«Τα νέα της ήττας των Ελλήνων στον πόλεμο του 1897 μαθεύτηκαν από τα περίπτερα. Στην Κατοχή, όταν οι δρόμοι της Αθήνας είχαν γεμίσει με πτώματα, τα περίπτερα παρέμεναν ανοιχτά. Δεν είναι η πρώτη φορά δηλαδή, που το περίπτερο λειτουργεί κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες και πολιτικές αναταράξεις. ‘Ηταν και είναι ένα σημείο αναφοράς στην εξέλιξη της κοινωνίας, ένας φάρος για την πόλη, τόσο τη μέρα, όσο και τη νύχτα»,γράφει ο Θανάσης Κάππος στο βιβλίο του «Τα περίπτερα της Αθήνας».
Στην Αθήνα, το πρώτο περίπτερο έκανε την εμφάνισή του στην οδό Πανεπιστημίου το φθινόπωρο του 1911. Το 1914, τα περίπτερα απέκτησαν ομοιόμορφη εικόνα. Τα περισσότερα ήταν κίτρινου χρώματος, μικρά, ξύλινα, με μια τέντα γύρω από την κατασκευή για σκιά. Με τους πολέμους και τα βάσανα να μην σταματούν, μετά την Κατοχή, το 1944, στους δικαιούχους περιπτέρων προστίθενται και τα θύματα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Το 1970, το ελληνικό κράτος μεγαλώνει τα περίπτερα και προστίθενται στα περισσότερα από αυτά ψυγεία για αναψυκτικά και παγωτά, ρίχνοντας στην αγορά ακόμα περισσότερα προϊόντα προς πώληση. Το 1971, αναγνωρίζεται η συντεχνία των ενοικιαστών περιπτέρων.
Το 2012, και αφού έχουν περάσει στην ευθύνη της τοπικής αυτοδιοίκησης, απελευθερώνονται οι άδειες περιπτέρων, με το 70% αυτών να ανήκουν στον δήμο και το 30% σε άτομα με ειδικές ανάγκες και πολύτεκνους, με βάση εισοδηματικά κριτήρια. Ο νόμος 4046/2012 προβλέπει ότι οι υφιστάμενες άδειες διατηρούνται σε ισχύ, αλλά δεν μεταβιβάζονται, ούτε κληρονομούνται. Αυτή ήταν ουσιαστικά και η αρχή του τέλους για πάρα πολλά από τα περίπτερα που είχαμε συνηθίσει να βλέπουμε σε κάθε γωνία της πόλης. Τα περίπτερα έχουν χάσει πλέον την αίγλη τους-δεν πρωταγωνιστούν στην ζωή της γειτονιάς, δεν είναι οι μοναδικοί κάτοχοι τηλεφώνου, δεν αποτελούν το κέντρο ενημέρωσης μέσω των τίτλων των εφημερίδων και τόσα άλλα δεν…
Παραμένει όμως ο ρόλος τους ως μικρών φάρων του δημόσιου χώρου. Θάλασσα σκοτεινή η πόλη τις νύχτες και τα περίπτερα, παρηγορητικά σχεδόν, επιπλέουν δεξιά και αριστερά από τις μεγάλες λεωφόρους. Σιωπηλοί μάρτυρες πρωινών ξυπνημάτων και νυχτοπερπατημέτων, αποτελούν τα μάτια της πόλης. Τε ερεθίσματα τώρα λιγόστεψαν κι οι δρόμοι άδειασαν λόγω των απαγορεύσεων-το 2020 δεν ήταν μια καλή χρονιά (ούτε) για τους περιπτεράδες. Χάσαμε μέρος της οικειότητάς μας με το αστικό τοπίο, αλλά ευτυχώς για μερικούς από εμάς υπάρχει ακόμα κάπου κοντά μας εκείνος ο περιπτεράς που ξέρει την μάρκα που καπνίζουμε ή μας περιμένει με ψιλά από αύριο γιατί δεν έχει να χαλάσει πενηντάρικο για τα δυο κρουασάν που λιγουρευτήκαμε νυχτιάτικα.
«Τα περίπτερα – αυτή η αθηναϊκή ιδιαιτερότητα – είναι μεσικά εργαλεία στην πόλη. Είναι κοινωνικοί κι επικοινωνιακοί πυκνωτές στο δημόσιο χώρο. Και ήταν πάντα. Τον 19ο αιώνα ως σημεία πώλησης των εφημερίδων, τον 20ο αιώνα και ως σημεία επαφής με τον υπόλοιπο κόσμο μέσω του τηλεφώνου. Πόσω μάλλον τώρα που αυτά τα χαρακτηριστικά μεγεθύνονται καθώς η πόλη έχει ερημώσει», έχει δηλώσει σχετικά με το θέμα ο καθηγητής στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων-Μηχανικών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Γιώργος Τζιρτζιλάκης.
