Είναι ορισμένα από τα πολυαναμενόμενα κτίρια σε Ευρώπη, Μέση και Απω Ανατολή που θα ολοκληρώνονταν, θα άνοιγαν τις πύλες τους και θα κατακτούσαν τον ορίζοντα των πόλεων που τα φιλοξενούν μέσα στο 2020, ωστόσο η περιπετειώδης χρονιά που φτάνει στο τέλος της είχε διαφορετικά σχέδια.
Magnum Opus
Χαρακτηριστικό παράδειγμα τo ξενοδοχείο «ΜΕ Dubai» στην πολυπληθέστερη πόλη των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, το οποίο είναι έτοιμο να υποδεχτεί τους πελάτες του και όταν με το καλό τελειώσει όλο αυτό που ζούμε, αυτοί θα φιλοξενούνται σε ένα περιβάλλον 100% Ζάχα Χαντίντ.
Γιατί η σπουδαία και αείμνηστη βρετανοϊρακινή αρχιτέκτονας (1950-2016) είχε σχεδιάσει το συγκεκριμένο κτίριο, ονόματι «Opus», από το 2007, ενώ είχε προλάβει να βάλει τη σφραγίδα της ακόμα και στην επίπλωσή του (τα αποτελέσματα της έμπνευσής της είχαν παρουσιαστεί στο London Design Festival του 2014). Οσοι δεν καταφέρουν να αποκτήσουν μια διά ζώσης εμπειρία του πολυτελούς ξενοδοχείου μπορούν να αρκεστούν στην εντυπωσιακότατη εικόνα του.
Γιατί οι γιγάντιοι σιαμαίοι πύργοι του προκαλούν το δέος ακόμα και από μακριά έτσι όπως «παίζουν» με όλες τις δυνατές αντιθέσεις. Με τη διαφάνεια και την αδιαφάνεια, με τις συμπαγείς επιφάνειες και το κενό, με την ακανθώδη γεωμετρία των γυάλινων κύβων που συναπαρτίζουν τις όψεις και τη ρευστότητα των επιφανειών στο άδειο διάστημα ανάμεσα στους πύργους. Αυτοί οι δύο κολοσσιαίοι όγκοι ενώνονται μεταξύ τους στην επιφάνεια του εδάφους μέσα από τέσσερις ορόφους, ενώ στη συνέχεια συναντιούνται ξανά στα 71 μέτρα με μια «αερογέφυρα» τριών ορόφων.
Το 20ώροφο κτίριο ορθώνεται στα εκατό μέτρα ύψος και βρίσκεται στην περιοχή Burj Khalifa, κοντά στον ψηλότερο ουρανοξύστη του κόσμου, ο οποίος έχει σχεδιαστεί να δεσπόζει στα 828 μέτρα από τους Skidmore, Owings & Merrill. Οταν ανοίξει μέσα στο 2021, το «Opus» θα στεγάσει ούτε ένα, ούτε δύο, αλλά δώδεκα διαφορετικά εστιατόρια. Είναι μια επένδυση της Omniyat, ενός μεγάλου κτηματομεσιτικού ομίλου που δραστηριοποιείται στην περιοχή του Κόλπου με μεγαλεπήβολα σχέδια και πολυτελείς λύσεις διαβίωσης για τους κατοίκους της περιοχής.
1.000 και πλέον δέντρα
Σε εντελώς άλλο ύφος, ένας άλλος starchitect, ο Βρετανός Τόμας Χέδεργουικ, έχει σχεδιάσει ένα σύμπλεγμα κτιρίων στα περίχωρα της Σανγκάης, το οποίο αναμένει ύστερα από πολλές καθυστερήσεις την ολοκλήρωσή του, και όχι μόνο ελέω COVID-19. Το αξιοσημείωτο στην περίπτωσή του είναι ότι εκτός από τα υλικά κατασκευής του ενσωματώνει στον σχεδιασμό του και «1.000 δέντρα», όπως είναι και το όνομά του.
