Παρά το διαφαινόμενο αδιέξοδο για τον πολυετή προϋπολογισμό της ΕΕ οι οικονομικοί αναλυτές εμφανίζονται αισιόδοξοι για την έκβαση της διαμάχης με την Ουγγαρία και την Πολωνία με την πλειονότητα να εκτιμά πως επιλυθεί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο ώστε το μπλοκ να αρχίσει να λαμβάνει πόρους από το Ταμείο Ανάκαμψης κατά το πρώτο εξάμηνο του επόμενου έτους. Οι πολιορκούμενες οικονομίες από την πανδημία περιμένουν με αγωνία τα χρήματα από ευρωπαϊκό κουμπαρά τόνωσης με στόχο να συμβάλει στην ανάπτυξη μέσα στα επόμενα χρόνια αλλά και να συγκρατήσει τα ποσοστά χρέους. O Επίτροπος για θέματα Οικονομίας Πάολο Τζεντιλόνι έστειλε σαφές δημόσιο μήνυμα: δεν θα υποκύψουμε σε ένα βέτο. Η ιδέα είναι ότι είμαστε πολύ σαφείς προς αυτά τα κράτη μέλη, θα προχωρήσουμε χωρίς αυτά.
Οι πόροι αυτοί λοιπόν πως θα “βοηθήσουν” στα χρέη των χωρών; Καταρχάς, οι χώρες που λαμβάνουν μεγάλες επιχορηγήσεις από το RRF θα δανείζονται λιγότερο από τις χρηματοπιστωτικές αγορές και, ως εκ τούτου, θα έχουν συγκριτικά μικρότερα βάρη χρέους.
Οι αναλυτές της Capital Economics υπολόγισαν τον Μάιο ότι σε χώρες με υψηλό χρέος όπως η Ελλάδα και η Ιταλία θα είναι περίπου 2,5% χαμηλότερα (συγκριτικά χωρίς τους πόρους) έως το 2024 ως αποτέλεσμα των επιχορηγήσεων. Στις χώρες με υψηλό κατά κεφαλήν ΑΕΠ εκτιμάται ότι η επιβάρυνση του χρέους θα είναι ελαφρώς υψηλότερη.
Χρέος
Ωστόσο, τα συνολικά κονδύλια από επιχορηγήσεις είναι μικρά σε σύγκριση με την αύξηση του δημόσιου χρέους που αρκετές χώρες θα αντιμετωπίσουν φέτος. Και είναι μια σταγόνα στον ωκεανό σε σύγκριση με το συνολικό χρέος για την Ιταλία το οποίο ανέλθει στο περίπου 160% του ΑΕΠ. Επιπλέον το RRF θα κάνει μικρή ή καθόλου διαφορά στο επιτόκιο με το οποίο οι κυβερνήσεις θα δανείζονται. Σύμφωνα με το σχέδιο προϋπολογισμού που κατατέθηκε στη Βουλή το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στα 340 δισ. ή 208,9% ως ποσοστό του ΑΕΠ στο τέλος του 2020, έναντι 331,072 δισ. ή 180,5% ως ποσοστό του ΑΕΠ το 2019.
Το 2021 το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης προβλέπεται ότι θα διαμορφωθεί στα 343,2 δισ. ή 199,6% ως ποσοστό του ΑΕΠ, παρουσιάζοντας μείωση κατά 9,3% έναντι του 2020. Επίσης αναμένονται εκδόσεις ελληνικών ομολόγων συνολικού ύψους άνω των 10 δισ. ευρώ μέσα στο 2021, αλλά και μείωση της έκθεσης στα έντοκα γραμμάτια του Ελληνικού Δημοσίου.
