Οι Ισπανοί αντικαθεστωτικοί εξόριστοι στο Παρίσι ήξεραν γιατί άνοιγαν σαμπάνιες το βράδυ της 20ής Νοεμβρίου 1975, όταν ανακοινώθηκε ο θάνατος του Φρανσίσκο Φράνκο. Στον αντίποδα οι Ισπανοί κυβερνητικοί στη Μαδρίτη συσκέπτονταν προβληματισμένοι και ανήσυχοι. Τόσο για τους μεν όσο και για τους δε το φυσικό τέλος του «Καουδίγιο» είχε σημάνει και το πολιτικό τέλος ενός καθεστώτος τριάντα έξι χρόνων, το οποίο εκείνος ενσάρκωνε.Η περιγραφή του φρανκικού καθεστώτος ως «φασιστικού» εμπεριέχει τόσο ιδεολογική προδιάθεση όσο και αναπόφευκτη άπωση για τη βιαιότητα της καταστολής που επιφύλαξε στους αντιπάλους του. Η πιο διεισδυτική ανάλυση του πολιτικού επιστήμονα Juan Linz πάντως το χαρακτήρισε «αυταρχικό» λόγω των διαφορετικών πολιτικών ομάδων που το συγκροτούσαν, της έλλειψης σαφούς ιδεολογικής αναφοράς και ευρείας πολιτικής οργάνωσης βάσης, και της ύπαρξης και δράσης του μοναδικού ηγέτη εντός ακαθόριστου αλλά και προβλέψιμου πολιτικού πλαισίου. Η «οργανική δημοκρατία», όπως είχε αυτοβαφτιστεί το καθεστώς, αντιφιλελεύθερη και εκπροσωπούσα ολόκληρο το ισπανικό έθνος σε αντίθεση με την «κατακερματισμένη» (κομματική, ταξική, εθνοτική κ.λπ.) εκπροσώπευση των δυτικών δημοκρατιών, ήταν η συνέχεια ενός ένδοξου ιστορικού παρελθόντος μιας μοναδικής, καθολικής και ομογενούς ισπανικότητας.
Παρά τα διάφορα όργανα που δημιούργησε για να προσδώσει μια επίφαση θεσμικότητας στην ύπαρξή του (όπως το Συμβούλιο Στέμματος, που εκπροσωπούσε τον στρατό, την Εκκλησία, τα δικαστήρια, τα κρατικά συνδικάτα κ.λπ., και τα Κορτές – ένα υβρίδιο Κοινοβουλίου για τη θέσπιση νομοθετημάτων), ουσιαστικά η εξουσία ήταν συγκεντρωμένη στο πρόσωπο του Καουδίγιο, ο οποίος ήταν ο «συγκολλητικός αρμός» του καθεστώτος. Ο Φράνκο, άνθρωπος χωρίς συγκεκριμένη ιδεολογία, οπορτουνιστής αλλά και συνετός όπου έπρεπε, και πραγματιστής καθώς αναγνώριζε και προσαρμοζόταν στις διεθνείς εξελίξεις και εσωτερικές αναγκαιότητες, εκμεταλλευόμενος επιδέξια τις αντιφάσεις και τα αντικρουόμενα εσωτερικά συμφέροντα των διαφόρων φραξιών του καθεστώτος, παρέμεινε επί τριακονταπενταετία ο ύπατος κριτής τους. Στην εξωτερική πολιτική, αν και συμμάχησε με τον Χίτλερ κατά των Σοβιετικών, αποστέλλοντας μία μεραρχία στο Ανατολικό Μέτωπο, αποσύρθηκε έγκαιρα και ποτέ δεν στράφηκε κατά των δυτικών χωρών, μην αποφεύγοντας πάντως τον αποκλεισμό της Ισπανίας από κάθε μεταπολεμική διεθνή συμμαχία (ακόμα και από τον ΟΗΕ). Σταδιακά και με την έναρξη του Ψυχρού Πολέμου πάντως, ο αντικομμουνισμός του «επιβραβεύθηκε» από τις ΗΠΑ, που το 1953 υπέγραψαν με την Ισπανία μια συνθήκη εγκατάστασης αεροπορικών βάσεων σε αντάλλαγμα για οικονομική βοήθεια. Ενώ η χώρα είχε αποκλειστεί από την ευρωπαϊκή ενοποίηση, έγινε τελικά δεκτή στον ΟΗΕ το 1958 καθώς και στον ΟΟΣΑ και το ΔΝΤ, διευκολύνοντας έτσι τις ξένες επενδύσεις.
