Home / Ειδήσεις / Νικόλαος Πλαστήρας: Ο στεγνός συνταγματάρχης

Νικόλαος Πλαστήρας: Ο στεγνός συνταγματάρχης

Προ δώδεκα ακριβώς ετών –και συγκεκριμένως στις 26 Ιουλίου 1953– ο Ελληνικός Λαός επληροφορείτο ότι ο Νικόλαος Πλαστήρας είχεν υποκύψει την νύκτα εις την καρδιακήν του ανεπάρκειαν. Την επομένην η σορός του στρατηγού μετεφέρετο στη Μητρόπολι και εξετίθετο σε δημόσιο προσκύνημα.Τότε συνέβη κάτι που επροκάλεσε κατάπληξιν εις τους πολιτικούς αντιπάλους του στρατηγού: Από βαθείας πρωίας έως αργά την νύκτα, μέχρι της μεθεπομένης που έγινε η κηδεία, μυριάδες Αθηναίων, σε ατελείωτες και συνεχώς ανανεούμενες ουρές, επερίμεναν τη σειρά τους για να ασπασθούν τον νεκρό Αρχηγό. Τότε μόνον, γύρω από το σκήνωμα του στρατηγού, η Ελληνική Δεξιά αντελήφθη ότι ο Νικόλαος Πλαστήρας ήταν ένας λαϊκός ήρως. «ΤΟ ΒΗΜΑ», 31.7.1965, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»Και ήταν πράγματι λαϊκός ήρως του γνησιωτέρου τύπου. Προήλθε από το Λαό, τον αγάπησε με πάθος και με στοργή και ηγωνίσθη σ’ όλη του τη ζωή να τον υπηρετήση με καλωσύνη και ανιδιοτέλεια. Λόγω της επαγγελματικής μου ιδιότητος, υπήρξα οικείος πολλών και μεγάλης δημοτικότητος πολιτικών ανδρών του τόπου μας. Σπανίως, όμως, αντίκρυσα το θέαμα που συναντούσα κοντά στον Πλαστήρα, είτε στο απέριττο διαμέρισμά του της λεωφόρου Βασιλίσσης Σοφίας, είτε στα γραφεία της ΕΠΕΚ της οδού Ακαδημίας, όπου εδέχετο τους φίλους του, βοηθούμενος από τον Λουκήν Ακρίταν, είτε εις το Πρωθυπουργικόν Γραφείον των Παλαιών Ανακτόρων. Ήταν ένα σπάνιον φαινόμενον πηγαίας και αυθορμήτου ψυχικής επικοινωνίας Λαού και Αρχηγού. Πλήθος απλών ανθρώπων του Λαού μας –πρόσφυγες, χωροφύλακες, ιερείς, εργοστασιάρχαι, εργάται, αξιωματικοί, διανοούμενοι, νοικοκυρές– εκύκλωναν κάθε μέρα τον ξερακιανόν στρατηγόν με το στριμμένο μουστάκι και τα φλογερά μαύρα μάτια και του εξεδήλωναν παντοιοτρόπως τη λατρεία τους. Άλλοι του φιλούσαν το χέρι. Άλλοι του έδιναν ένα εικόνισμα για φυλαχτό. Άλλοι του εχάριζαν μικρά απλοϊκά δώρα ως δείγματα της αγάπης τους. Δεν ξέρω πόσοι αυτοσχέδιοι ζωγράφοι τού είχαν ζωγραφίσει και στείλει το πορτραίτο του. Και δεν ξέρω επίσης πόσες γυναικούλες εκέντησαν τη μορφή του σε μικρά μαξιλάρια του καναπέ.Δεν είναι ανεξήγητη αυτή η λατρεία: Ο Λαός, με το αισθητήριόν του, είχε κατατάξει τον Πλαστήρα στους «δικούς» του, στους ηγέτας, δηλαδή, που αγαπούν, προσέχουν και σέβονται το Λαό. Ο ίδιος ο Πλαστήρας κατ’ επανάληψιν μού εξέθεσε τη δική του στάσι απέναντι του Λαού, τη δική του κοσμοθεωρία ως προς τον τρόπο με τον οποίον πρέπει να φέρεται κανείς προς τις Ελληνικές μάζες.– Τους Έλληνας, μου έλεγε, για να τους διοικήσης επιτυχώς, πρέπει να τους πιάνης με το καλό, να τους κεντρίζης το φιλότιμο. Τότε κάνουν θαύματα! «ΤΟ ΒΗΜΑ», 31.7.1965, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»Και έκαμαν μαζί του θαύματα, όπως αποδεικνύει το έπος του 5/42 Συντάγματος Ευζώνων, του οποίου ήταν Διοικητής. Μέσα στην τραγική κατάρρευσι της Ελληνικής Στρατιάς της Μικράς Ασίας, το Σύνταγμα του Πλαστήρα ήταν το μόνον που έσωσε την τιμήν των Ελληνικών όπλων και, συντεταγμένο, με τον Πλαστήρα επί κεφαλής, εγκατέλειψε τελευταίο τον Τσεσμέ. Τον ελάτρευαν τον Πλαστήρα οι εύζωνοί του. Γιατί ήταν πρώτος στη μάχη, πρώτος στον κίνδυνο, πρώτος στην κακουχία. Σε όλα –συσσίτιο, καταυλισμό– υπήρχε πλήρης εξίσωσις Διοικητού και ευζώνων. Το μόνο του «προνόμιον», εν συγκρίσει προς τους ευζώνους του, ήταν το άλογό του. Έτσι υπήρξε, κοντά στις ηθικές, και η υλική προϋπόθεσις για να δημιουργηθή ο θρύλος του «Μαύρου Καβαλλάρη», που είχε διπλή καταγωγή: Τη λατρεία των Ελληνικών τμημάτων προς τον Πλαστήρα και τον τρόμο που προκαλούσε στους Τσέτες η εμφάνισις του στεγνού συνταγματάρχου.Δεν θα μιλήσω, βέβαια, για την παροιμιώδη γενναιότητα του Πλαστήρα. Στη Μακεδονία, στην Ουκρανία, στη Μικρά Ασία, στην Ελλάδα, από υπαξιωματικός δεν έκανε τίποτε άλλο παρά να γράφη σελίδες παράτολμου ηρωισμού. Ως Αρχηγός της Επαναστάσεως του 1922, έγινε στόχος ενόπλου συνωμοσίας από τους τότε συνεργάτας του Θ. Πάγκαλον και Αλ. Χατζηκυριάκον. Είχαν συγκεντρωθή στα Παραπήγματα εκατοντάδες αξιωματικών, έτοιμοι να τον καταργήσουν, επειδή δεν επέσπευδε την τιμωρίαν των υπευθύνων της Μικρασιατικής καταστροφής. Επληροφορήθη την σύναξιν και έσπευσε μόνος του στα Παραπήγματα. Με μόνην την παρουσίαν του, οι συνωμόται και οι επί κεφαλής αυτών διελύθησαν ησύχως. Διότι το βλέμμα του ακτινοβολούσε άτεγκτον αποφασιστικότητα. Στη Νίκαια, κάποτε, επί Αλβανικού πολέμου, μου είπε:– Αν ήμουνα κάτω, τους Ιταλούς θα τους έπαιρνα με τις κλάρες. Και θα τους έρριχνα στη θάλασσα! Αλλ’ αυτός ο γενναίος πολεμιστής ήταν, πάνω απ’ όλα, άνθρωπος. Από αίσθησιν εθνικού καθήκοντος διέταξε την εκτέλεσιν των έξη και αργότερα του Μπελογιάννη. Και ουδέποτε απηρνήθη τας ευθύνας του, μολονότι οι τότε «αδιάλλακτοι» την απηρνήθησαν αργότερα. Αλλά ως άνθρωπος ο Πλαστήρας, όπως γνωρίζω, εβυθίζετο επί ημέρες σε μελαγχολία, γιατί είχε αναγκασθή να χύση Ελληνικό αίμα. Είχε, εξ άλλου, μέχρι τέλους της ζωής