Το σύμπλεγμα βρίσκεται είκοσι λεπτά από το κέντρο της πόλης, κοντά στην καλλιτεχνική γειτονιά της Σανγκάης Μ50, δίπλα σε ένα μεγάλο δημόσιο πάρκο. Το σκεπτικό του σχεδιασμού του ήταν ότι για να καλυφθεί αρχιτεκτονικά η περιοχή που διέθετε η εταιρεία ανάπτυξης ακινήτων Tian An China, η οποία έκανε και την ανάθεση, έπρεπε να χτιστεί ένας πολύ μεγάλος κτιριακός όγκος ή δύο, όπως κρίθηκε τελικά σκόπιμο και ορθό, δεδομένου κιόλας ότι τα δύο οικοδομήσιμα οικόπεδα χωρίζονται από μια λωρίδα κρατικής γης. Αυτές οι δύο μεγάλης κλίμακας κατασκευές θα χρειάζονταν 800 κολόνες για να στηριχτούν επιτυχώς.
Ο Χέδεργουικ, ο οποίος κέρδισε τη συγκεκριμένη ανάθεση αφότου οι κινέζοι πελάτες του εντυπωσιάστηκαν από τον σχεδιασμό του για το Βρετανικό Περίπτερο της Παγκόσμιας Εκθεσης της Σανγκάης το 2010, σκέφτηκε να κάνει την ανάγκη φιλότιμο. Να αναδείξει δηλαδή αυτό το άχαρο δομικό στοιχείο το οποίο είναι συνήθως κρυμμένο εντός των κτιρίων. Παράλληλα, σκέφτηκε να χρησιμοποιήσει καθεμία από αυτές τις κολόνες ως υποδοχέα φυτών και να φυτευτούν δεκάδες, εκατοντάδες, χιλιάδες θάμνοι και δέντρα εντός τους.
Το αποτέλεσμα είναι δύο αρχιτεκτονικά «βουνά» καλυμμένα με δέντρα, δηλαδή δύο μεγάλοι κατακερματισμένοι όγκοι που προσπαθούν να ταιριάξουν με τον περιβάλλοντα χώρο και τα κτίριά του. Συνολικά, αυτοί οι υποδοχείς-κολόνες περιέχουν περί τις 25.000 φυτά από 46 διαφορετικά είδη και καθένας τους περιλαμβάνει έναν μοναδικό συνδυασμό τους. Τα φυτά προέρχονται από το νησί Τσονγκμίνγκ της Σανγκάης και τα περισσότερα είναι αειθαλή για να διασφαλίσουν ότι αυτά τα κτίρια μεικτής χρήσης, όπου θα στεγάζονται εμπορικά καταστήματα αλλά και γραφεία και κατοικίες, θα είναι καταπράσινα καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου.
Βουνό και νερό
Μια άλλη πρωτότυπη λύση στην ομοιομορφία των (κινεζικών) πόλεων προτείνει ένας γηγενής αρχιτέκτονας. Ο Μα Γιανσόγνκ του αρχιτεκτονικού γραφείου MAD έκανε την επιλογή να φέρει τη φύση μέσα στο σύμπλεγμα κτιρίων που κλήθηκε να σχεδιάσει. Ετσι, στο Nanjing Zendai Himalayas Center, το οποίο βρίσκεται στην πόλη Ναντζίνγκ, στην καρδιά την επαρχίας Τζιανγκσού, σε ορισμένα σημεία δεν μπορείς να ξεχωρίζεις πού τελειώνει η φύση και πού αρχίζει η αρχιτεκτονική. «Θέλουμε να μεταφέρουμε τις παραδοσιακές αξίες της πόλης σε μια αστική εμπειρία που συνδυάζεται με τη φύση» εξηγεί ο Μα Γιανσόνγκ.
Η κινεζική παράδοση άλλωστε αγαπούσε τη μικρή κλίμακα και βρισκόταν κοντά στη φύση, δύο παράμετροι που έχουν καταστρατηγηθεί από τη σύγχρονη αρχιτεκτονική, οπότε οι MAD είπαν να τη φέρουν στο αστικό τοπίο, ή ακόμα καλύτερα να χρησιμοποιήσουν το ίδιο το κτίριο για να τη δημιουργήσουν.