O περιπτεράς του 21ου αιώνα είναι ένας επιχειρηματίας που στο 12ωρο, κατά μέσο όρο, της βάρδιας του έχει να αντιμετωπίσει έναν τεράστιο φόρτο πνευματικής και χειρωνακτικής εργασίας. «Τεράστιο» έχει γίνει και το ίδιο το μαγαζί του. Δεν πρόκειται πια το περίπτερο για ένα κομψό κιόσκι, αλλά για έναν παχύ πιλοφόρο γίγαντα που φράζει ακόμα και την διάβαση των πεζών από τα πεζοδρόμια. Περιοδικά (χιλιάδες τίτλοι), τσιγάρα και ψιλικά (εκατοντάδες μάρκες), αλλά και είδη ψυγείου, γυναικείας υγιεινής, κάβα, τα πάντα όλα.
Η σφαλιάρα της καραντίνας στα περίπτερα
Όταν ανακοινώθηκε το από νωρίς τη νύχτα κλείσιμο των περιπτέρων, ο πρόεδρος της Ένωσης Επαγγελματιών Καπνοπωλών Περιπτερούχων Αθήνας, Θεόδωρος Μάλλιος και ο πρόεδρος του Σωματείου Περιπτερούχων Πειραιώς & Περιχώρων, Λεωνίδας Σπάλλας αντέδρασαν και δήλωσαν ότι ξεκινάει για τα καλά το έργο εξόντωσης των περιπτέρων και των περιπτεράδων.
«Κάποια περίπτερα είναι 24ωρα και απλά δεν έκλειναν ποτέ. Έπρεπε να βρεθεί ο εξοπλισμός για να τα κλείσουμε. Υπήρξαν περιπτώσεις που ο υπάλληλος κάθισε με κλειστά τα φώτα και κατεβασμένο το σκίαστρο απλά επειδή δεν μπορούσε να κλείσει. Δούλεψε σαν φύλακας του περιπτέρου. Δεν υπάρχει προηγούμενο σε αυτό που ζούμε, πρόκειται για ελληνική πρωτοτυπία. Γενικά, οι αρχιτέκτονες των μέτρων δεν σκέφτονται ότι πρέπει να πληρωθούν υπάλληλοι που δουλεύουν στο περίπτερο, ή ποια θα είναι η θέση εκείνου που έκανε τη νυχτερινή βάρδια», είχε δηλώσει ο κύριος Μάλλιος.
Σε αυτό συμφώνησε και η κυρία Μαρία, υπάλληλος σε ένα από τα δύο κεντρικά περίπτερα στον Πειραιά, έξω από τον ηλεκτρικό. «Έχει πέσει κατακόρυφα η δουλειά μας. Βγαίνουν δεν βγαίνουν 100 ευρώ την μέρα, κι ίσως λέω πολλά. Φανταστείτε πού βρισκόμαστε! Πιο κεντρικά δεν γίνεται, κι όμως…Πάνω που είχε πάει να ισιώσει η δουλειά μας μετά την κρίση, τώρα τα πράγματα μοιάζουν πιο δύσκολα από πριν…»
Το ακριβώς διπλανό περίπτερο φαίνεται να έχει λίγο περισσότερη… ζωή. Τηρώντας αποστάσεις, δυο τρεις φίλοι του νεαρού περιπτερά Θωμά πίνουν μια μπίρα και καπνίζουν. Η ώρα οκτώ και μισή τη νύχτα. Η νύχτα μόλις έχει ξεκινήσει για τον Θωμά, όμως, αφού πια, η οικογενειακή του επιχείρηση μπορεί να παραμείνει ανοιχτή όλο το 24ωρο. Παρατηρώ ότι τρεις πελάτες έρχονται όσο μιλάμε, ενώ το δίπλα περίπτερο παραμένει έρημο.
Είναι και τα δύο ακριβώς το ίδιο: μεγάλα, αστραφτερά, έξω από τον σταθμό. Αποδίδω το συμβάν στο γεγονός ότι το περίπτερο του Θωμά έχει κόσμο, έχει ζωή και, ασυνείδητα, τραβά τους περαστικούς να κάνουν εκεί την στάση τους για ένα αναψυκτικό ή για το σνακ που λιγουρεύτηκαν περπατώντας μες στο κρύο.
