Νικόλ Λειβαδάρη
Το ένστικτο της πολιτικής επιβίωσης, η αστική ψήφος και η απόρριψη των βαρονιών έφεραν ξανά έναν Μητσοτάκη στη θέση του (9ου) προέδρου της Νέας Δημοκρατίας.
Η νίκη του Κυριάκου Μητσοτάκη συνιστά ανατροπή μόνον για όσους πόνταραν τα ύστατα χαρτιά διάσωσης των παλαιοκομματικών μηχανισμών στην ανακύκλωση αμφιβόλου πατρότητας και εγκυρότητας δημοσκοπήσεων. Στην πολιτική της ουσία, συνιστά στροφή της συντηρητικής παράταξης από την λαϊκή δεξιά στην φιλελεύθερη – ή και στη νεοφιλελεύθερη, κατά μία ισχυρή εκδοχή ― κεντροδεξιά, ήττα του καραμανλισμού, και επένδυση σε έναν πιθανό «αντι-Τσίπρα» από ένα εκλογικό σώμα που ψήφισε καθαρά όχι μόνον για αρχηγό αλλά και επιζητώντας «επόμενο πρωθυπουργό».
Η αστική ψήφος
Σ’ αυτήν τη στροφή και σ’ αυτό το αποτέλεσμα καταλυτικό ρόλο έπαιξε η αστική ψήφος. Το 90,44% που συγκέντρωσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στους ψηφοφόρους της ΝΔ Λονδίνου (έναντι 9,55% του Βαγγέλη Μεϊμαράκη) ίσως είναι η ακραία εκδοχή αυτής της πραγματικότητας, καταδεικνύει όμως μια νέα κινητοποίηση δυνάμεων στους κόλπους της δεξιάς και της κεντροδεξιάς.
Ο νέος αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας τόσο στον πρώτο γύρο όσο, και πολύ περισσότερο, χθες, κυριάρχησε στην Αττική, στα μεγάλα αστικά κέντρα και κυρίως στις περιοχές με ανώτερα εισοδηματικά και κοινωνικά στρώματα – γεγονός που δείχνει ότι μια ευρεία αστική ελίτ ενεργοποιείται και αναζητεί αξιόπιστη και σύγχρονη εναλλακτική απέναντι στην ριζοσπαστική, ή ρεαλιστική, αριστερά του Αλέξη Τσίπρα.
Η στήριξη στον «αντι-Τσίπρα»
Δεν στερείται σημασίας το γεγονός ότι την ίδια εναλλακτική στήριξε ανοιχτά κι έναν τμήμα των διεθνών φιλελεύθερων lobbies και μέσων ενημέρωσης. Την Παρασκευή, δύο ημέρες πριν από την εκλογή αρχηγού της ΝΔ, η Wall Street Journal επέλεξε να παρουσιάσει το πορτρέτο του Κυριάκου Μητσοτάκη, με τον Σάιμον Νίξον να τον χαρακτηρίζει ως μία από τις «λίγες θετικές εκπλήξεις» που μπορεί να επιφυλάσσει η Ευρώπη το 2016. Χθες, ο Χιούγκο Ντίξον του Reuters έγραψε ότι η Ελλάδα «απέκτησε επιτέλους αξιόπιστη ανιτπολίτευση». Για να προσθέσει την – βάσιμη ή μη – εκτίμηση πως «η νίκη Μητσοτάκη θέτει πλέον τον Τσίπρα υπό πίεση» και ενισχύει «την εξάρτησή του από την ακροαριστερή πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ».
Η απόσταση των εν λόγω εκτιμήσεων, όπως και της επιθυμίας, από την πραγματικότητα θα μετρηθεί μέσα στους επόμενους μήνες. ‘Εως τότε η Νέα Δημοκρατία θα μετρήσει και τις αντοχές των νέων δυνάμεων που ανέδειξε η εκλογή Μητσοτάκη απέναντι στο ηττημένο «καραμανλικό DNA» του κόμματος.
Η ήττα Καραμανλή
‘Εως τότε η ήττα Καραμανλή καταγράφεται στους, εσωτερικούς τουλάχιστον, ιστορικούς σταθμούς του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Η στήριξη που παρείχε ο πρώην πρωθυπουργός στον Βαγγέλη Μειμαράκη δεν διέσωσε ούτε τα καραμανλικά «κάστρα» του βορρά: Στην Θεσσαλονίκη – και τουλάχιστον στο 75% της ενσωμάτωσης – ο Μητσοτάκης υπερίσχυσε του Μεϊμαράκη με ποσοστό 55,65% έναντι 44,35%, ενώ ακόμη και στις Σέρρες, το προπύργιο του «καραμανλισμού» έχασε με οριακή διαφορά.
Κατά τις εκτιμήσεις των αναλυτών και εκλογολόγων της Νέας Δημοκρατίας η ανατροπή αυτή οφείλεται σε δύο παράγοντες: Στην, ανοιχτή ουσιαστικά, στήριξη που παρείχε στον νέο πρόεδρο του κόμματος ο Απόστολος Τζιτζικώστας και στο γεγονός ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης έπεισε τελικά ότι είναι εκείνος που κομίζει το «νέο» και την «αλλαγή», αποτινάσσοντας ακόμη και την κληρονομιά του επωνύμου του.
Παρεμπιπτόντως, όμως, μαζί με την προσδοκία, κομίζει πλέον μαζί του και μια νέα κληρονομιά – εκείνη του «σαμαρικού», και συνδεδεμένου με την ακροδεξιά, μπλοκ. Ο εκ των ηττημένων του πρώτου γύρου Αντώνης Σαμαράς ποίησε την πολιτική ανάγκη φιλοτιμία και στήριξε έναν Μητσοτάκη, κατοχυρώνοντας ρόλο και ύπαρξη στη νέα Νέα Δημοκρατία. Το πώς θα εξισορροπήσει αυτή την ύπαρξη με το αίτημα της ανανέωσης και της φιλελεύθερης μεν, κεντροδεξιάς δε, στροφής ο Κυριάκος Μητσοτάκης, είναι ένα από τα μεγάλα στοιχήματα που θα κληθεί να διαχειριστεί στην προεδρική θητεία του…