Άρθρο του υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, Νίκου Παππά, με θέμα τον αριστερό προοδευτικό φεντεραλισμό ως προωθητική δύναμη για την Ευρώπη, δημοσιεύει σήμερα η γαλλική εφημερίδα «Le Monde» υπό τον τίτλο «έχει έρθει ο καιρός για μια Ευρώπη ενωμένη, προοδευτική και κοινωνική».
«Ο αριστερός προοδευτικός φεντεραλισμός -αυτό το όραμα, είναι ικανό να ξαναδώσει πνοή στην ΕΕ και να αποτελέσει την έμπνευση για τις κοινωνίες μας», γράφει ο κ. Παππάς και προσθέτει: «Οι πολιτικοί όροι για την προώθηση του ωριμάζουν μέρα με την ημέρα. Δυνάμεις που ανήκουν στην σοσιαλιστική οικογένεια κινούνται σε κατευθύνσεις περισσότερο συμβατές με την μεγάλη ιστορική τους κληρονομιά και προσφορά στην ήπειρο μας. Η ριζοσπαστική αριστερά μεγαλώνει και διεκδικεί ακόμα και την άσκηση της διακυβέρνησης. Μαζί με τους Πράσινους και δημοκρατικά/προοδευτικά κινήματα πολιτών που αναδεικνύονται σε πολλές χώρες ως φορείς ανανέωσης και ως αντίβαρο στην ακροδεξιά απειλή». Στο άρθρο του στη γαλλική εφημερίδα, ο υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης σημειώνει χαρακτηριστικά: «Η Ευρώπη είναι σε σταυροδρόμι. Η συνέχιση της πορείας στην ίδια κατεύθυνση θα επιτείνει τα αδιέξοδα, τις ανισότητες και τον ευρωσκεπτικισμό. Ταυτόχρονα η στροφή στα ακροδεξιά είναι μία υπαρκτή απειλή».
«Και αν είναι έτσι, ποια λύση πρέπει να προκρίνουν οι αριστερές και προοδευτικές δυνάμεις;», διερωτάται ο κ. Παππάς.
«Ποιες πολιτικές και ποιες προτεραιότητες μπορούν να επαναθεμελιώσουν το μεγάλο ιστορικό πείραμα της ενωμένης Ευρώπης και να αναζωογονήσουν την πίστη των ευρωπαϊκών λαών σε αυτό; Η απάντηση σε αυτό το θεμελιακό ερώτημα προϋποθέτει πολιτική τόλμη και στρατηγική διαύγεια. Απαιτεί να προσδιορίσουμε ποια Ευρώπη θέλουμε ως πολίτες που πίστευαν πάντα (ή και αυτοί που το διαπίστωσαν τελευταία), ότι το “αόρατο χέρι της αγοράς” δεν μπορεί να παράγει τις βέλτιστες κοινωνικές και οικονομικές λύσεις.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι πολιτικά αποδυναμωμένη και τραυματισμένη στη συνείδηση των πολιτών. Σε όλα τα δημοψηφίσματα που διεξήχθησαν τα τελευταία χρόνια η πρόταση που υποστήριζαν οι κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις απορρίφθηκε. Οι φυγόκεντρες τάσεις δεν περιορίζονται στο Λονδίνο, ενώ η προσφυγική κρίση έδειξε ότι σε αρκετές πρωτεύουσες της ηπείρου τα ευρωπαϊκά κεκτημένα δεν θεωρούνται πια δεδομένα. Η σύγχρονη Αριστερά, σοσιαλιστική ή ριζοσπαστική, δεν επιχαίρει με αυτά τα προβλήματα.
Αντίθετα, τα αδιέξοδα μπροστά στα οποία βρίσκεται η ευρωπαϊκή ενοποίηση είναι καμπανάκι κινδύνου και κίνητρο πολιτικού αγώνα για την υπεράσπιση του ευρωπαϊκού οράματος, μέσα από την προοδευτική επαναθεμελίωση του. Γιατί η Ευρώπη εξακολουθεί να είναι για μας το «κοινό σπίτι των λαών της», και επίσης η ελάχιστη γεωγραφική και πολιτική περιοχή μέσα στην οποία οι κυβερνήσεις, η πολιτική, η Αριστερά μπορούν να ανασχέσουν την επιθετική ατζέντα των χρηματαγορών.
Ο πυρήνας των σημερινών αδιεξόδων είναι η αποτυχία των επί 20 χρόνια κυρίαρχων πολιτικών στην Ευρώπη. Των πολιτικών που εφάρμοσαν συγκλίνουσες δυνάμεις των συντηρητικών με τμήμα της σοσιαλδημοκρατίας πάνω στο έδαφος του νεοφιλελευθερισμού. Αυτές οι πολιτικές αποξένωσαν τους πολίτες, συμπίεσαν την κοινωνία, μεγάλωσαν τις οικονομικές ανισότητες και τις ανισότητες μεταξύ των χωρών. Έδωσαν χώρο και ακροατήριο στον εθνικισμό και τις μισαλλόδοξες αντιλήψεις.
