Προς τράπεζες, Εφορία, Ταμεία, ΟΤΑ
Σε διαδικασία ρύθμισης με τις κοινοποιούμενες διατάξεις υποβάλλονται οι οφειλές των προαναφερόμενων φυσικών προσώπων προς ιδιώτες πιστωτές, οι βεβαιωμένες οφειλές στη φορολογική διοίκηση, οι βεβαιωμένες οφειλές προς τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης α’ και β’ βαθμού, καθώς και οι ασφαλιστικές οφειλές προς τους οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης, όπως έχουν διαμορφωθεί με βάση τις προσαυξήσεις και τους τόκους εκπρόθεσμης καταβολής.
Απαραίτητη προϋπόθεση για τη ρύθμιση των οφειλών προς το Δημόσιο, οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης και ΟΤΑ, σύμφωνα με τις νέες διατάξεις, είναι η υποβολή σε ρύθμιση των οφειλών παράλληλα και προς τους ιδιώτες πιστωτές.
Οφειλές που εντάσσονται
Στη ρύθμιση δύναται να ενταχθούν οφειλές που έχουν γεννηθεί ένα έτος πριν από την κατάθεση της αίτησης στο αρμόδιο δικαστήριο.
Επίσης, εντάσσονται οφειλές, οι οποίες κατά την ημερομηνία κατάθεσης της αιτήσεως του οφειλέτη για την υπαγωγή στην εν λόγω διαδικασία, τελούν σε αναστολή διοικητική, δικαστική ή εκ του νόμου ή έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση ή διευκόλυνση τμηματικής καταβολής, η οποία είναι σε ισχύ.
Σε περίπτωση που ο οφειλέτης έχει ήδη ρυθμίσει τις οφειλές που έχουν ενταχθεί στο Κέντρο Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών (ΚΕΑΟ) με τις ισχύουσες διατάξεις, πρέπει να επιλέξει, εάν θα διατηρήσει τη ρύθμιση αυτή ή θα υπαχθεί στις νέες διατάξεις, δεδομένου ότι δεν είναι δυνατή η παράλληλη χρήση άλλου θεσμικού πλαισίου διευθέτησης οφειλών.
Οφειλές που δεν εντάσσονται
Δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου οφειλές που έχουν δημιουργηθεί κατά το τελευταίο έτος πριν την υποβολή αίτησης υπαγωγής στις διατάξεις αυτές.
Επίσης, δεν συμπεριλαμβάνονται οι οφειλές που δημιουργήθηκαν από αδίκημα οφειλόμενο σε δόλο, βαριά αμέλεια ή σε διοικητικά πρόστιμα-χρηματικές ποινές, καθώς και αυτές που αφορούν υποχρεώσεις διατροφής συζύγου ή ανηλίκου τέκνου.
Διαδικασία Υποβολής Αίτησης Υπαγωγής στο Ειρηνοδικείο
Με τις διατάξεις των παρ. 3 και 4 του άρ. 1 του Ν.4336/2015, με τις οποίες τροποποιούνται οι παρ. 1 και 2 του άρ. 4 του Ν.3869/2010, περιγράφεται η διαδικασία υποβολής της αίτησης υπαγωγής στις εν λόγω διατάξεις.
Με την αρ. 8986/14.10.2015 ΚΥΑ (ΦΕΚ τ.Β’ αρ.2208/14-10-2015), η οποία εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση των προαναφερόμενων διατάξεων, καθορίστηκε το υπόδειγμα της αίτησης και τα συνοδευτικά έγγραφα.
Η σχετική αίτηση, συνοδευόμενη από τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, κατατίθεται στη γραμματεία του αρμόδιου ειρηνοδικείου για έλεγχο, προκειμένου, στη συνέχεια, εφόσον ο φάκελος της υπόθεσης κριθεί από τη Γραμματεία, ως προς το περιεχόμενο της αίτησης και τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, πλήρης, να προσδιοριστεί:
- η ημερομηνία επικύρωσης τυχόν επιτευχθέντος προδικαστικού συμβιβασμού μεταξύ του αιτούντος οφειλέτη και των πιστωτών αυτού, η οποία ορίζεται το αργότερο εντός δύο μηνών από την ημερομηνία ολοκλήρωσης της κατάθεσης της αίτησης, καθώς και
- η ημερομηνία δικασίμου για τη συζήτηση της κύριας αίτησης, η οποία ορίζεται, αντίστοιχα, το αργότερο εντός έξι (6) μηνών, όσον αφορά αιτήσεις της κάτωθι κατηγορίας Α, ενώ όσον αφορά αιτήσεις της κάτωθι κατηγορίας Β, η δικάσιμος ορίζεται το αργότερο εντός δύο (2) μηνών
Η αίτηση του οφειλέτη περιλαμβάνει:
Α. σχέδιο διευθέτησης των οφειλών τόσο προς ιδιώτες πιστωτές όσο και προς πιστωτές φορέων του Δημοσίου, με καταβολές σε σταθερές δόσεις, σε ευέλικτες δόσεις ή εφάπαξ καταβολές ή
Β. αίτημα για διαγραφή οφειλών, εφόσον ο οφειλέτης πληροί τις προϋποθέσεις της παρ.5α του Ν.3869/2010 όπ. ισχ. (η οποία προστέθηκε με την παρ. 13 του εν λόγω άρθρου.), μέσω της προβλεπόμενης διαδικασίας «ταχείας διευθέτησης οφειλών».
