Ας μπούμε στη θέση ή καλύτερα «στα παπούτσια», κατά την Αγγλοσαξονική έκφραση, των σημερινών 85άρηδων.

Γεννήθηκαν στην Ελλάδα της δικτατορίας του Ιωάννη Μεταξά. Τα μεγαλύτερα αδέρφια τους, και ίσως και οι ίδιοιαργότερα, φορούσαν τη μαύρη στολή, με το δίκοχο και τη λευκή γραβάτα της Εθνικής Οργάνωσης Νεολαίας (Ε.Ο.Ν.), που ίδρυσε το Μεταξικό καθεστώς.

Οι πρώτες τους μνήμες σημαδεύονται από τις ηρωικές αλλά και τραγικές εικόνες του ’40.

Είναι 4 ετών όταν οι καμπάνες της εκκλησίας χτυπάνε χαρμόσυνα, ο κόσμος βγαίνει στους δρόμους πανηγυρίζοντας και στα ραδιόφωνα ανακοινώνεται ότι: «Αι Ιταλικαί στρατιωτικαί δυνάμεις προσβάλλουν από της 5:30 πρωινής τής σήμερον τα ημέτερα τμήματα προκαλύψεως της ελληνοαλβανικής μεθορίου» και πως οι ελληνικές δυνάμεις  «αμύνονται του πατρίου εδάφους».

Ο πατέρας τους, ο θείος τους, κάποιο αγαπημένο μέλος της οικογένειας φεύγει για τον πόλεμο μέσα σε ατμόσφαιρα που θυμίζει πανηγύρι.

Λίγους μήνες αργότερα όμως οι σημερινός 85άρηδες, σε ηλικία 5-6 ετών θα ζήσουν στην απόλυτη φτώχεια και την εξαθλίωση της Κατοχής. Είναι ντυμένοι με κουρέλια και τα παπούτσια τους, στα οποία μπήκαμε πριν λίγο, έχουν λιώσει.

Αν έχουν την ατυχία να ζουν στην πόλη, στέκονται καθημερινά στην ουρά για το συσσίτιο και επειδή αυτό δεν φτάνει, νιώθουν τυχεροί αν βρουν κάποια λεμονόκουπα ή φλούδες από κρεμμύδι ή ακόμα και κόκκαλο για να ξεγελάσουν την πείνας του γλύφοντάς το. Κι όλα αυτά σε δρόμους που καθημερινά περνάει το κάρο για να περισυλλέξει πτώματα λιμοκτονούντων.

Οι σημερινοί  85άρηδες, φτάνοντας στην προεφηβεία, πριν καλά – καλά πανηγυρίσουν την Απελευθέρωση βλέπουν τη χώρα τους να χωρίζεται στα δύο, σ’ έναν αιματηρό αδελφοκτόνο εμφύλιο, που περνώντας από την εμπόλεμη σύγκρουση στις διώξεις και τις εξορίες, θα διαρκέσει για πολλά χρόνια.

Γύρω στα μέσα της δεκαετίας του ’50 όμως, καθώς η Ελλάδα προσπαθεί να ορθοποδήσει, γίνονται η νεολαία της εποχής και αρχίζουν να διασκεδάζουν. Αναλόγως τις προσλαμβάνουσες και τα γούστα τους, ακούνε σε καφενεία, ταβέρνες και κέντρα διασκέδασης τον Βασίλη Τσιτσάνη (τον ίδιο ή τον δίσκο του), να τραγουδάει με τη Μαρίκα Νίνου το νέο του τραγούδι «Κάθε βράδυ πάντα λυπημένη» ή αντιγράφουν τον συνομήλικό τους Έλβις Πρίσλεϊ και προσπαθούν να μάθουν τα βήματα των αμερικανικών και ευρωπαϊκών χωρών. Γνωρίζουν τον Μάνο Χατζηδάκι.

Στη δεκαετία του ’60 πίνουν βερμούτ και ρετσίνα, χορεύουν τουίστ και ζεϊμπέκικο,γνωρίζουν τον Μίκη Θεοδωράκη και τους έλληνες ποιητές, τσακώνονται για τις «Εκλογές της βίας και της νοθείας» του ’61, για το «ένα-ένα-τέσσερα», για τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, τον Γεώργιο Παπανδρέου, τα Ιουλιανά του ’65 και τον Βασιλιά Κωνσταντίνο.

Το 1967 όμως, τριαντάρηδες πια, πάνω που πολλοί από αυτούς έχουν «νοικοκυρευτεί» και έχουν στήσει το σπιτικό τους σε ένα μοντέρνο διαμέρισμα της αντιπαροχής, θα τους κοπεί η φωνή.

Ολόκληρη η χώρα θα μπει στον γύψο της Χούντας και για επτά χρόνια θα στερηθούν θεμελιώδεις δημοκρατικές τους ελευθερίες, ενώ πολλοί από αυτούς, θα συλληφθούν, θα βασανιστούν, θα εξοριστούν και φίλοι τους θα δολοφονηθούν.

