Ανοιξε ξανά η συζήτηση για το εμβόλιο, όπως συνέβαινε τέτοια εποχή εδώ και πολλά χρόνια, στην Ελλάδα και το εξωτερικό όμως τώρα στο κατώφλι του 2021 ο εχθρός μας δεν είναι η γρίπη που κατέφθασε περισσότερο ή λιγότερο ενισχυμένη αλλά μία επιδημία που σκοτώνει γρηγορότερα και μαζικότερα.
Είχε προαναγγελθεί ότι το πρώτο ουσιαστικό βήμα για να απομονωθούν τα μονοπάτια διάδοσης της πανδημίας θα ήταν η παρασκευή ενός εμβολίου που θα καθιστούσε «άτρωτο» ένα σημαντικό μέρος του παγκόσμιου πληθυσμού. Με αυτόν τον τρόπο θα περιοριζόταν και το εύρος της διασποράς του φονικού ιού που τρόμαξε όσο καμία άλλη ασθένεια την ανθρωπότητα αφού δεν ήξερε πώς να την αντιμετωπίσει.
Χιλιάδες επιστήμονες μέσα στα ερευνητικά εργαστήρια δημοσίων και ιδιωτικών ιδρυμάτων και εταιρειών, ξεκίνησαν μία κολοσσιαία προσπάθεια μελέτης της δράσης του ιού, ανάλυσης του γονιδιώματός του και κατανόησης του μηχανισμού προσβολής του ανθρωπίνου σώματος, ώστε να παρασκευαστεί ένα φάρμακο που θα προσέφερε ικανοποιητικό ποσοστό ανοσίας. καθώς οι θάνατοι σε όλο τον κόσμο τρόμαζαν όλο τον κόσμο και κανείς δεν ήξερε πού θα μπορούσε να τελειώσει αυτή η θανατηφόρα κούρσα, η ελπίδα του εμβολίου φάνταζε ολοένα και πιο πολύ σαν το ύστατο όπλο που θα βοηθούσε την ανθρωπότητα να ομαλοποιήσει την καθημερινότητά της.
Στο μεσοδιάστημα όμως μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου κύματος της πανδημίας, την ώρα μάλιστα που πληθαίνουν οι προειδοποιήσεις και για τρίτο κύμα, κάτι άλλαξε στις πεποιθήσεις εκατοντάδων εκατομμυρίων ανθρώπων σε όλο τον κόσμο με αποτέλεσμα τη στιγμή που φθάσαμε να πιούμε νερό από το ιερό Δισκοπότηρο, εκείνοι να φαίνονται πρόθυμοι να κάνουν την τελευταία δρασκελιά.
Κάποια στοιχεία που αφορούν την Ελλάδα περιγράφουν μία ικανοποιητική εικόνα του φαινομένου. Που σε άλλες χώρες είναι εντονότερο. Από την δημοσκόπηση της PULSE για λογαριασμό του ΣΚΑΙ και στην ερώτηση πόσο σας ανησυχεί η επιδημία του νέου κοροναϊού στη χώρα μας, το 76% των ερωτηθέντων απάντησε πολύ (51%) και αρκετά (25%) έναντι 78% στη δημοσκόπηση Νοεμβρίου. Από την άλλη πλευρά, το 12% των ερωτώμενων απαντά μέτρια, ενώ 10% συνολικά απαντά λίγο ή ελάχιστα έως καθόλου (από 5% στην προηγούμενη).
Όσον αφορά το αν θα εμβολιαστούν το 67% των ερωτώμενων συνολικά απαντά σίγουρα ναι (40%) ή μάλλον ναι (27%) έναντι 64% στην προηγούμενη σφυγμομέτρηση. Όμως 29% συνολικά απαντά όχι (15%) και μάλλον όχι (14%) στον εμβολιασμό. Το 15% δηλώνει ότι δεν θα εμβολιαστεί ποτέ.
Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, όπως στη Γερμανία, την Αυστρία, τη Γαλλία, υπάρχει σημαντικό ποσοστό πληθυσμού που δηλώνει στις δημοσκοπήσεις ότι αρνείται να κάνει το εμβόλιο, κυρίως όχι για εξαιτίας κάποιου απροσδιόριστου φόβου που λαμβάνει συνωμοσιολογικές διαστάσεις αλλά εξαιτίας των παρενεργειών που μπορεί αυτό να έχει, παρενεργειών που κατά την άποψη τους μπορεί να τους στοιχίσει και τη ζωή.
Οι άνθρωποι δεν είναι όλοι απολύτως υγιείς. Ολοι κάτι έχουν. Μία δερματοπάθεια, μία αλλεργία, ένα σοβαρό ή λιγότερο σοβαρό καρδιακό πρόβλημα, άσθμα, παθήσεις των πνευμόνων, πίεση, υπόταση, τόσα και τόσα. Και όπως τις τελευταίες εβδομάδες έχουν πει αρκετοί ειδικοί, σίγουρα λιγότεροι από εκείνους που είναι υπέρ των εμβολίων, «κανείς δεν μπορεί να προδικάσει το πώς θα δράσει το εμβόλιο σε έναν ευπαθή οργανισμό, τι μηχανισμούς θα ενεργοποιήσει, αν θα του προκαλέσει κατάρρευση γιγαντώνοντας το πρόβλημα που ήδη έχει».