Ανάκαμψη
Στον προϋπολογισμό προσμετρώνται – στη δυναμική της ανάπτυξης του 2021 – οι πόροι από το Ταμείο Ανάκαμψης δίνοντας ένα επιπλέον 2% στο ρυθμό του ΑΕΠ. Για την Ελλάδα, σύμφωνα με τις φθινοπωρινή έκθεση της Κομισιόν, προβλέπεται βουτιά 9% φέτος με μεγάλο πλήγμα στον τουρισμό, ενώ η ρίχνει τον πήχη για την ανάκαμψη στο 5% το 2021 και 3½% το 2022. Σημειώνεται πως οι προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής την άνοιξη έδειχναν ύφεση 9,7% αλλά ανάκαμψη 7,9%. Πάντως, η ελληνική οικονομία θα επιστρέψει σε πλεονάσματα από το 2023 με το χρέος να εκτιμάται βιώσιμο. Η νέα ανάλυση της Επιτροπής για τη βιωσιμότητα στο βασικό σενάριο εκτιμά πως οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της κυβέρνησης αναμένεται να κινηθούν περίπου στο 15% του ΑΕΠ για τα επόμενα 20 χρόνια, πριν μειωθούν σε περίπου 13% του ΑΕΠ έως το 2060.
Πότε και πως θα έρθουν οι πόροι
Η Ελλάδα έχει στείλει στις Βρυξέλλες το προσχέδιο για το επενδυτικό και μεταρρυθμιστικό πλάνο της χώρας και εκτιμάται πως το πρώτο εξάμηνο του επόμενου έτους θα αρχίζουν να εισρέουν τα ποσά από τα πρώτα 5,5 δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης, πέραν των πόρων του νέου ΕΣΠΑ 2021-2027 που υπολογίζονται στα 6 δισ. ευρώ. Με την αύξηση λοιπόν των δημοσίων επενδύσεων, στοχεύοντας στην αξιοποίηση των περίπου 11,5 δισ. ευρώ που θα πέσουν στην ελληνική οικονομία από την Ευρώπη, η κυβέρνηση επιδιώκει να πετύχει το στοίχημα της ανάκαμψης το 2021.
Το τελικό αναπτυξιακό σχέδιο θα κατατεθεί από τον Ιανουάριο και από το συνολικό πακέτο των 32 δισ. ευρώ το 70% των κονδυλίων θα συμβασιοποιηθεί έως και το 2022, ενώ πάνω από τις μισές επενδύσεις θα διοχετευθούν σε ψηφιακά έργα (20%) και στον κλάδο της «πράσινης» ανάπτυξης (37%). Από το Recovery and Resilience Facility (Ταμείο Ανάκαμψης), για το 2021 προβλέπεται να εισρεύσει περίπου το ποσό των 1,6 δισ. ευρώ, που είναι η προκαταβολή του 10% από τις επιχορηγήσεις του RRF μετά την έγκριση του τελικού σχεδίου από την Κομισιόν, ενώ σε διάστημα περίπου έξι μηνών από την έγκριση θα δοθεί η πρώτη δόση του Ταμείου που φτάνει τα 2,635 δισ. ευρώ, ενώ το ποσό από τα δάνεια θα ανέλθει στα περίπου 1,272 δισ. ευρώ. Σημειώνεται ότι στο συνολικό πακέτο των 32 δισ. ευρώ θα περιλαμβάνονται συνολικά επιδοτήσεις 19 δισ. ευρώ και 13 δισ. ευρώ δάνεια. Το 70% των κονδυλίων πρέπει να συμβασιοποιηθεί έως και το 2022, το υπόλοιπο έως το τέλος του 2023, ενώ η λήξη για τις αιτήσεις πληρωμών είναι στα μέσα του 2026.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μελέτης του ΟΟΣΑ, με ένα ετήσιο ποσοστό ανάπτυξης 2% η Ελλάδα θα επανέλθει στα προ χρηματοπιστωτικής κρίσης επίπεδα σε 15 χρόνια. Αν ο ρυθμός ανάπτυξης της Αττικής ανέλθει στο 3%, η περίοδος ανάκαμψης θα μειωθεί κατά το ήμισυ στα 8 χρόνια. Η υγειονομική κρίση όμως δυσκολεύει την ανάκαμψη λόγω των υγειονομικών περιορισμών. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς οικονομολόγων, στο βασικό σενάριο (ελεγχόμενη εξέλιξη της πανδημίας μέχρι το εμβόλιο) “βλέπουν” την οικονομία της Ευρωζώνης, και της Ελλάδας, να επιστρέφει στο επίπεδο που ήταν στα τέλη του 2019 από το πρώτο τρίμηνο του 2023.