Υπάρχουν δύο αναγνώσεις που μπορεί κανείς να κάνει στην εφετινή παρουσία του Ολυμπιακού στο Τσάμπιονς Λιγκ. Η πρώτη έχει να κάνει με τον στόχο. Είναι δεδομένο ότι έστω και μέσω Μάντσεστερ η πορεία στην Ευρώπη συνεχίζεται. Λίγοι έχουν πραγματικά καταλάβει πόσο το Τσάμπιονς Λιγκ έχει δυσκολέψει τα τελευταία χρόνια για τις ελληνικές ομάδες. Ο ΠΑΟ το 2010, στην τελευταία του παρουσία σε αυτό, η ΑΕΚ στη μοναδική της συμμετοχή αυτή τη δεκαετία κι ο Ολυμπιακός το 2017-18 δεν έκαναν ούτε μια νίκη στους ομίλους: η ΑΕΚ έμεινε και χωρίς βαθμό.

Ενσωμάτωση

Το ποδόσφαιρό μας δεν περνά τις καλύτερες μέρες του και θα ήταν μάλλον απίθανο ο Ολυμπιακός να κερδίσει ομάδες όπως η Μάντσεστερ Σίτι και η Πόρτο την ώρα που οι αντίπαλοί του στο πρωτάθλημα δεν μπορούν να κερδίσουν την Μπράγκα και την Ομόνοια. Τα συνεχόμενα προβλήματα με τον Covid-19 και τους τραυματισμούς, η έλλειψη προετοιμασίας και το γεγονός ότι η ομάδα του Πέδρο Μαρτίνς παίζει από τον Ιούλιο του 2019 μέχρι τώρα συνεχώς, με παίκτες που έχουν σταματήσει για να πάρουν αναπνοές όλες κι όλες είκοσι μέρες πέρυσι το καλοκαίρι αποτελούν αντικειμενικές δυσκολίες. Το ότι ο Ολυμπιακός άφησε πίσω του την Ολιμπίκ Μαρσέιγ, δεύτερη και πέρυσι και φέτος στο γαλλικό πρωτάθλημα, όντας καλύτερός της στα δυο ματς που έδωσε μαζί της, δεν είναι κάτι αμελητέο – ίσα ίσα. Ο Ολυμπιακός πέρυσι έκανε έναν πόντο περισσότερο από φέτος: δεν ισχύει ότι πέρυσι πετούσε και φέτος περπατάει – τέτοια εποχή και πέρυσι είχε προβλήματα. Αν κάτι είναι ανησυχητικό είναι ότι δεν υπάρχει ενσωμάτωση των καλοκαιρινών του μεταγραφών. Αυτή είναι η δεύτερη ανάγνωση.

Απώλειες

Ο Μαρτίνς κέρδισε το μόνο ματς στο οποίο η ομάδα του είχε λίγες απώλειες: αυτό με τη Μαρσέιγ στο Καραϊσκάκη όταν και έλειπε μόνο ο Καμαρά. Σε όλα τα υπόλοιπα οι απώλειες ήταν μεγαλύτερες και στο τέλος ήταν τεράστιες (Βαλμπουενά, Χασάν, Μπρουμά, Ντρέγκερ, Μπρούνο κ.λπ.). Στη μοναδική του νίκη ο Μαρτίνς είχε να ρίξει στο ματς παίκτες που ήρθαν από τον πάγκο (Φορτούνης, Χασάν) και μπορούσαν να βοηθήσουν ουσιαστικά γιατί έχουν και παραστάσεις και ποιότητα. Αν ο πάγκος τώρα δεν βοηθά, αυτό οφείλεται στο ότι ο Μαρτίνς δεν βρήκε τρόπο να εντάξει τους νεοφερμένους. Κάποιοι είχαν ευκαιρίες και δεν τις εκμεταλλεύτηκαν – ελάχιστοι όμως είχαν τη δυνατότητα να αγωνιστούν σε συνεχόμενα ματς για να δείξουν τι μπορούν. Ο προπονητής βρήκε μια 16άδα και με αυτή πορεύτηκε. Σήμερα από αυτή λείπουν αρκετοί. Κι αυτό δημιουργεί το πρόβλημα στα τελευταία ματς.

Συνέχεια

Η διαφορά του περσινού με τον εφετινό Ολυμπιακό δεν έχει να κάνει με τους βαθμούς ή με τις εμφανίσεις. Εχει να κάνει με το γεγονός ότι η ομάδα του Μαρτίνς μοιάζει στάσιμη: έφτασε σε ένα καλό επίπεδο και φρέναρε. Ενώ πέρυσι σου έδινε την εντύπωση πως μπορεί να δώσει πάρα πολλά στη συνέχεια.