του, βαθύτατο σεβασμό προς την ουσία της Δημοκρατίας. Οσάκις μετείχε ή ηγείτο κινημάτων, το έκανε διότι ειλικρινώς επίστευεν ότι εκινδύνευεν η Δημοκρατία. Κάποτε, όταν ήταν Πρωθυπουργός, συνέπεσε να έχη εναντίον του την ολότητα σχεδόν του Αθηναϊκού Τύπου. Κάθε μέρα οι εφημερίδες τού έσουρναν τα εξ αμάξης: Τον αποκαλούσαν συνοδοιπόρον, απόλεμον, ανόητον, αγράμματον, άξεστον, «θυρωρόν Ευρωπαϊκού ξενοδοχείου με μεγάλα μουστάκια» κλπ. Την εποχή εκείνη ο υπογράφων συνέτασσε την επιθεώρησιν πρωινού Τύπου του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας. Και, φυσικά, από καθήκον αντικειμενικότητος, περιελάμβανε στην εκπομπή του περιλήψεις όλων των αντιπλαστηρικών άρθρων. Αυτό εξαγρίωσε τους βουλευτάς της ΕΠΕΚ, οι οποίοι του έκαμαν ομαδικό διάβημα για να καταργήση την εκπομπή. Γελαστός ο Πλαστήρας τούς απήντησε:– Αφού τα γράφουν αυτοί, γιατί να μην τα μεταδίδουμε και εμείς για να τα μαθαίνη ο κόσμος;Έδωκεν έτσι στους βουλευτάς του ένα υψηλόν μάθημα δημοκρατικής ανοχής. Αν και στρατιωτικός εξ επαγγέλματος, ο Πλαστήρας είχε ασφαλές ένστικτον εν σχέσει και προς τα πολιτικά πράγματα. Όταν απεφάσισε να πολιτευθή, ιδρύοντας δικό του κόμμα –την ΕΠΕΚ– πολλοί και ειλικρινείς φίλοι του τον συνεβούλευσαν να μην το κάμη, «για να μη γελοιοποιηθή». Ο Πλαστήρας επέμεινε. Και απεδείχθη ότι το ένστικτό του ήταν υγιέστερο από το ένστικτο εκείνων που τον απέτρεπαν να πολιτευθή. Με το σύνθημα της «αλλαγής», το οποίον έρριξε με την ευζωνικήν του προφοράν από ένα μπαλκόνι της πλατείας Κλαυθμώνος, εκέρδισε τις ψυχές μεγάλων μαζών του Ελληνικού Λαού. Και με τα ανθρωπιστικά του κηρύγματα υπέρ των πολλών και των αποκλήρων της ζωής, ημπόδισεν εκατοντάδας χιλιάδων Ελλήνων να κατολισθήσουν εις τον κομμουνισμόν, όπως ήσαν έτοιμοι. Την υπηρεσίαν εκείνην του Πλαστήρα την αναγνωρίζουν σήμερα πρώτοι οι τότε αντίπαλοί του. Όπως την είχε αναγνωρίσει και ο Βασιλεύς Παύλος, ο οποίος εις το πρόσωπον του στρατηγού είχε εύρει έναν ευθύν, έντιμον και νομιμόφρονα Πρωθυπουργόν και σύμβουλον – μολονότι προηγουμένως είχε περιληφθή στον «μαύρο πίνακα» του Παλατιού.*Επιφυλλίδα του Ελευθερίου Κοτσαρίδα, που έφερε τον τίτλο «Ο Πλαστήρας» και είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Το Βήμα» στις 31 Ιουλίου 1965, επί τη συμπληρώσει δώδεκα ετών από την εκδημία του Νικολάου Πλαστήρα.Ο στρατιωτικός και πολιτικός Νικόλαος Πλαστήρας γεννήθηκε στο Βουνέσι (νυν Μορφοβούνι) Καρδίτσας στις 4 Νοεμβρίου 1883 και απεβίωσε στην Αθήνα στις 26 Ιουλίου 1953.

Πηγή

About ingr