Ο ναύαρχος Καρέρο Μπλάνκο (αριστερά) στην τελετή ανάληψης της πρωθυπουργίας. Φωτ.ASSOCIATED PRESS
Οι συνιστώσες του καθεστώτος
Μετά τον εμφύλιο και καθώς η συμμαχία που πολέμησε την Αριστερά δοκιμαζόταν από τα αποκλίνοντα συμφέροντα των ομάδων που απάρτιζαν το καθεστώς (το οποίο νωρίς άρχισε να παρουσιάζει την λεγόμενη «συνοχή δίχως συναίνεση»), κάποιες από αυτές περνούσαν εκ περιτροπής σε κατάσταση «ημι-αντιπολίτευσης», καθώς κέρδιζαν ή έχαναν την εύνοια του δικτάτορα ανάλογα και υποαντιπροσωπεύονταν ή ακόμα και αντιτίθεντο σε ορισμένες πράξεις της κυβερνώσας ομάδας γύρω από τον Φράνκο – χωρίς βέβαια να αμφισβητούν το καθεστώς.
Η Φάλαγγα, ισπανική εκδοχή του φασισμού, πανίσχυρη κατά τα πρώτα χρόνια μετά τον εμφύλιο, σταδιακά έχανε την ισχύ της και την επιρροή της στις πολιτικές οικονομικής αυτάρκειας που πρέσβευε προς όφελος των τεχνοκρατών της οργάνωσης Opus Dei. Μετονομάστηκε σε «Εθνικό Κίνημα» το 1967 οπότε είχε ήδη εκφυλιστεί σε ένα σώμα κρατικοδίαιτων οπορτουνιστών γραφειοκρατών.
Οι στρατιωτικοί, παρά το κύρος που απολάμβαναν από το καθεστώς, του οποίου ήταν το κυριότερο στήριγμα, σταδιακά υπέπεσαν σε κοινωνική παρακμή καθώς δεν ήταν τόσο απαραίτητοι όσο τα πρώτα μετεμφυλιακά χρόνια, ενώ είδαν στασιμότητα στους μισθούς και αδιαφορία για τον εκσυγχρονισμό του υλικού. Επιπλέον ο Φράνκο προσεκτικά υποδαύλιζε τις προσωπικές φιλοδοξίες των ηγητόρων του στρατού, προσέχοντας να μην ξεχωρίσει μία συγκεκριμένη προσωπικότητα που να μπορεί να εκφράσει το σύνολο των ενόπλων δυνάμεων.
Η Καθολική Εκκλησία κέρδισε γενναιόδωρες κρατικές παροχές και κατάργηση των προ του 1936 αντιεκκλησιαστικών νόμων από τον Φράνκο, καθώς και σημαντικό έλεγχο της εκπαίδευσης.
23.11.1975. Περίπου ένα εκατ. κόσμος συγκεντρώθηκε στη διαδρομή για να παρακολουθήσει τη νεκρώσιμη πομπή του στρατηγού Φράνκο προς την Κοιλάδα των Πεσόντων.
Οι μοναρχικοί, διαιρεμένοι ανάμεσα στους οπαδούς του εξόριστου Αλφόνσου 13ου των Βουρβώνων και της αντίπαλης δυναστείας των Καρλιστών, είδαν τον Φράνκο να αυτοανακηρύσσεται αντιβασιλέας.
Η οργάνωση Opus Dei ξεκίνησε υπό την εκπαιδευτική και ιδεολογική αιγίδα της Εκκλησίας και σταδιακά συμπεριέλαβε το «τεχνοκρατικό» στοιχείο του καθεστώτος, που στόχευε στον εκσυγχρονισμό των υποδομών και την ενσωμάτωση της Ισπανίας στις διεθνείς αγορές μέσω φιλελεύθερων οικονομικών πολιτικών. Εχοντας επικρατήσει των αντιπάλων τους στον σχεδιασμό οικονομικής πολιτικής από τη δεκαετία του 1960, οι Ισπανοί τεχνοκράτες σύντομα θα συνειδητοποιούσαν τις αναπόφευκτες πολιτικο-κοινωνικές μεταλλάξεις που θα επέφερε ο οικονομικός φιλελευθερισμός στην Ισπανία.