Απαγόρευση λήψης/αναστολή εκτέλεσης αναγκαστικών μέτρων
Από την ολοκλήρωση της κατάθεσης της αίτησης του οφειλέτη στο αρμόδιο Ειρηνοδικείο μέχρι την ημέρα επικύρωσης του προδικαστικού συμβιβασμού, κατά την οποία είτε θα συζητηθεί τυχόν αίτημα για έκδοση προσωρινής διαταγής, είτε θα επικυρωθεί τυχόν επιτευχθείς συμβιβασμός μεταξύ του αιτούντος οφειλέτη και των πιστωτών αυτού, απαγορεύεται, βάσει των διατάξεων της παρ. 5 του άρ. 4 του Ν.3869/2010 όπως ισχύει, η λήψη καταδιωκτικών μέτρων κατά του αιτούντα (για απαιτήσεις πιστωτών οι οποίες συμπεριλαμβάνονται στην αίτησή του), ενώ τυχόν ήδη ληφθέντα μέτρα αναστέλλονται (παύει, δηλαδή, προσωρινά η περαιτέρω εκτέλεσή τους, με την έννοια ότι η υπ/σία δεν προχωρά σε επόμενο στάδιο πράξεων αναγκασταστικής εκτέλεσης).
Εφόσον, λοιπόν, δεν επιτευχθεί προδικαστικός συμβιβασμός και επικύρωση αυτού, ο ειρηνοδίκης δύναται να εκδώσει προσωρινή διαταγή με περιεχόμενο την (περαιτέρω) αναστολή των καταδιωκτικών μέτρων κατά του οφειλέτη και τη διατήρηση της πραγματικής και νομικής κατάστασης της περιουσίας του, οπότε η προαναφερθείσα αναστολή λήψης αναγκαστικών μέτρων επεκτείνεται, μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης.
Ωστόσο, σε περίπτωση που δεν εκδοθεί προσωρινή διαταγή από τον ειρηνοδίκη, ο οφειλέτης μπορεί με αίτησή του προς το δικαστήριο που δικάζει, κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων να ζητήσει από αυτό είτε την αναστολή της εκτελεστικής διαδικασίας, η οποία έχει ήδη εκκινήσει είτε την απαγόρευση όλων των εκτελεστικών διαδικασιών, οι οποίες δεν έχουν ακόμα εκκινήσει. Το εν λόγω αίτημα ικανοποιείται και η αναστολή/απαγόρευση της εκτελεστικής διαδικασίας διατάσσεται από το αρμόδιο δικαστήριο, εφόσον αυτό πιθανολογεί: α) την ευδοκίμηση της κύριας αίτησης και β) την πρόκληση ουσιώδους βλάβης στα συμφέροντα του αιτούντος.
Αναστολή παραγραφής
Τέλος, αναστέλλεται, μέχρι την έκδοση οριστικής αποφάσεως, η παραγραφή των απαιτήσεων των πιστωτών που έχουν συμπεριληφθεί στην αίτηση του οφειλέτη.
Καθορισμός μηνιαίων καταβολών στους πιστωτές
Ο οφειλέτης υποχρεούται να προβαίνει συμμέτρως προς τους πιστωτές του σε μηνιαίες καταβολές κατά το σχέδιο αποπληρωμής, που έχει επικυρωθεί ή σύμφωνα με την απόφαση προσωρινής διαταγής.
Προκειμένου να καθοριστούν από το αρμόδιο ειρηνοδικείο οι προαναφερόμενες μηνιαίες καταβολές, εξαιρείται από το εισόδημα του οφειλέτη ποσό που αντιστοιχεί στο ύψος των ευλόγων δαπανών διαβίωσης του οφειλέτη και της οικογένειάς του, όπως αυτό προσδιορίζεται από την Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία ΕΛΣΤΑΤ.
Σύμφωνα δε με τις διατάξεις της παρ. 6 του άρ. 4 του Ν.3869/2010, όπως αυτή αντικαταστάθηκε από την παρ. 2 του άρ. 14 του Ν.4346/2015, από την ολοκλήρωση της κατάθεσης της αίτησης και εφεξής, επέρχεται η λύση της μέχρι τότε ισχύουσας ρύθμισης των οφειλών της παρ. 2 του άρ. 1 του Ν.3869/2010 (στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και οι οφειλές προς τους ΦΚΑ), οι οποίες κατά την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης του οφειλέτη για την υπαγωγή στη διαδικασία του παρόντος νόμου, τελούν σε αναστολή διοικητική, δικαστική ή εκ του νόμου.
Επιπρόσθετα, με τις διατάξεις της παρ. 4 του άρ. 5 του Ν.3869/2010, όπως αυτή αντικαταστάθηκε από την παρ. 3 του άρ. 14 του Ν.4346/2015, ορίζεται ότι, σε περίπτωση που ο οφειλέτης καθυστερεί την καταβολή των δόσεων που ορίζονται από τον Ειρηνοδίκη, με συνέπεια το συνολικό ύψος του ποσού σε καθυστέρηση να υπερβαίνει αθροιστικώς την αξία τριών μηνιαίων δόσεων, ετησίως, ο ειρηνοδίκης ή το κατά περίπτωση αρμόδιο δικαστήριο διατάσσει την ανάκληση της προσωρινής διαταγής με την οποία ορίστηκε, μεταξύ άλλων, η καταβολή των δόσεων.
Στην περίπτωση αυτή, ο πιστωτής θα πρέπει να καταθέσει αίτηση για την ανάκληση εντός τεσσάρων μηνών από τη δημιουργία του λόγου της ανάκλησης.
Σημείωση: Η πάγια και ενιαία θέση της Υπηρεσίας ως προς το περιεχόμενο του προτεινόμενου σχεδίου διευθέτησης των οφειλών από τον αιτούντα οφειλέτη είναι η εξής: Αιτήσεις ρύθμισης, θα γίνονται δεκτές εφόσον δεν προτείνεται από αυτόν, καμία έκπτωση στη συνολική οφειλή Κύριας Εισφοράς.
Α.Τ
Newsroom ΔΟΛ