Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Brookings
Η μελέτη του Ινστιτούτου Brookings διαπιστώνει ότι, όσο περνάνε τα χρόνια ένας πλούσιος όχι μόνο γίνεται πλουσιότερος, αλλά ζει και πιο πολύ. Έτσι, οι φτωχοί υπολείπονται τόσο σε οικονομικό, όσο και σε βιολογικό επίπεδο.
Στην αρχή της δεκαετίας του ’70, ένας 60χρονος που ανήκε στο ανώτερο 50% της εισοδηματικής κλίμακας μπορούσε να προσδοκά ότι θα ζήσει 1,2 χρόνια περισσότερα από ό,τι ένας συνομήλικός του στο κατώτερο 50% της κλίμακας των εισοδημάτων. Το 2001 η διαφορά είχε φθάσει τα 6,8 χρόνια και σήμερα είναι ακόμη μεγαλύτερη.
Και η διαφορά είναι πολύ πιο αισθητή ανάμεσα στα άκρα της κλίμακας. Ένας πλούσιος άνδρας γεννημένος στη δεκαετία του 1920 που ανήκε στο ανώτερο 10% των εισοδημάτων, αναμενόταν να ζήσει έξι χρόνια περισσότερα από έναν συνομήλικό του που ήταν φτωχός και ανήκε στο κατώτερο 10%. Η αντίστοιχη διαφορά μεταξύ των γυναικών ήταν 4,7 χρόνια.
Όμως μέσα σε τρεις δεκαετίες τα πράγματα άλλαξαν δραματικά. Μεταξύ πλουσίων και φτωχών ανδρών γεννημένων στη δεκαετία του 1950, η ψαλίδα του προσδόκιμου ζωής έχει υπερδιπλασιαστεί στα 14 χρόνια, ενώ για τις γυναίκες έχει επίσης υπερδιπλασιασθεί στα 13 χρόνια.
Το ζήτημα έχει γίνει αντικείμενο δημόσιου διαλόγου στις προκριματικές εκλογές στις ΗΠΑ από τους δύο υποψήφιους των Δημοκρατικών Μπέρνι Σάντερς και Χίλαρι Κλίντον, διευρύνοντας το περιεχόμενο του προβληματισμού σχετικά με την ανισότητα.
Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Brookings, μεταξύ του 10% των χαμηλότερα αμειβόμενων μισθωτών που γεννήθηκαν στη δεκαετία του ’50, το προσδόκιμο ζωής αυξήθηκε κατά 3%, σε σχέση με τη δεκαετία του ’20. Όμως, μεταξύ του 10% των υψηλότερα αμειβόμενων μισθωτών, η αύξηση του προσδόκιμου ζωής ήταν περίπου 28%. Αυτό εξηγεί γιατί η διαφορά μεταξύ προνομιούχων και μη διευρύνθηκε, όσον αφορά τη διάρκεια της ζωής τους.
Οι ειδικοί δεν είναι σίγουροι πού οφείλεται αυτό. Ωστόσο, εικάζουν ότι οι πιο πλούσιοι και πιο μορφωμένοι άρχισαν να ακολουθούν πιο υγιεινό τρόπο ζωής, ενώ οι φτωχότεροι δεν ήθελαν ή εξ αντικειμένου δεν μπορούσαν να κάνουν κάτι ανάλογο. Μόνο το κάπνισμα πιστεύεται ότι εξηγεί γύρω στο ένα τρίτο έως ένα τέταρτο της διαφοράς.
Σε ότι αφορά την παχυσαρκία, οι ειδικοί πιστεύουν ότι ναι μεν αυξάνει γενικά μεταξύ του πληθυσμού, αλλά τα ποσοστά παχυσαρκίας μεταξύ πλουσίων και φτωχών τείνουν να συγκλίνουν. Έτσι, στις ΗΠΑ υπολογίζεται ότι το 37% των φτωχών είναι παχύσαρκοι, έναντι 31% των πλουσίων.
Η περιορισμένη πρόσβαση των φτωχών σε ιατρική και νοσοκομειακή περίθαλψη επίσης εξηγεί εν μέρει τη διαφορά του προσδόκιμου ζωής.
Πολλοί ερευνητές πιστεύουν ότι η διαφορά του προσδόκιμου ζωής άρχισε να διευρύνεται πιο αισθητά πριν από περίπου 40 χρόνια, όταν άρχισε να διευρύνεται και η οικονομική ανισότητα. Το αποτέλεσμα είναι ότι -όπως και στην οικονομία μεγαλώνει η «πίτα» προς διανομή αλλά μοιράζεται ολοένα πιο άνισα- υπάρχει μεν μια διαρκής ιατρική και τεχνολογική πρόοδος, όμως απλούστατα δεν επωφελούνται όλοι από αυτήν. Μεγάλα τμήματα του πληθυσμού μένουν «απ’ έξω» -και πεθαίνουν νωρίτερα.
Επιμέλεια: Μαίρη Μπιμπή
health.in.gr, ΑΠΕ-ΜΠΕ