Διαδριατικό Αγωγό, τον υπό κατασκευή Διασυνδετήριο αγωγό φυσικού αερίου Ελλάδας – Βουλγαρίας (IGB), που στόχος είναι να ολοκληρωθεί το επόμενο έτος, την πλωτή μονάδα αποθήκευσης και επαναεριοποίησης στην Αλεξανδρούπολη και τις νέες προγραμματισμένες συνδέσεις με τη Βόρεια Μακεδονία, η Ελλάδα και οι γείτονές της επανασχεδιάζουν κυριολεκτικά τον ενεργειακό χάρτη της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, με τη διαφοροποίηση πηγών και διαδρομών» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ειδικότερα, διαμήνυσε πως οι ΗΠΑ θέλουν να είναι μέρος της «τολμηρής πράσινης ατζέντας» που έχει θέσει ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, αναγνωρίζοντας ότι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειες είναι το μέλλον και σημείωσε πως το αέριο θα είναι το καύσιμο μετάβασης.
Επίσης, χαιρέτισε τις συνεχείς μεταρρυθμίσεις της χώρας μας σε αυτόν τον τομέα για την απλούστευση της διαδικασίας αδειοδότησης έργων ανανεώσιμης ενέργειας και εξέφρασε την ελπίδα να πραγματοποιηθούν περισσότερες αμερικανικές επενδύσεις σε αναδυόμενους τομείς όπως η αποθήκευση ενέργειας και τα θαλάσσια αιολικά πάρκα. Επισήμανε μάλιστα πως σε συνδυασμό με τα σχέδια της Ελλάδας για επέκταση των ενεργειακών διασυνδέσεων της και εκσυγχρονισμό των λιμένων της, οι επενδύσεις αυτές θα βοηθήσουν στην προώθηση του ρόλου της Ελλάδας ως κορυφαίου περιφερειακού ενεργειακού κόμβου.
Ξεχωριστή αναφορά έκανε ο Αμερικανός πρέσβης και στην αμυντική συνεργασία Ελλάδας και ΗΠΑ.
«Η διαρκώς αυξανόμενη διμερή σχέση» στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας παρέχει σταθερότητα και βοηθά στην ενίσχυση της εμπιστοσύνης των επενδυτών στην Ελλάδα. Σε αυτό το πλαίσιο, εξέφρασε αφενός την ιδιαίτερη ικανοποίησή του που, για παράδειγμα, το Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ έχει πιστοποιήσει το ναυπηγείο της Σύρου για τη συντήρηση στρατιωτικών σκαφών των ΗΠΑ, και αφετέρου τη σθεναρή υποστήριξή του στις προσπάθειες της αμερικανικής εταιρείας ONEX να ολοκληρώσει τις προσπάθειες για την απόκτηση του ναυπηγείου Ελευσίνα, σε συνεργασία με τον Οργανισμό Οικονομικής Ανάπτυξης (Development Finance Corporation/DFC). Σημείωσε επιπρόσθετα πως μέσω του επερχόμενου προγράμματος εκσυγχρονισμού του Ελληνικού Ναυτικού και της κατασκευής νέων και αναβαθμισμένων φρεγατών, αυτές οι επενδύσεις θα βοηθήσουν να φέρουν νέες και διευρυμένες δυνατότητες στις υπάρχουσες στρατιωτικές δυνάμεις της Ελλάδας και θα ξεκινήσουν μια εγχώρια ναυπηγική βιομηχανία όπου η Ελλάδα παραδοσιακά υπερέχει.
Εστιάζοντας στην οικονομική διάσταση της διμερούς σχέσης, ο Τζέφρι Πάιατ είπε πως οι αμερικανικές εταιρείες έρχονται στην Ελλάδα για να επενδύσουν «λόγω της αξίας και της σταθερότητας που προσφέρει η Ελλάδα και επειδή οι χώρες μας ενώνονται με την πίστη μας στη σκληρή δουλειά, τη δημιουργικότητα και τα κοινά δημοκρατικά ιδανικά μας». Πιο συγκεκριμένα, ανέδειξε τις επενδύσεις των αμερικανικών εταιρειών της Amazon, της Microsoft, της Digital Realty στη χώρα μας στον τομέα της ψηφιακής τεχνολογίας. Στάθηκε ιδιαίτερα στις επενδύσεις των αμερικανικών εταιρειών στη Θεσσαλονίκη. Η Pfizer, Cisco και Deloitte, επεκτείνουν το αποτύπωμά τους στη Θεσσαλονίκη και συμβάλλουν στην ανάπτυξή της ως περιφερειακού κόμβου καινοτομίας, ανέφερε. Οι εταιρείες αυτές επενδύουν στη στρατηγική τοποθεσία της Θεσσαλονίκης ως πύλη προς τα Βαλκάνια, και το εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό που προσφέρουν τα εξαιρετικά εκπαιδευτικά ιδρύματα της πόλης, υπογράμμισε.
Σε αυτό το σημείο, ο Αμερικανός πρέσβης εξήρε την «εξαιρετικά μεγάλη πρόοδο» που έχει σημειώσει ο υπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης Κυριάκος Πιερρακάκης στην ψηφιοποίηση κυβερνητικών διαδικασιών κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Η ελληνική κυβέρνηση αύξησε την προστασία των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, που οδήγησε στην αφαίρεση της Ελλάδας από τη λίστα παρακολούθησης USTR Special 301 τον Απρίλιο, μετά από 12 χρόνια.
Επίσης, αναφέρθηκε στη συμβολή του προγράμματος «Ηρακλής» στις επενδύσεις, λέγοντας πως βοηθά στην είσοδο παγκόσμιων και ιδιαίτερα Αμερικανών επενδυτών στην Ελλάδα, ακόμη και κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Τέλος, αναφερόμενος στο Ελληνικό, είπε πως η Mohegan είναι έτοιμη να ξεκινήσει να εργάζεται για το έργο του καζίνο, το οποίο θα δημιουργήσει 7.000 θέσεις εργασίας και θα προσφέρει εργασία σε πολλές ελληνικές κατασκευαστικές και νομικές εταιρείες, καθώς και σε τράπεζες και άλλες επιχειρήσεις. Εκτίμησε μάλιστα ότι τα επενδυτικά σχέδια της Mohegan θα μεταμορφώσουν τη Ριβιέρα της Αθήνας και θα βοηθήσουν τη χώρα να ανακάμψει μετά την πανδημία.