Σε ένα άλλο επίπεδο αλλά πάλι εξαιτίας αυτών των πολιτικών, η Ευρώπη σαν σύνολο έμεινε στάσιμη δηλαδή στην ουσία έχασε πολύτιμο έδαφος. Νέοι δυναμικοί παίκτες στη διεθνή σκηνή αποσπούν αγορές, συγκεντρώνουν τις νέες επενδύσεις σε κεφάλαιο και ενσωματώνουν με πιο γοργούς ρυθμούς την γνώση και την τεχνολογία στην παραγωγή τους. Δεν πρέπει να επιτρέψουμε στην Ευρώπη να γεράσει και να περιθωριοποιηθεί. Η αντιστροφή αυτής της τριπλής κρίσης – δημοκρατικής νομιμοποίησης, οικονομικής, αναπτυξιακής προοπτικής – μπορεί να στηριχτεί μόνον στο να ξαναβρούμε τις γενεσιουργές αξίες της Ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Την ελευθερία, την δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα, την αλληλεγγύη και το κράτος δικαίου, τη στήριξη του συστήματός για την κοινωνική προστασία και πρόνοια.Όμως, η σημερινή κρίσιμη κατάσταση απαιτεί κάτι περισσότερο από το να ξαναεπιβεβαιώσουμε διακηρυκτικά τις αξίες μας.
Απαιτεί να καταστρώσουμε ένα συγκεκριμένο και υλοποιήσιμο σχέδιο για να κάνουμε τις ιδέες μας πράξη. Ένα σχέδιο βαθιών τομών στην δομή και στη λειτουργία της ΕΕ. Χρειάζονται πολιτικές με άμεση εφαρμογή και πολιτική στρατηγική στόχευση.
- Όπως ένας υψηλότερος κοινοτικός προϋπολογισμός.
- Η ενίσχυση εξουσιών του Ευρωκοινοβουλίου.
- Η τραπεζική ένωση και η πανευρωπαϊκή εγγύηση καταθέσεων.
- Το ευρωπαϊκό επίδομα ανεργίας.
- Η λειτουργία της ΕΚΤ ως δανειστή ύστατης ανάγκης.
- Η ουσιαστική συμπερίληψη των στόχων της ανάπτυξης και της απασχόλησης στις Συνθήκες.
- Ένας ευρωπαϊκός πυλώνας κοινωνικών και εργασιακών δικαιωμάτων.
Η συμπύκνωση αυτού του πολιτικού σχεδίου για την αναζωογόνηση της ευρωπαϊκής ιδέας δεν μπορεί παρά να είναι η φεντεραλιστική προοπτική για την Ευρώπη. Δεν μπορεί παρά να είναι η ξεκάθαρη προοδευτική εναλλακτική απέναντι τόσο στην στασιμότητα των ατέρμονων διακυβερνητικών συμβιβασμών (όπου συχνά επικρατεί το δίκαιο του ισχυροτέρου) όσο και στην ακροδεξιά κατολίσθηση προς τον εθνικισμό, τον κοινωνικό δαρβινισμό και την οικονομική περιθωριοποίηση της ηπείρου μας συνολικά.
Το μέγεθος της πρόκλησης που έχουμε μπροστά μας είναι τέτοιος ιστορικής κλίμακας που αναδιατάσσει τις διαχωριστικές γραμμές του παρελθόντος. Η διακήρυξη του Ventotene πριν 70 χρόνια το είχε θέσει με τρόπο προφητικό: Η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στα προοδευτικά και στα αντιδραστικά κόμματα θα συμπίπτει με την υιοθέτηση ως βασικού στόχου τη δημιουργία μιας διεθνούς ομοσπονδιακής ένωσης στην Ευρώπη το οποίο θα συγκρουστεί με τις οικονομικές ολιγαρχίες και τον πολιτικό ολοκληρωτισμό.
Η συντηρητική παράταξη δεν μπορεί να εγγυηθεί το μέλλον της Ευρώπης.
Η επιστροφή στην οχύρωση πίσω από τα κρατικά σύνορα θα αποτελούσε έναν πολιτικό και ιστορικό αταβισμό χωρίς μέλλον.
Η ώρα της Ενωμένης Ευρώπης, η ώρα της προοδευτικής και κοινωνικής Ευρώπης έχει έρθει.
“Το ταξίδι που πρέπει να κάνουμε δεν είναι ούτε εύκολο ούτε ασφαλές. Πρέπει όμως να γίνει. Και θα γίνει”, όπως καταλήγει και το μανιφέστο του Βεντοτένε».