Οι ανώτερες τάξεις, τέλος, φοβισμένες από τον ριζοσπαστισμό της επαναστατικής Αριστεράς κατά τον εμφύλιο, στήριξαν με τη σειρά τους το καθεστώς αλλά και άλλαξαν λόγω των οικονομικών πολιτικών του: σταδιακά το άνοιγμα της οικονομίας οδήγησε στη δημιουργία νέων βιομηχανικών – εμπορικών – τραπεζικών ελίτ αντί των παραδοσιακών αριστοκρατών γαιοκτημόνων που κυριαρχούσαν προεμφυλιακά, ενώ για πρώτη φορά τα μεσοστρώματα κυριάρχησαν αριθμητικά στην ισπανική κοινωνία.
Ο πρίγκιπας Χουάν Κάρλος με τον Φράνκο στη βεράντα των Ανακτόρων. Φωτ. ASSOCIATED PRESS
Ανάπτυξη και κοινωνικός μετασχηματισμός
Αμέσως μετά τον πόλεμο η οικονομική πολιτική στόχευσε στην αυτάρκεια, λόγω και της απομόνωσης της χώρας από τους νικητές. Ηταν η εποχή των υψηλών δασμών, του περιορισμού των εισαγωγών και του κρατισμού – τυπικό παράδειγμα της πολιτικής εκβιομηχάνισης και υποκατάστασης εισαγωγών που ακολούθησαν αρκετές «αναπτυξιακές δικτατορίες». Η πολιτική αυτή έφτασε στο τέλος της με το φιλελεύθερο «Σχέδιο Σταθερότητας» του 1959, που με την επίνευση των τεχνοκρατών του Opus Dei «πάγωσε» μισθούς, αύξησε φόρους και μείωσε την κρατική βοήθεια στους μικροεπιχειρηματίες. Επίσης άνοιξε τα σύνορα στις ξένες επενδύσεις και στον τουρισμό και έστειλε Ισπανούς εργάτες στο εξωτερικό. Ηταν η απαρχή μιας σχεδόν δεκαπενταετούς αλματώδους ανάπτυξης της χώρας κατά την οποία το κατά κεφαλήν ΑΕΠ αυξήθηκε από περίπου 300 δολάρια το 1957 σε 2.446 το 1974. Ωστόσο, η πετρελαϊκή κρίση του 1973 θα έδειχνε τα όρια και αυτού του μοντέλου που ήταν υπερβολικά εξαρτημένο από εξωτερικούς οικονομικούς παράγοντες. Σε κάθε περίπτωση, ώς τον θάνατο του Φράνκο η Ισπανία είχε μεταμορφωθεί πλήρως, φτάνοντας να είναι μεταξύ των είκοσι πιο ανεπτυγμένων οικονομιών του κόσμου το 1975.