Πραγματικά

Ακούω πολλά για μεταγραφές κ.λπ. Τα τελευταία χρόνια έχει αποδειχτεί ότι είναι πάρα πολύ δύσκολο ποδοσφαιριστές που αποκτούνται τον Ιανουάριο να βοηθήσουν πραγματικά. Ο Ολυμπιακός τα προηγούμενα χρόνια Ιανουάριο έφερε πίσω τον Μιραλάς, απέκτησε με αρκετά χρήματα τον Σολδάνο, δανείστηκε εξαιρετικούς σολίστες όπως ο Ζιλ Ντίαζ, έφερε ποδοσφαιριστές με βαριά βιογραφικά όπως ο Παρέδες, ο Σισοκό, ο Καφού. Δεν πήρε τίποτα από κάποιον από αυτούς. Τον βοήθησαν αντιθέτως παίκτες από το ελληνικό πρωτάθλημα, όπως ο Τζεμπούρ κι ο Μανωλάς κάποτε, αλλά κι ο Μασούρας που αποκτήθηκε πρόπερσι. Δεν είμαι από αυτούς που πιστεύουν πως κάπου υπάρχουν διαθέσιμα ακραία μπακ και φορ και εξτρέμ που θα έρθουν τον Ιανουάριο να κάνουν τη διαφορά. Ο Μαρτίνς πρέπει να προσπαθήσει να πάρει πιο πολλά από παίκτες που έχει. Αναφέρομαι στον  Λοβέρα, τον Ντρέγκερ, τον Πέπε, τον Τιάγκο Σίλβα, τον Μπρούμα, τον Σουντανί, τον Κάιπερς κ.λπ. Αν αυτοί συνεχίσουν να είναι διακοσμητικοί τα προβλήματα θα μεγαλώσουν κι άλλο. Τουλάχιστον μέχρι να γυρίσουν στη φόρμα που ήταν πριν τους χάσουμε ο Βαλμπουενά και ο Χασάν…

Κλαίνε

Οι Ιταλοί κλαίνε από χθες τον μεγάλο Πάολο Ρόσι, κανονιέρη του Μουντιάλ του 1982, που παραμένει αυτό που λατρεύουν. Στην Ελλάδα υπάρχουν πολλοί που θεωρούν τον Ρόσι ένα τύπο που ήρθε από το πουθενά, πέτυχε έξι γκολ σε τρία συνεχόμενα ματς, απέκλεισε τη Βραζιλία των ονείρων, πήρε το Κύπελλο από τους Γερμανούς και χάθηκε. Δεν ισχύει. Ο Ρόσι υπήρξε πρωταγωνιστής με τη Σκουάντρα Ατζούρα και στο Μουντιάλ του 1978, έκανε πρωταθλητισμό (!) με επαρχιακές ομάδες όπως η Βιτσέντσα και η Περούτζια, ανάγκασε τη Γιουβέντους που δεν τον πίστεψε όταν ήταν μικρός να τον αποκτήσει όταν μεγάλωσε, έπαιξε ευρωπαϊκούς τελικούς και έγινε στην Ιταλία σημείο αναφοράς για χρόνια. Κάθε σέντερ φορ που κομμάτι του έμοιαζε (ήταν δηλαδή γρήγορος, εκρηκτικός και «σκόρερ της μιας επαφής») συγκρινόταν για χρόνια μαζί του. Ο σταυρός του μαρτυρίου της διαδοχής του Ρόσι τσάκισε πολλούς. Φυσικά και τον ιταλό ήρωα του Μουντιάλ του 1990 Τοτό Σκιλάτσι, που παρακαλούσε τους ιταλούς δημοσιογράφους να μην τον συγκρίνουν με τον Παμπλίτο.

Ηρωας

Ο Ρόσι ήταν στην πρώτη γραμμή της ιταλικής επικαιρότητας για δεκαετίες. Σταμάτησε το ποδόσφαιρο στα 31 του με διαλυμένους μηνίσκους. Ασχολήθηκε με το μόντελινγκ, το τραγούδι, την τηλεόραση, την πολιτική – υπήρξε και υποψήφιος της ιταλικής Δεξιάς και σε εθνικές εκλογές και σε ευρωεκλογές. Εγινε επίσης καλός σχολιαστής κι έγραψε τρεις (!) βιογραφίες: η πιο επιτυχημένη έχει τον ενδεικτικό τίτλο «Ο άνθρωπος που έκανε τη Βραζιλία να κλάψει». Υπήρξε καλός επιχειρηματίας και έκανε και δυο γάμους – τα τρία του παιδιά τον λάτρευαν. Θέλω να πω ότι ο «Παμπλίτο», όπως τον φώναζαν οι Ιταλοί, δεν χάθηκε μετά το Μουντιάλ που κατέκτησε, ούτε και έγινε ένα είδος μυθικού ήρωα που κανείς δεν έβλεπε. Ηταν πάντα παντού: για να θυμίζει στους νεότερους συμπατριώτες του για δεκαετίες ότι δεν θα τον ξεπεράσουν ό,τι κι αν κάνουν.

Vero

Τολμώ να πω ότι μέχρι να ανακαλύψουν τον Ρομπέρτο Μπάτζιο και να μαγευτούν από τις περιπέτειές του ο Ρόσι ήταν ένα είδος εθνικής λατρείας. Και το ότι είχε τιμωρηθεί με τρία χρόνια αποκλεισμό για συμμετοχή σε στημένους αγώνες ήταν κάτι σαν ένα είδος ένοχου μυστικού της χώρας: όλοι το θυμόντουσαν, αλλά κανείς δεν μιλούσε για αυτό. Θα τον κλάψουν διότι έφυγε και νεότατος: μόλις 64 ετών. Θα τον θυμάμαι όπως τον γνώρισα κάποτε σε ένα τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ. Οχι με τη φανέλα της Σκουάντρα Ατζούρα, αλλά με σπορ καρό σακάκι και posse, μαλλιά όσο μακριά έπρεπε για να τα φυσάει ο αέρας, γυαλιά ηλίου μέσα στο καταχείμωνο και ένα χαμόγελο που μαγνήτιζε. Un italiano vero…

Γράψτε το σχόλιό σας

Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο