Το όνομα αυτού Rene Laennec. O Ρενέ Λενέκ, όπως είναι το όνομά του στα ελληνικά, είναι ο άνθρωπος, τον οποίο τιμά στο σημερινό της Doodle η Google.
O Rene Laennec είναι ο επιστήμονας, ο οποίος άνοιξε το δρόμο για την κατανόηση της περιτονίτιδας και της κίρρωσης στον προστατικό αδένα, καθώς και τις αλλοιώσεις φυματίωσης.
Αν και η ασθένεια της κίρρωσης ήταν γνωστή, ο Laennec έδωσε στην κίρρωση το όνομά του, χρησιμοποιώντας την Ελληνική λέξη (kirrhos, καστανόξανθο) που αναφέρεται στα καστανόξανθα, κίτρινα οζίδια χαρακτηριστικό της νόσου.
Αποφοίτησε το 1804 και συνέχισε την έρευνά του ως μέλος ΔΕΠ του Συλλόγου της Ιατρικής Σχολής στο Παρίσι. Έγραψε πολλά άρθρα παθολογικής ανατομίας ήταν αφοσιωμένος στο Ρωμαιοκαθολικισμό
Εκτός από την ιατρική του ιδιότητα, ο Laennec έχει και την ιδιότητα του εφευρέτη του στηθοσκοπίου που ανακάλυψε το 1816, ενώ εργαζόταν στο Hospital Necker!
To στηθοσκόπιο του Laennec
O Λανέκ γεννήθηκε στις 17 Φεβρουαρίου του 1781 και πέθανε στις 13 Αυγούστου του 1826.
Ο Rene Laennec σκέφθηκε να παρεμβάλλει μεταξύ του αυτιού και του ασθενούς φύλλα χαρτιού τυλιγμένα σε ρολό. Εντυπωσιασμένος από το αποτέλεσμα κατασκεύασε το 1816 το πρώτο μονό (ακρόαση μόνο από το ένα αυτί) στηθοσκόπιο, που καθιστούσε τους ήχους διαυγέστερους ενώ ταυτόχρονα μείωνε την αμηχανία γιατρού και ασθενούς.
Αργότερα, το 1850, κατασκευάστηκε το διπλό στηθοσκόπιο που αποτελεί έκτοτε απαραίτητο εξεταστικό εργαλείο κάθε γιατρού.
Ο Ρενέ Λενέκ γεννήθηκε σε μία μικρή πόλη της Γαλλίας και στην ηλικία των 12 ετών βρέθηκε στη Ναντ μαζί με τον θείο του, Guillaime-François Laennec, που εργαζόταν στο φαρμακευτικό τμήμα ενός πανεπιστημίου.
Από μικρή ηλικία είχε δεξιότητες και μιλούσε εκτός από Γαλλικά, Γερμανικά και Αγγλικά. Πριν επιστρέψει στις σπουδές του 1799, ασχολήθηκε με ποίηση, χορό, ενώ μελέτησε και αρχαία ελληνικά.
Σπούδασε ιατρική σε πανεπιστήμιο του Παρισιού, δίπλα σε γνωστούς γιατρούς της εποχής του.
Σύμφωνα με έναν θρύλο, η ιδέα για το στηθοσκόπιο του ήρθε όταν είδε παιδιά να παίζουν στο δρόμο με καλάμια…
Χρειάστηκε να περάσουν περίπου δύο χρόνια για να μπει η εφεύρεση στην ιατρική επιθεώρηση New England Journal of Medicine.