Αυτή η ραγδαία οικονομική ανάπτυξη είχε και αντίστοιχες κοινωνικές επιπτώσεις, αλλάζοντας τον κοινωνικό ιστό τής κατά βάση φτωχής και αγροτικής χώρας του ’30 σε μια μοντέρνα βιομηχανική και τουριστική δύναμη. Οι ανώτερες τάξεις ήταν πλέον οι βιομήχανοι και τραπεζίτες, υποστηριζόμενοι από τους τεχνοκράτες, αντί των γαιοκτημόνων και του κλήρου προεμφυλιακά. Οι κατώτερες ήταν κατ’ ουσίαν το σύγχρονο προλεταριάτο (αντί των ακτημόνων αγροτών του ’30) που ξεκίνησε να οργανώνεται σε μη κρατικά συνδικάτα και τα τελευταία χρόνια της δικτατορίας να διεκδικεί αυξήσεις ακόμα και με απεργίες, κάτι αδιανόητο τη δεκαετία του 1950. Παράλληλα, διανοούμενοι και φοιτητές άρχισαν και εκείνοι να εκδηλώνουν δυναμικά την αντίθεσή τους προς την δικτατορία. Το ίδιο διάστημα δημιουργήθηκε για πρώτη φορά μια κοινωνικά πλειοψηφούσα μεσαία τάξη (το 54% του πληθυσμού στις αρχές του 1970) μικροϊδιοκτητών, υπαλλήλων, μικροεπιχειρηματιών και απασχολούμενων στον τουρισμό. Τα νέα αυτά μεσοστρώματα, σε μεγάλο βαθμό μη φιλικά προς το δικτατορικό καθεστώς, αλλά και μάλλον απολιτικά ως προς τον ιδεολογικό προσανατολισμό τους, σε αντίθεση με την έντονη ιδεολογική (δεξιά και αριστερή) πόλωση του ’30, απαιτούσαν ελευθερίες που εκ φύσεως δεν μπορούσε να εγγυηθεί η δικτατορία, παρά κάποια δειλά ανοίγματα όπως ο «Οργανικός Νόμος» του 1966 που επέτρεπε την οργάνωση «πολιτικών ενώσεων» (η λέξη «κόμματα» ήταν απαγορευμένη) έμμεσα αναγνωρίζοντας πολιτικές διαφορές στην κοινωνία, αποκλείοντας πάντως κάθε ιδέα μεταβίβασης εξουσιών από τον Φράνκο.
31.8.1936. Εχοντας συλληφθεί από τους φρανκιστές, μια μικρή ομάδα ανδρών πιστών στην κυβέρνηση οδηγείται στο τόπο εκτέλεσηςΦωτ. ASSOCIATED PRESS
Εσωτερικές συγκρούσεις και πορεία αποσύνθεσης
Καθώς οι διεκδικήσεις για πολιτικές ελευθερίες (και η βίαιη καταστολή τους) εντείνονταν, αυτό το τελευταίο θέμα ο δικτάτορας το φρόντισε προσωπικά, αναγορεύοντας τον πρίγκιπα Χουάν Κάρλος των Βουρβώνων, διαπαιδαγωγημένο με τις αρχές του φρανκισμού, διάδοχό του το 1971. Δύο χρόνια αργότερα έκανε ένα ακόμα βήμα, διορίζοντας πρωθυπουργό τον «σκληροπυρηνικό» ναύαρχο Λουίς Καρέρο Μπλάνκο. Πίστευε έτσι ότι εξασφάλιζε την ομαλή διαδοχή του και την περαιτέρω νομιμοποίηση του καθεστώτος με έναν ανώτατο άρχοντα και έναν αφοσιωμένο πρωθυπουργό, πλαισιωμένους από παρόμοια πιστούς αξιωματούχους και τεχνοκράτες. Το άτοπο της ελπίδας αυτής φάνηκε όταν η βασκική οργάνωση ΕΤΑ δολοφόνησε τον Μπλάνκο τον Δεκέμβριο 1973, στερώντας από το καθεστώς τον μοναδικό άνθρωπο που μπορούσε πράγματι να διαμεσολαβεί ανάμεσα στις αντικρουόμενες καθεστωτικές φράξιες και βυθίζοντάς το στη χειρότερη ώς τότε κρίση του. Ο διάδοχός του, ο άχρωμος και άτολμος Κάρλος Αρίας Ναβάρο, ήταν απόλυτα αδύναμος να αντιστρέψει την πορεία αποσύνθεσης ενός καθεστώτος που ακολουθούσε τη φθίνουσα υγεία του ηγέτη του. Η διετία ώς τις 20 Νοεμβρίου 1975 θα περνούσε μέσα σε υπόγειες συγκρούσεις καθεστωτικών ομάδων ενόψει της δύσκολης «επόμενης μέρας» στην οποία η μόνη σταθερά θα ήταν η επιδίωξη της συντριπτικής πλειοψηφίας του ισπανικού λαού να μην επαναληφθεί ό,τι έγινε το 1936. Αυτό πάντως φαινόταν ακατόρθωτο από πολλούς παρατηρητές το 1975, οι οποίοι απλώς διέβλεπαν τη συνέχιση του καθεστώτος σε ένα πλαίσιο περαιτέρω πολιτικο-κοινωνικών συγκρούσεων. * Ο κ. Ιωάννης Τζώρτζης είναι teaching fellow στο Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΕΥΑΝΘΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