‘Έχει περάσει αρκετά αυτό το περίπτερο κι εγώ ο ίδιος προσωπικά. Είναι στην φύση της δουλειάς. Ένα βράδυ, ξημερώματα δηλαδή, 3 παρά τέταρτο είχαν πέσει πιστολιές μερικά μέτρα έξω από το περίπτερο. Τώρα, με τον ιό απλά κάνουμε υπομονή. Κάποιες μέρες είναι καλύτερες από τις υπόλοιπες, εγώ εργάζομαι σχεδόν καθημερινά και βλέπω την κατάσταση…»
Ο Θωμάς είναι χαμογελαστός και μου φαίνεται αισιόδοξος. Κάπως έτσι, και ο κύριος Περικλής με το περίπτερο στην οδό Κασσαβέτη της Κηφισιάς. Χαμογελούσε και φάνηκε να απολαμβάνει την σύντομη κουβέντα μας. Μου θύμισε έναν περιπτερά που είχαμε στο Μοσχάτο, την γειτονιά όπου μεγάλωσα, πάντα γλυκομίλητο και υπομονετικό με εμάς τα παιδιά. Θυμάμαι ότι οι γονείς μας μας προέτρεπαν να μην απομακρυνόμαστε από το περίπτερο-ένιωθαν πως ο κύριος Ντίνος μάς πρόσεχε όλους με τον τρόπο του.
Ο κύριος Περικλής μιλά για πτώση του τζίρου του κατά 60%, ενώ σημειώνει πως το σημείο που βρίσκεται το περίπτερό του δεν εξυπηρετεί μόνο κατοίκους, αφού είναι σε κεντρικό εμπορικό δρόμο. «Πέρσι, τέτοια εποχή θα γινόταν χαμός. Επισκέπτες από τις γύρω περιοχές, αλλά και από όλη την Αθήνα έρχονται στην Κηφισιά τέτοιες μέρες γιορτινές για καμιά βόλτα, για να χαζέψουν…Όλο και κάτι θα έπαιρναν. Τώρα, λίγα πράγματα. Βλέπω όμως την ουρά στο καφέ απέναντι και απορώ πραγματικά. Μα να περιμένουν δέκα άτομα έξω στο κρύο για έναν καφέ από το συγκεκριμένο μαγαζί!»
Του εξηγώ ότι ο συγκεκριμένος καφές είναι πολύ καλός πραγματικά και συνεχίζουμε να συζητάμε. Φεύγουν μάσκες, αντισηπτικά και γάντια;
«Στην αρχή, την άνοιξη δηλαδή, γίνονταν ανάρπαστα κι ας ήταν σε πιο υψηλές τιμές κάπως από όσο είναι τώρα. Κάθε μέρα, όλο και πιο μειωμένη η συγκεκριμένη αγορά ειδών. Προμηθεύεται ο κόσμος σε μεγαλύτερες ποσότητες από τα σούπερ μάρκετ, δεν έχει την ίδια ανάγκη…Τώρα που είπα σούπερ μάρκετ, να σου πω ότι οι κάμερες που δείχνουν το πίσω μέρος του περιπτέρου βλέπουν την είσοδο του σούπερ μάρκετ. Μέρα παρά μέρα, βλέπω τις ίδιες φάτσες. Κάποιοι γέροντες, κάτοικοι της περιοχής, έχοντας ίσως ανάγκη να ξεσκάσουν, γράφουν το χαρτί ότι πάνε να ψωνίσουν, αλλά απλώς κάνουν βόλτα. Τους έχω εντοπίσει: μπαίνουν και ύστερα βγαίνουν με άδεια χέρια. Είναι δυο τρεις συγκεκριμένοι, με τις μάσκες τους βέβαια… Τι να πεις…Μπορώ να καταλάβω την μοναξιά και την πλήξη τους μες στο σπίτι όλη μέρα.»
Οι πελάτες που κρατάνε τα περίπτερα από το να κλείσουν
Ο Πρόεδρος του Συνδικάτου Επαγγελματιών Περιπτερούχων Καπνοπωλών και Ψιλικών Ειδών Νομού Αττικής, Γιώργος Δούκας, έκανε λόγο από τον Μάρτη κιόλας για πτώση 80% του τζίρου. Είχε επισημάνει ότιτα μόνα προϊόντα που ουσιαστικά αυξάνουν τον τζίρο είναι τα αντισηπτικά, τα υγρά μαντηλάκια και τα καπνικά είδη, ενώ οι εφημερίδες καταγράφουν τις περισσότερες πωλήσεις τις Κυριακές.