Τη δεκαετία του ‘80, μεστωμένοι 40άρηδες πια, μέσα στην πόλωση  ΠΑΣΟΚ και Νέας Δημοκρατίας, θα γίνουν «πρασινοφρουροί» και άλλων αποχρώσεων φρουροί και θα πλακωθούν μεταξύ τους πίνοντας μπύρα και φραπέ σε πράσινα, μπλε και κόκκινα καφενεία.

Θα χρησιμοποιήσουν τη φράση «ΠΑΣΟΚ και πράσινα άλογα» και πολλοί από αυτούς θα προλάβουν «τις παχιές αγελάδες» καταφέρνοντας να φτιάξουν δικό τους σπίτι και ίσως και εξοχικό αλλά και το σπίτι στο χωριό.

Τα πράγματα θα εξελιχθούν σχετικά καλά μέχρι και τα τέλη της  δεκαετίας του ’90. Το ’92 θα γίνουν ευρωπαίοι πολίτες, και θα ταξιδέψουν μόνοι τους  ή με μεγάλα ταξιδιωτικά γκρουπ συνομηλίκων τους, εκμεταλλευόμενοι τον ελεύθερο χρόνο και το εφάπαξ που τους προσέφερε η (αρκετά) πρόωρη, σε πολλές περιπτώσεις, συνταξιοδότησή τους.

Από το 2000 και μετά, όμως, αρχίζουν τα δύσκολα. Το 2002 η Ελλάδα μπαίνει στο Ευρώ. Δραχμή τέλος.

Οι σημερινοί 85άρηδες βρίσκονται τότε στην ηλικία – παγίδα των 67.  Από τη μία αισθάνονται, και είναι, ακμαιότατοι και καμία σκέψη δεν έχουν για παραίτηση από τη ζωή, από την άλλη όμως οι αλλαγές έχουν αρχίσει να τρέχουν με ρυθμό ταχύτερο από αυτόν που έχουν συνηθίσει.

Δίνουν μεγάλη μάχη να προσαρμοστούν με το ευρώ και τα καταφέρνουν, σύμμαχός τους εκείνα τα φοβερά πορτοφολάκια και οι πλαστικές θήκες για την αποθήκευση των 8 διαφορετικών κερμάτων του νέου νομίσματος.

Πάνω όμως που συνήθισαν το ευρώ, έρχονται τα μνημόνια για να τους τα πάρουν πίσω. Οι κύριες και οι επικουρικές τους συντάξεις κατακρημνίζονται, όπως και οι μισθοί των νεότερων, με αποτέλεσμα σε ηλικία 70 – 75 ετών να αναγκαστούν να ξανασυγκατοικήσουν με τα παιδία τους, που πλέον έχουν και  δικά τους παιδιά.

Ταυτόχρονα «πλήττονται» από την ψηφιακή επανάσταση που κυριεύει και την Ελλάδα. Καλούνται να μάθουν να εξυπηρετούνται από ΑΤΜ και όχι «από εκείνο το συμπαθητικό κορίτσι στο γκισέ» ενώ την ώρα που τα ψηφία των τηλεφωνικών αριθμών αριθμοί αυξάνονται, οι τηλεφωνικές συσκευές χάνουν τα καντράν και τα πλήκτρα τους

Αντέχουν όμως και αυτήν την καταιγίδα, προσαρμόζονται και μαθαίνουν να ζουν με λεφτά πολύ λιγότερα από αυτά που ήταν προγραμματισμένο να παίρνουν.

Και κάπου εκεί το 2020 σε ηλικία 84 ετών αποκτούν τον τίτλο «ευπαθής ομάδα» και κλειδώνονται στα σπίτια τους. Όχι βέβαια όλοι, καθώς ανάμεσά τους υπάρχουν και οι ατίθασες συνιστώσες της λαϊκής αγοράς, του καθημερινού σούπερ-μάρκετ και της εκκλησίας.

Οι 85άρηδες του σήμερα, που έχουν ζήσει και υπομείνει τόσα και που σύμφωνα με στοιχεία του ΕΟΔΥ είναι λίγο περισσότεροι από 100.000 άνθρωποι, είναι οι πρώτοι πολίτες του γενικού πληθυσμού που θα ξεκινήσουν να εμβολιάζονται το ερχόμενο Σάββατο, κατά της πανδημίας Covid-19.

Kαι τότε αλίμονό μας!

Μέχρι να εμβολιαστούμε και οι υπόλοιποι,  μάς αφήνουν στην καραντίνα μας και ελεύθεροι πια,  οι 85άρηδες παίρνουν τη ζωή, ξανά, στα χέρια τους.

Αν ποτέ την παρέδωσαν.

Γράψτε το σχόλιό σας

Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο