Σε ψήφισμα που εξέδωσε μετά την ολοκλήρωση των εργασιών της, η Σύνοδος Πρυτάνεων ΑΕΙ διαπιστώνει την αναγκαιότητα επίλυσης του προβλήματος της βίας στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας.
Συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται στην ανακοίνωσή της:
«Η Σύνοδος, παράλληλα, ενημέρωσε την ηγεσία του Υπουργείου για ζητήματα, τα οποία θεωρεί ιδιαίτερα σοβαρά, ενώ έγινε συζήτηση, για πρώτη φορά, αναφορικά με τα ποιοτικά κριτήρια, τα οποία πρέπει τα ΑΕΙ να ακολουθήσουν, ώστε να συνεχίσουν την αποτελεσματική λειτουργία τους με γνώμονα την ακαδημαϊκή αριστεία, την ερευνητική καινοτομία, την εξωστρέφεια και τη διεθνοποίηση.
Σχετικά με τις νομοθετικές πρωτοβουλίες
Η Σύνοδος συζήτησε διεξοδικά τις προτάσεις του Υπουργείου, τόσο για την ασφάλεια, όσο και για τη βάση εισαγωγής στα ΑΕΙ.
Σε ό,τι αφορά το πρόβλημα της βίας και παραβατικότητας, η Σύνοδος αναγνωρίζει την αναγκαιότητα μίας ουσιαστικής, ρεαλιστικής και αποτελεσματικής πρωτοβουλίας για την προστασία, ασφάλεια και φύλαξη των ιδρυμάτων. Διατυπώθηκαν διαφορετικές απόψεις σχετικά με τη μορφή ενίσχυσης της ασφάλειας εντός των ιδρυμάτων και ως προς τον χαρακτήρα και τη διοικητική ένταξη του σώματος πανεπιστημιακής φύλαξης. Η πλειοψηφία των μελών της Συνόδου στέκεται θετικά στην πρόταση περί ελεγχόμενης πρόσβασης ιδιαίτερα στους κρίσιμους χώρους των ΑΕΙ. Αναμένουμε την τελική γραπτή εξειδίκευση της νομοθετικής πρότασης του Υπουργείου ως προς τα ζητήματα ασφάλειας και φύλαξης. Αναφορικά με την πρόταση του Υπουργείου για τον τρόπο υπολογισμού των βάσεων εισαγωγής, εμμένει στην προηγούμενη θετική άποψη που εξέφρασε κατά την έκτακτη σύνοδο της 15ης Δεκεμβρίου.
Επισημαίνεται ότι για πρώτη φορά ζητείται από τα Τμήματα και τις Σχολές των ΑΕΙ να έχουν αποφασιστικό ρόλο σχετικά με τον καθορισμό των βάσεων. Υπήρξε και προβληματισμός, αναφορικά με το ενδεχόμενο να πληγούν Πανεπιστημιακά Τμήματα με τον προτεινόμενο νέο τρόπο υπολογισμού. Για τον λόγο αυτό τα ΑΕΙ αναμένουν την αποστολή εκ μέρους του Υπουργείου των στατιστικών στοιχείων από τις εξετάσεις των τελευταίων ετών, ώστε να υπάρξει ενδελεχής μελέτη πριν καταλήξουμε στην τελική τοποθέτησή μας. Τέλος αναφορικά με τη δυνατότητα συμμετοχής σε κατατακτήριες εξετάσεις των αποφοίτων ΙΕΚ, διευκρινίστηκε από την κ. Υπουργό ότι εναπόκειται στην ευχέρεια της κάθε Συγκλήτου, να αποδεχθεί ή όχι την εισαγωγή αποφοίτων ΙΕΚ στα ΑΕΙ και να αποφασίσει όλα τα περαιτέρω της εφαρμογής της νομοθετικής ρύθμισης. να αποφασίσει δηλαδή το ποσοστό, που μπορεί να κυμαίνεται από 0% έως 5%.
Επιμέρους ζητήματα στα οποία επικεντρώθηκαν οι εργασίες της Συνόδου
-Αναπτύχθηκε ενδελεχώς από τον Πρόεδρο της ΕΘΑΑΕ, Καθ. Περικλή Μήτκα, η πρόταση της Αρχής αναφορικά με τα ποιοτικά κριτήρια και τους δείκτες αποτίμησης της ποιότητας των ΑΕΙ, βάσει των οποίων θα συναφθεί η προγραμματική συμφωνία με την Πολιτεία.
Μετά από γόνιμη συζήτηση αποφασίστηκε η αποστολή σε σύντομο χρονικό διάστημα των θέσεων κάθε ΑΕΙ προς την ΕΘΑΑΕ, ώστε να ολοκληρωθεί η διαδικασία της προγραμματικής συμφωνίας. Η θέση των ΑΕΙ είναι το 80% της επιχορήγησης που θα δίνεται μετά τη συμφωνία να καλύπτει το 100% των ανελαστικών εξόδων κάθε Ιδρύματος και το 20% να δίνεται ανάλογα με την επίτευξη των στόχων, που κάθε ένα θα έχει συμφωνήσει.
-Η Σύνοδος αναγνωρίζει τη θετική στάση του Υπουργείου σε ό,τι αφορά τον αριθμό μελών ΔΕΠ που κατανεμήθηκαν το 2020 στα ΑΕΙ, επισημαίνει όμως την περαιτέρω ανάγκη πολλαπλής στήριξης των Πανεπιστημίων με την ενίσχυση του Τακτικού τους Προϋπολογισμού, τη συνέχιση της άμεσης προκήρυξης θέσεων μελών ΔΕΠ που κενώνονται για οποιοδήποτε λόγο, παράλληλα με την προκήρυξη νέων θέσεων ΔΕΠ, διοικητικού και λοιπού προσωπικού, που απαιτούνται για να καλυφθούν οι ανάγκες, οι οποίες δημιουργήθηκαν τα τελευταία χρόνια από τη ραγδαία αύξηση του αριθμού των φοιτητών/τριών και από την ανάπτυξη νέων Τμημάτων.
Τονίστηκε ειδικότερα η επιτακτική ανάγκη μεταφοράς πιστώσεων από το Υπουργείο Υγείας προς το Υπουργείο Παιδείας για την προκήρυξη θέσεων ΔΕΠ στις Ιατρικές Σχολές και τις Σχολές Επιστημών Υγείας, στο πλαίσιο και των αυξημένων απαιτήσεων λόγω της πανδημίας COVID-19.
Επισημάνθηκε, ακόμη, εκ νέου η κρισιμότητα της έγκρισης Οργανισμών των πανεπιστημίων και κάλυψης των μεγάλων αναγκών σε υποστηρικτικό και διοικητικό προσωπικό.
Τα παραπάνω, μεταξύ άλλων, αποτελούν βασική προϋπόθεση για τη συνεχιζόμενη ανάπτυξη και αξιολόγησή τους ισότιμα με τα υπόλοιπα Ευρωπαϊκά Πανεπιστήμια.
-Η Σύνοδος ασχολήθηκε ιδιαίτερα με το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων, με το οποίο ενσωματώνεται στο Ελληνικό Δίκαιο η Οδηγία (ΕΕ) 2018/2002 για τη διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης και της Δράσης για το Κλίμα και προωθείται η αυστηροποίηση της απαίτησης για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων που μισθώνουν ή αγοράζουν οι δημόσιοι φορείς.
Σε κάθε περίπτωση, η έναρξη ισχύος της συγκεκριμένης διάταξης θα πρέπει να αναθεωρηθεί,ώστε να δίνεται ικανός χρόνος μερικών ετών για την προσαρμογή των κτιρίων στις νέες αυστηρές απαιτήσεις του νόμου. Τέλος, προτείνεται η ανάπτυξη προγραμμάτων ενεργειακής αναβάθμισης, εξοικονόμησης ενέργειας και επενδύσεων ενεργειακής πολιτικής, ενταγμένων στο πρόγραμμα των πράσινων επενδύσεων που προβλέπει το νέο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), τα οποία να απευθύνονται αποκλειστικά στα ΑΕΙ, ώστε το κτιριακό τους απόθεμα να προσαρμοστεί στον στόχο, που έχει τεθεί με χρονικό ορίζοντα το 2023 για την ενεργειακή αναβάθμιση των δημόσιων κτιρίων σε ενεργειακή κατηγορία Β΄.
-Η Σύνοδος αποτιμώντας την εκπαιδευτική διαδικασία κατά το τρέχον εξάμηνο, είχε την ευκαιρία να διαπιστώσει ότι το διδακτικό και διοικητικό προσωπικό των Πανεπιστημίων ανταποκρίθηκε με αίσθημα ευθύνης και προσφοράς απέναντι στις ανάγκες των φοιτητών/φοιτητριών και τις απαιτήσεις της κοινωνίας. Ζητήθηκε από την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας η έκδοση Υπουργικής Απόφασης, που θα επιτρέπει στο κάθε ΑΕΙ να παρατείνει την εκπαιδευτική και εξεταστική του λειτουργία, ανάλογα με τις ανάγκες που θα προκύψουν στα επιμέρους γνωστικά αντικείμενα.
-Η Σύνοδος χαιρετίζει θετικά τις θέσεις του Υπουργείου αναφορικά με τη δυνατότητα ένταξης στο Ταμείο Ανάκαμψης δραστηριοτήτων, που σχετίζονται με τη φοιτητική μέριμνα, την έρευνα και υποδομές και προχώρησε στη σύσταση επιτροπής αποτελούμενης από Πρυτάνεις και Αντιπρυτάνεις, οι οποίοι θα εργασθούν με τα συναρμόδια υπουργεία στην κατεύθυνση εξειδίκευσης προτάσεων».