Μπορεί να είναι ανεπίτρεπτο και αγενές, αλλά διεθνής ομάδα επιστημόνων ισχυρίζεται πως όσοι βρίζουν μπορεί να είναι πιο ειλικρινείς απ’ ό,τι όσοι παριστάνουν τους καθωσπρέπει και γλυκομίλητους. Το συμπέρασμα αυτό προέρχεται από δύο δημοσκοπήσεις τις οποίες πραγματοποίησαν επιστήμονες από την Ολλανδία, τη Βρετανία, τις ΗΠΑ και το Χονγκ Κονγκ, οι οποίοι εξέτασαν τη δυνητική συσχέτιση μεταξύ της βωμολοχίας και της ειλικρίνειας. Ως βωμολοχία οι ερευνητές όρισαν «τη γλώσσα που περιέχει σεξουαλικές αναφορές, βλασφημίες ή χυδαίους όρους». Στην πρώτη δημοσκόπηση συμμετείχαν 276 εθελοντές και στη δεύτερη 73.789 χρήστες του Facebook.
Όπως γράφουν οι ερευνητές στην επιθεώρηση Social Psychological and Personality Science, ζήτησαν από την πρώτη ομάδα εθελοντών να τους πουν ποιες λέξεις χρησιμοποιούν όταν βρίζουν και για ποιους λόγους θα τις χρησιμοποιούσαν – και για να εξασφαλίσουν ότι οι απαντήσεις τους θα ήταν ειλικρινείς και όχι «με βάση τον τρόπο που θα ήταν κοινωνικώς αποδεκτός», τους υπέβαλλαν και σε τεστ σε ένα σχετικό τεστ σε ανιχνευτή ψεύδους. Αποτέλεσμα: όσοι παραδέχθηκαν ότι έχουν… πλούσιο λεξιλόγιο όταν βρίζουν, είχαν τις περισσότερες πιθανότηρες να λένε την αλήθεια. Στο δεύτερο σκέλος της μελέτης, οι ερευνητές αναζήτησαν τη χρήση βωμολοχιών στα κοινωνικά προφίλ των χρηστών του Facebook.
Όπως διαπίστωσαν, όσοι χρησιμοποιούσαν βωμολοχίες στον γραπτό λόγο τους, χρησιμοποιούσαν συνηθέστερα λέξεις που υποδηλώνουν ειλικρίνεια (π.χ. το «εγώ») ή έγραφαν συχνότερα στο το πρώτο ενικό πρόσωπο. Αντιθέτως, όσοι συνήθιζαν να απαντούν λακωνικά, είχαν τις λιγότερες πιθανότητες να βρίζουν αλλά και να λένε ανοικτά τη γνώμη τους για οτιδήποτε.
«Η συσχέτιση βωμολοχίας-ειλικρινείας είναι πολύπλοκη. Αν και το να βρίζει κάποιος είναι απωθητικό και ανεπίτρεπτο, ενδέχεται να αποτελεί ταυτοχρόνως ένδειξη ότι κάποιος μιλάει με ειλικρίνεια. Όπως δηλαδή κάποιος δεν “κρατάει” τη γλώσσα του για να είναι πιο κόσμιος, μπορεί να μην “κρατάει” και τις αληθινές απόψεις του για τον εαυτό του», δήλωσε ο επιβλέπων ερευνητής δρ Ντέιβιντ Στίλγουελ, λέκτορας στο Πανεπιστήμιο Κέιμπριτζ.
πηγή: tanea.gr