Η 27η Δεκεμβρίου του 2020 είναι μια ημέρα που θα γραφτεί στην Ιστορία. Είναι η μέρα που η Ευρώπη σήκωσε τα μανίκια και άρχισε την πρώτη φάση των εμβολιασμών, αρχικώς σε γιατρούς και νοσηλευτές, καθώς και σε ηλικιωμένους.
Στην Ελλάδα ο πρώτος εμβολιασμός πραγματοποιήθηκε το μεσημέρι της Κυριακής στον Ευαγγελισμό, ενώ σήμερα ήταν η δεύτερη ημέρα εμβολιασμού η οποία κύλησε απολύτως ομαλά παρά το περιστατικό αλλεργικής αντίδρασης που παρουσιάστηκε σε υγειονομικό, το οποίο χαρακτηρίστηκε ήπιο και αντιμετωπίστηκε αμέσως.
Σύμφωνα με το σχέδιο «Ελευθερία», στην πρώτη φάση θα εμβολιαστούν οι υγειονομικοί και το προσωπικό κοινωνικών υπηρεσιών, οι διαμένοντες και το προσωπικό οίκων ευγηρίας, οι διαμένοντες, ασθενείς και το προσωπικό δομών φροντίδας χρόνιων πασχόντων και κέντρων αποκατάστασης και το προσωπικό προτεραιότητας για κρίσιμες λειτουργίες της κυβέρνησης.
Στο ζήτημα της προτεραιοποίησης όσων θα λάβουν το εμβόλιο αναφέρθηκε η πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών, Μαρία Θεοδωρίδου, κατά την ενημέρωση του υπουργείου Υγείας σχετικά με την πορεία και τον προγραμματισμό του εμβολιασμού.
Τα τέσσερα κριτήρια
Σύμφωνα με την ίδια, το πρώτο κριτήριο είναι «ο αυξημένος κίνδυνος από νόσηση», δηλαδή τα άτομα με «μεγάλη ηλικία» καθώς αυτός είναι ο «υπ’ αριθμόν ένα κίνδυνος για βαριά νόσηση».
Το δεύτερο κριτήριο είναι «ο αυξημένος κίνδυνος λόγω έκθεσης στον ιό» και η κύρια ομάδα «που εκτίθεται και κινδυνεύει σοβαρά από τον ιό είναι οι υγειονομικοί».
«Όταν ξεκίνησε η προτεραιοποίηση είχαμε σκέψεις για το ποια θα είναι η αποδοχή του εμβολίου από τους υγειονομικούς. Οι υγειονομικοί αποτελούν και το παράδειγμα και τον φωτεινό φάρο για τους υπόλοιπους για τον εμβολιασμό. Με μεγάλη ικανοποίηση ήδη από τον πρώτο αριθμό των ατόμων που έχουν εμβολιαστεί μπορούμε να πούμε ότι υπάρχει μια ευρεία αποδοχή του εμβολίου κατά της Covid-19 από τους υγειονομικούς» σημείωσε η κ. Θεοδωρίδου.
Το τρίτο κριτήριο είναι «η διασφάλιση της φροντίδας και της νοσηλείας ατόμων ευάλωτων, ατόμων ηλικιωμένων, ατόμων που ζουν σε ειδικές δομές, σε δομές αποκατάστασης ή και οι χρονίως πάσχοντες» είπε η κ. Θεοδωρίδου και προσέθεσε ότι τελευταία ομάδα –το τέταρτο κριτήριο- είναι «οι λίγοι, όμως απαραίτητοι για την λειτουργία του κράτους».
Ο αριθμός που εμβολιάστηκε σε αυτή την κατηγορία είναι «μικρότερος από τους 50» είπε η κ. Θεοδωρίδου.
Από τις 20 Ιανουαρίου ο εμβολιασμός του πληθυσμού
Παράλληλα, την έναρξη των εμβολιασμών σε επίπεδο γενικού πληθυσμού στις 20 Ιανουαρίου 2021 έναντι του κοροναϊού ανακοίνωσε ο γενικός γραμματέας Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, Μάριος Θεμιστοκλέους.
Στις 20 Ιανουαρίου θα ξεκινήσει ο εμβολιασμός του γενικού πληθυσμού, με την ηλεκτρονική πλατφόρμα να ανοίγει τουλάχιστον μία εβδομάδα νωρίτερα.
Αυτός θα γίνεται με τρεις τρόπους:
- Μέσω της άυλης συνταγογράφησης
- Μέσω της πλατφόρμας emvolio.gov.gr
- Mέσω φαρμακείου ή μέσω ΚΕΠ
Για το ψηφιακό πιστοποιητικό εμβολιασμού
Σύμφωνα με τον κ. Θεμιστοκλέους, όσοι θα λαμβάνουν και τη δεύτερη δόση του εμβολίου, θα μπορούν να λαμβάνουν σε ψηφιακή μορφή πιστοποιητικό εμβολιασμού, το οποίο θα μπορούν να το αξιοποιούν για προσωπική χρήση και θα περιλαμβάνει όλα τα απαραίτητα στοιχεία του εμβολιαζόμενου (πότε εμβολιάστηκε κλπ.).
Απαραίτητος ο ΑΜΚΑ για τον εμβολιασμό
Όπως διευκρίνισε ο γενικός γραμματέας Πρωτοβάθμιας Φροντίδας, ο Αριθμός Μητρώου Κοινωνικής Ασφάλισης (ΑΜΚΑ) είναι απαραίτητος για τον εμβολιασμό των πολιτών.
Συνεπώς, όπως είπε, όσοι πολίτες δεν έχουν ΑΜΚΑ, θα πρέπει να καταφεύγουν στα κατά τόπου ΚΕΠ για να προχωρούν στην άμεση έκδοσή του.
Τι ισχύει για τις αλλεργίες
Σε ό,τι αφορά στις ανησυχίες που εκφράζονται σε σχέση με την πιθανότητα εμφάνισης αλλεργικής αντίδρασης από το εμβόλιο, η Μαρία Θεοδωρίδου επεσήμανε ότι είναι εξαιρετικά σπάνιες, σημειώνοντας ότι κοινές αλλεργικές αντιδράσεις (όπως για παράδειγμα σε τρόφιμα) δεν αποτελούν αντένδειξη για τον εμβολιασμό.
Παράλληλα, τόνισε ότι σε κάθε εμβολιαστικό κέντρο υπάρχει η απαραίτητη προετοιμασία για την άμεση αντιμετώπιση οποιασδήποτε αλλεργικής αντίδρασης – ήπιας ή ακόμη και σοβαρότερης.
Εν τω μεταξύ, σε ό,τι αφορά τα περιστατικά αναφυλακτικών αντιδράσεων που οδηγούν τα άτομα στο νοσοκομείο, επεσήμανε ότι σε αυτή την περίπτωση μπορεί να χρειαστεί η γνώμη του γιατρού ή του αλλεργιολόγου.