Είναι χαρακτηριστικό ότι με βάση τα στοιχεία του Συνδικάτου, ένα περίπτερο που απέφερε στον ιδιοκτήτη του ημερήσιο τζίρο της τάξης των 1500 ευρώ, την περίοδο της καραντίνας της άνοιξης, αλλά και του χειμώνα το νούμερο αυτό μειώνεται στα 300 με 400 ευρώ.
Είναι γνωστό ότι έχει ήδη κλείσει το 30% των περιπτέρων στην Αττική, νούμερο που αναμένεται να αυξηθεί κι άλλο. Ακόμα και τα περίπτερα που βρίσκονται κοντά σε νοσοκομεία, λόγω της διακοπής των επισκεπτηρίων, έχουν χάσει τους πελάτες που είχαν.
Βασικοί πελάτες των περιπτέρων αυτόν τον καιρό είναι τα λιγοστά ανοιχτά γραφεία, οι τραπεζικοί υπάλληλοι, οι λιγοστοί περαστικοί και οι ταξιτζήδες, ιδίως τα βράδια οι τελευταίοι.
Ο Θεόδωρος Μάλλιος αναφέρει ότι ο κλάδος έχει γονατίσει. «Δεν είναι μόνο ο τζίρος που θα μειωθεί και προβληματίζει τους περιπτεριούχους, αλλά πρόκειται για ένα τελειωτικό χτύπημα που δόθηκε μετά από μια δεκαετία κρίσης. Από τον Γενάρη του 2010 έκλεισαν 2.000-3.000 περίπτερα, εξαιτίας των δύο διαφορετικών φόρων που είχαν επιβληθεί τότε. Από 11.000 περίπτερα που λειτουργούσαν τότε στην Αττική, σήμερα λειτουργούν κάτι παραπάνω από 5.200» , εξηγεί ο Πρόεδρος της Ένωσης Περιπτερούχων Αθήνας.
Ο Αμίρ εργάζεται σε ένα περίπτερο επί της Αχαρνών, στα Πατήσια. Πριν δύο χρόνια, κατάφερε να πάρει ένα μικρό ποσοστό από την επιχείρηση από τα χρήματα που είχε μαζέψει εργαζόμενος σε αυτήν. Η περιοχή του περιπτέρου είναι πολύ κεντρική και η διέλευση περαστικών μεγαλύτερη από άλλες, οι κάτοικοι της περιοχής όμως ούτως ή άλλως δεν κάνουν μεγάλους τζίρους.
«Συνήθως, βγάζουμε 600 ευρώ την μέρα κι είμαστε πολύ ευχαριστημένοι. Τώρα, είναι μέρες που έχουμε βγάλει 50 ευρώ μόνο. Είναι πολύ κρίμα, αλλά τι να κάνουμε», λέει ο Μπαγκλαντεσιανός μετανάστης που στήριξε τα όνειρά του για μια καλύτερη ζωή μέσα στα λίγα τετραγωνικά της θέσης του στο περίπτερο. Για ακόμα μια φορά, καλείται να κάνει υπομονή.
Ποιο θα είναι άραγε το μέλλον των περιπτέρων; Είναι πιθανό σε μερικά χρόνια να μην υπάρχουν καθόλου-ήδη, μεγάλες εταιρείες αγοράζουν μαζικά περίπτερα και τα κάνουν να μοιάζουν με φουτουριστικά κιόσκια, με έντονο λευκό φωτισμό και premium προϊόντα που σε κάνουν να ντρέπεσαι αν θες να πάρεις «σιγανά και ταπεινά» το αναψυκτικό και τα γαριδάκια σου.
Ο ρετρό και νοσταλγικός χαρακτήρας του περιπτέρου, ως θεσμού και ως εγκατάστασης που γεφυρώνει την ιδιωτική και την δημόσια ζωή, έχει ήδη χαθεί. Το ερώτημα είναι αν θα χαθούν, μαζί με αυτόν, και άλλες χιλιάδες θέσεις εργασίας, πίσω από τις οποίες στηρίζονται ολόκληρα νοικοκυριά. Γι’ αυτό, όμως, ίσως να μην φταίει αποκλειστικά η έλευση του κοροναϊού…