Το αποτέλεσμα είναι 13 κατασκευές, καθεμία από τις οποίες θυμίζει ένα μικρό βουνό. Φαινομενικά μοιάζουν να έχουν σχηματιστεί από τον άνεμο και το νερό της περιοχής και οι καμπύλες επιφάνειές τους με τις γυάλινες περσίδες μοιάζουν να πέφτουν σαν τα νερά των καταρρακτών, λες και συνομιλούν με τη φύση που εξακολουθεί να υπάρχει στην περιοχή. Το υδάτινο στοιχείο απαντάται και στη φυσική του μορφή, καθώς μια σειρά από πισίνες και καταρράκτες ενώνουν τα κτίρια μεταξύ τους, ενώ δέντρα και φυτά θολώνουν τα όρια ανάμεσα στο φυσικό και στο τεχνητό περιβάλλον. Το αποτέλεσμα είναι ότι, από απόσταση, τα κτίρια μαζί με τον περιβάλλοντα χώρο και τις υπάρχουσες χαμηλές κατασκευές που θυμίζουν χωριό μοιάζουν να δημιουργούν ένα φαράγγι.
Δεδομένου ότι η Ναντζίνγκ έχει υπάρξει πρωτεύουσα πολλών δυναστειών της Κίνας και διατηρεί ακόμα και σήμερα την εξέχουσα θέση της στην υπερδύναμη της Απω Ανατολής, ο Γιανσόνγκ ήθελε το κτίριο να απηχεί την ιστορία της. Γι’ αυτό και «πάτησε» πάνω στην παραδοσιακή κινεζική κουλτούρα του Shanshui (βουνό-νερό), που είναι ένα είδος ζωγραφικής όπου εικονίζονται τοπία με ψηλά απόκρημνα βουνά, όπως και ένα όχημα για την κινεζική φιλοσοφία για να δημιουργήσει ένα αστικό περιβάλλον ποικίλης χρήσης, το οποίο προσεγγίζει τη σιδηροδρομική γραμμή υψηλής ταχύτητας που βρίσκεται στην περιοχή.
Κυνηγώντας το «Πράσινο διαμάντι»
Τέλος, οι Νορβηγοί Snøhetta συνδράμουν στην αειφόρο αρχιτεκτονική με ένα κτίριο στην ιστορική βιομηχανική πόλη Πόρσγκρουν της Νορβηγίας στην κομητεία Τέλεμαρκ. To ενδεκαώροφο κτίριο ονόματι Powerhouse Telemark, ή «Πράσινο διαμάντι» όπως είναι γνωστό χάρη στην αειφορία του, συμβολίζει τη συνέχεια της περήφανης ιστορίας του Tέλεμαρκ ως έδρας ενός από τα μεγαλύτερα υδροηλεκτρικά εργοστάσια του 19ου αιώνα.
Το Powerhouse Telemark θέλει να θέσει ένα νέο πρότυπο για την κατασκευή περιβαλλοντικά βιώσιμων κτιρίων και μειώνει την ετήσια καθαρή κατανάλωση ενέργειάς του κατά 70% σε σύγκριση με παρόμοια συγκροτήματα γραφείων. Είναι ένας φάρος βιώσιμου σχεδιασμού και ένα λαμπρό παράδειγμα για το πώς μπορεί η αρχιτεκτονική να είναι αειφόρος, καθώς το λοξό και ελαφρώς κωνικό κτίριο που βρίσκεται στο βιομηχανικό πάρκο Heroya διαθέτει μια κεκλιμένη οροφή για να διασφαλίζει τη μέγιστη ποσότητα ηλιακής ενέργειας από ηλιακούς συλλέκτες.
Αντίστοιχοι συλλέκτες υπάρχουν και στην πρόσοψη, στα υπόστεγα του parking αυτοκινήτων και ποδηλάτων και το αποτέλεσμα είναι ότι το κτίριο παράγει περισσότερη ενέργεια από ό,τι θα καταναλώσει στη διάρκεια εξήντα ετών λειτουργίας. Το Powerhouse Telemark είναι επισήμως ανοιχτό και παρέχει πολύ ευέλικτες λύσεις διαμόρφωσης των εσωτερικών του χώρων, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται γραφεία τα οποία είναι ιδανικά ακόμα και εν μέσω πανδημίας.