Ο Μάικ Πομπέο δεν περνά τις τελευταίες μέρες του στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ απλώς περιμένοντας την ώρα που θα παραδώσει στον διάδοχό του Άντονι Μπλίνκεν. Αντίθετα δείχνει να επιδίδεται σε μια εντυπωσιακή προσπάθεια δημόσιων παρεμβάσεων.
Επέβαλε κυρώσεις στην Κουβανική τράπεζα Banco Financiero International SA, υποστηρίζοντας ότι τα κέρδη κυρίως ωφελούν τις ένοπλες δυνάμεις της Κούβας και όχι κάποιους ανεξάρτητους επιχειρηματίες.
Έγραψε άρθρο για να στηλιτεύσει την προσπάθεια της Κίνας να ενισχύσει το πυρηνικό της οπλοστάσιο.
Επέμεινε ότι ο Χουάν Γουαϊδό πρέπει να συνεχίσει να αναγνωρίζεται ως ο νόμιμος αρχηγός του κράτος, παρότι πρόσφατα έγιναν εκλογές και εξελέγη νέα Εθνοσυνέλευση.
Απείλησε την Κίνα με κυρώσεις, εάν δεν απελευθερωθούν οι διαδηλωτές υπέρ της δημοκρατίας στο Χονγκ Κονγκ.
Το υπουργείο του καταδίκασε την παραπομπή και καταδίκη τριών δημοσιογράφων στο Βιετνάμ.
Συμπεριέλαβε έναν ανώτατο ιρακινό αξιωματούχο σε αυτούς που υπόκεινται στη νομοθεσία για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Δήλωσε ότι καταργούνται όλα τα όρια που είχαν τεθεί ως προς τις σχέσεις των ΗΠΑ με την Ταϊβάν.
Καταδίκασε τη νομοθεσία του Ιρανικού κοινοβουλίου που ζητά την αποχώρηση των ελεγκτών της Διεθνούς Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας εάν δεν αρθούν οι αμερικανικές κυρώσεις.
Ανακοίνωσε τον χαρακτηρισμό των ανταρτών Χούτι της Υεμένης ως «ξένης τρομοκρατικής οργάνωσης» παρά τις εκκλήσεις ανθρωπιστικών οργανώσεων να μην προχωρήσει σε αυτή την ενέργεια γιατί θα δυσχερανθεί η παράδοση ανθρωπιστικής βοήθειας.
Ούτως ή άλλως σε όλη την περίοδο μετά τις αμερικανικές εκλογές ο Μάικ Πομπέο είχε κάνει σαφές ότι δεν θα συνέχιζε να στέλνει πολιτικά μηνύματα. Ενδεικτική η επίσκεψή του τον περασμένο Νοέμβριο στη Κωνσταντινούπολη όπου είχε δει τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο στον οποίο αναφέρθηκε ως κομβικό εταίρο στην προσπάθεια προώθησης των θρησκευτικών ελευθεριών, αλλά είχε αποφύγει να δει Τούρκους αξιωματούχους, προκαλώντας τη δυσαρέσκεια της Άγκυρας.
Προβολή μιας «σκληρής» εικόνας τα στοιχεία ρεαλισμού
Η ρητορική του Πομπέο δείχνει να ακολουθεί μια επιθετική γραμμή. Η Αμερική πρέπει να επιβεβαιώνει την ηγεμονία της με το να μιλάει σκληρά και αποφασιστικά σε όποιον την αμφισβητεί. Αυτό σημαίνει και επικέντρωση σε κρίσιμους στόχους όπως η Κίνα, που πρέπει να παρουσιαστεί ως η κατεξοχήν απειλή για τις ΗΠΑ, αλλά και το Ιράν.
Ωστόσο, σε άλλες πλευρές δείχνει και έναν ιδιότυπο ρεαλισμό. Για παράδειγμα δεν ύψωσε ιδιαίτερα τους τόνους όταν ο Κιμ Γιονγκ Ουν έδωσε εντολή για την ανάπτυξη νέων και περισσότερο εξελιγμένων πυρηνικών οπλικών συστημάτων, όταν χαρακτήρισε τις ΗΠΑ, από το βήμα του Συνεδρίου του Κόμματος Εργατών Κορέας, ως τη «μεγαλύτερη απειλή» για τη Βόρεια Κορέα.
Είναι προφανές ότι ο Πομπέο δεν θέλει να δώσει την εικόνα ότι αναιρείται μία από τις σημαντικότερες διπλωματικές πρωτοβουλίες του απερχόμενου προέδρου, δηλαδή η προσπάθεια συνεννόησης με το καθεστώς της Πιονγκγιάνγκ.
Αντίστοιχα, δεν είναι χωρίς σημασία ότι ο Πομπέο μπορεί να καταδίκασε τις αποφάσεις του Ιρανικού κοινοβουλίου, όμως η ανακοίνωση δεν ήταν ιδιαίτερα σκληρή και κυρίως υπογράμμισε την υποχρέωση που διατηρεί η Τεχεράνη να επιτρέπει να τις επισκέψεις των ελεγκτών της Διεθνούς Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας.
Βέβαια, ακόμη και τις τελευταίες μέρες δεν απέφυγε και κάποια στραβοπατήματα. Για παράδειγμα ο σκληρός τόνος της ανακοίνωσης για το Βιετνάμ δύσκολα μπορεί να συνδυαστεί με το γεγονός ότι οι ΗΠΑ έχουν επενδύσει ιδιαίτερα στο να προσεταιριστούν το Βιετνάμ, σε μια προσπάθεια να διαμορφώσουν συσχετισμό σε βάρος της Κίνας, φτάνοντας μέχρι του σημείου να σκέφτονται να το συμπεριλάβουν με κάποιο τρόπο στην τετραμερή αμυντική συνεννόηση που ήδη έχουν με την Ινδία, την Ιαπωνία και την Αυστραλία.
Όταν ο Πομπέο δεν ήταν «Τραμπικός»
Ο Μάικ Πομπέο δεν ήταν στενός συνεργάτης του Προέδρου Τραμπ, πριν από το 2016 και την καμπάνια που τον οδήγησε στον Λευκό Οίκο.
Μάλιστα στις προκριματικές εκλογές του 2016 στο Κάνσας ο Πομπέο, τότε ακόμη ένα σχετικά άσημο μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων από τη Γουίτσιτα, είχε μιλήσει υπέρ του Μάρκ Ρούμπιο και είχε ασκήσει μεγάλη κριτική στην αποστροφή του Τραμπ ότι εάν διέταζε έναν στρατιώτη να έκανε ένα έγκλημα πολέμου, αυτός θα το έκανε.
Ο Πομπέο είχε υπογραμμίσει σε εκείνη την ομιλία ότι οι στρατιώτες ορκίζονται να τηρήσουν το Σύνταγμα και είχε καταλήξει λέγοντας ότι «πρέπει να κλείσουμε τα φώτα σε αυτό το τσίρκο», αναφερόμενος ουσιαστικά στην υποψηφιότητα Τραμπ.
Ωστόσο, όπως και μεγάλο μέρος του Ρεπουμπλικανικού κόμματος, ο Πομπέο θα βρεθεί σταδιακά κοντά στον Τραμπ και θα καταλήξει να είναι ο πιο βασικός σύμβουλός του σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, με τον Αμερικανό πρόεδρο να δηλώνει ότι με τον Πομπέο «δεν διαφωνεί».
Η διαδρομή του Πομπέο
Ο ίδιος ο Πομπέο έχει μια διαδρομή που θυμίζει τις συνολικότερες μετατοπίσεις του Ρεπουμπλικανικού κόμματος. Προερχόμενος από μια εργατική οικογένεια της Νότιας Καλιφόρνια, ο Πομπέο ήταν ο αριστούχος μαθητής του σχολείου του και θα τον προτείνει στην στρατιωτική ακαδημία του Γουέστ Πόιντ ο Μπομπ Ντόρναν, βουλευτής της περιοχής και σκληρός δεξιός υποστηρικτής της αμυντικής βιομηχανίας.
Αριστούχος και στο Γουέστ Πόιντ, ο Πομπέο θα υπηρετήσει στα σύνορα Ανατολικής και Δυτικής Γερμανίας, όμως δεν θα προτιμήσει να κάνει στρατιωτική καριέρα. Αντίθετα, θα πάει στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ και θα δικηγορήσει σε ακριβή νομική εταιρεία της Ουάσιγκτον.
Όμως, κάποια στιγμή θα πάρει την επιλογή να επιστρέψει στο Κάνσας (την πατρίδα της μητέρας του) και θα ιδρύσει τη δική του εταιρεία. Εκεί θα γνωρίσει αρκετούς από τους τοπικούς επιχειρηματίες ανάμεσά τους και τους αδελφούς Κοτς.
Οι δισεκατομμυριούχοι Κοτς, η εταιρεία των οποίων έχει έδρα τη Γουίτσιτα, είναι από τους βασικούς χρηματοδότες του ρεπουμπλικανικού κόμματος, ενισχύοντας τις πιο συντηρητικές απόψεις στο εσωτερικό του. Ο Πομπέο θα συμμετέχει σε διάφορες οργανώσεις που στήριζαν οι Κοτς, ενώ οι τελευταίοι θα επενδύσουν και στην εταιρεία του.
Παράλληλα, θα συνεργαστεί και με έναν άλλο συντηρητικό δισεκατομμυριούχο από το Κάνσας τον Ντέιβιντ Μάρφιν, που επίσης ήταν πρόσωπο κλειδί στο τοπικό ρεπουμπλικανικό κόμμα.
Το 2010 ο Πομπέο θα καταφέρει να εκλεγεί στη Βουλή των Αντιπροσώπων. Στην Ουάσινγκτον θα μπει στην επιτροπή της Βουλής για ζητήματα Ενέργειας και Εμπορίου, που ενδιέφερε πολύ τους υποστηρικτές του από το Κάνσας
Παρότι πολύ επιφυλακτικός έως και εχθρικός για τον Τραμπ μέχρι το Συνέδριο των Ρεπουμπλικανών το 2016 είχε αλλάξει γνώμη και εκφραζόταν πολύ θετικά για τον Τραμπ. Μετά την εκλογή του τελευταίου διεκδίκησε να πάει στη θέση του επικεφαλής της CIA και τα κατάφερε. Αυτό που επέτρεψε να κερδίσει την εμπιστοσύνη του νέου Προέδρου.
Όταν ο Τραμπ διαφώνησε με τον Τίλερσον για την τακτική απέναντι στο Ιράν, διαφωνία που οδήγησε στην απομάκρυνσή του, ο Πομπέο, που στο μεταξύ είχε καλλιεργήσει καλές σχέσεις με ανθρώπους του περιβάλλοντος του Τραμπ, θεωρήθηκε ότι ήταν η καλύτερη επιλογή.
Άλλωστε, συμφωνούσε με τις περισσότερες επιλογές του Τραμπ, συμπεριλαμβανομένης της ρήξης με την Τεχεράνη, ενώ μοιραζόταν με τον αμερικανό Πρόεδρο την υποτίμηση των κινδύνων από κλιματική αλλαγή, με αποκορύφωμά τη δήλωσή του ότι το λιώσιμο των πάγων στην Αρκτική ανοίγει νέους εμπορικούς δρόμους.
Στη διάρκεια της θητείας του θα προσπαθήσει να διαχειριστεί τις επιλογές του Τραμπ, προσπαθώντας ταυτόχρονα να καλλιεργήσει την πολιτική του εικόνα.
Προεδρικές φιλοδοξίες
Η θητεία του Πομπέο σφραγίστηκε από τις βασικές επιλογές του ίδιου του Τραμπ (σύμπραξη με τον Νετανιάχου και την πολιτική – ενδεικτική η δήλωσή του ότι ο «Θεός έστειλε τον Τραμπ να σώσει τον λαό του Ισραήλ», επιθετικότητα απέναντι στο Ιράν, αναγόρευση της Κίνας σε βασική απειλή), όμως την ίδια στιγμή όλοι υπογραμμίζουν ότι έδωσε και ιδιαίτερα έμφαση στη δική του πολιτική εικόνα, με έναν τρόπο που παραπέμπει σε κάποιον που έχει σαφείς πολιτικές φιλοδοξίες για τον Λευκό Οίκο (κατά τρόπο ανάλογο της θητείας της Χίλαρι Κλίντον).
Μάλιστα, αρκετοί επισημαίνουν τον τρόπο που συστηματικά οργάνωνε δείπνα με πιθανούς μελλοντικούς υποστηρικτές στη διάρκεια της θητείας του.