Ο λόγος που μία μερίδα επιστημόνων συντάσσεται με ένα σημαντικό κομμάτι του παγκόσμιου πληθυσμού στην άρνηση για το εμβόλιο, είναι ο σύντομος χρόνος παρασκευής του. Και αν οι περισσότεροι λένε ότι για να φτιαχτούν αυτά τα εμβόλια κινητοποιήθηκαν σε μία συλλογική δουλειά τα καλύτερα μυαλά του κόσμου στις επιστήμες της Βιολογίας, έχοντας ως αντίπαλο τον χρόνο που έδινε τη ευχέρεια στον ιό να θερίζει ανθρώπινες ζωές, οι σκεπτικιστές αντιπαραβάλλουν τη θέση ότι οι παρενέργειες, οι συνέπειες άμεσες ή μακροπρόθεσμες δεν είναι δυνατόν να σταθμιστούν στο περιορισμένο εύρος τω κλινικών δοκιμών.
Μπορεί κατά την άποψή τους, οι δυσλειτουργίες από το εμβόλιο να φανούν άμεσα και να είναι καταλυτικές, μπορεί μακροπρόθεσμα και να είναι εξίσου καταλυτικές, ανάλογα με τον οργανισμό, τη χώρα, το κλίμα. Για να αντιμετωπίσει τον ιό ένας οργανισμός ντοπάρεται κατά τα λεγόμενά τους, βγαίνει από τα φυσικά του περιθώρια και μεταλλάσσεται για να πολεμήσει έναν μεταλλαγμένο εχθρό και ποιος θα υποσχεθεί ότι αυτή η μετάλλαξη δεν έχει κόστος;
Πίσω στην Ελλάδα, το 41% όσων δηλώνουν ότι έχουν μέτρια οικονομική κατάσταση αναφέρουν ότι σίγουρα θα εμβολιαστούν, το 30% απαντά ότι μάλλον θα εμβολιαστεί, το 15% δηλώνει μάλλον όχι ενώ το 10% σίγουρα όχι.
Το 29% ερωτηθέντων που δηλώνουν ότι έχουν δύσκολη ή πολύ δύσκολη οικονομική κατάσταση αναφέρουν ότι σίγουρα θα εμβολιαστούν, το 28% απαντά ότι μάλλον θα εμβολιαστεί, το 18% δηλώνει μάλλον όχι ενώ το 20% σίγουρα όχι.
Το 42% όσων πολιτών δηλώνουν ότι έχουν άνετη ή πολύ οικονομική κατάσταση αναφέρουν ότι θα εμβολιαστούν το συντομότερο δυνατό, το 21% ότι θα εμβολιαστεί μετά από 2 με 3 μήνες, το 18% λέει αρκετά αργότερα, ενώ το 14% ποτέ.
Στην τελευταία δημοσκόπηση της Metron Analysis το 41% των πολιτών δήλωσε πως δεν θα ήθελε να κάνει το εμβόλιο ενώ ένα 8% δεν ήθελε να απαντήσει. Αξιοσημείωτο στοιχείο η σταδιακή αποκλιμάκωση όσων δηλώνουν αρνητές καθώς από το 44% του περασμένου Αυγούστου μειώθηκε στο 41% το Νοέμβριο.
Είναι αλήθεια ότι πολλοί άνθρωποι, ακόμη κι αν ζουν σε μία χώρα που θρηνεί εκατοντάδες νεκρούς καθημερινά από τον ιό, νιώθουν ότι μπορούν να προστατέψουν μόνοι τους τον εαυτό τους, τηρώντας τα μέτρα που προτείνουν οι ειδικοί επιστήμονες. Αποφεύγοντας τον συνωστισμό, φορώντας τη μάσκα, βγαίνοντας από το σπίτι για τα αναγκαία. Μία ήσυχη ζωή, σε κατάσταση προσμονής για την εποχή που η πανδημία υποχωρήσει με κάποιον άδηλο επί του παρόντος τρόπο. Ο φόβος για το εμβόλιο είναι μεγαλύτερος από εκείνον του ιού για τον οποίο νιώθουν ότι ακόμη και στα τυφλά, μπορούν να τον ξεγελάσουν.
Σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση του ινστιτούτου Ipsos-Mori, στην οποία συμμετείχαν 18.000 ενήλικες από 15 χώρες στα τέλη Οκτωβρίου, το 73% δήλωσε ότι θα κάνει το εμβόλιο – ποσοστό μικρότερο από το 77% που είχε δηλώσει πρόθυμο τον Αύγουστο. Μόνο σε τρεις χώρες – Μεξικό, Γερμανία και Νότια Αφρική – το ποσοστό αυξήθηκε με το πέρασμα του χρόνου. Η μεγαλύτερη αντίδραση του κόσμου στο εμβόλιο παρατηρείται στη Γαλλία, όπου μόνο το 55% δηλώνει έτοιμο να εμβολιαστεί για τον κορωνοϊό. Οι χώρες με τους πιο πρόθυμους να εμβολιαστούν πολίτες είναι η Ινδία, η Κίνα, η Νότια Κορέα και η Βραζιλία, δηλαδή χώρες που επλήγησαν σφοδρά.
Γιατί διστάζουν.
Οι λόγοι για τους δισταγμούς είναι διάφοροι. Ο συνηθέστερος λόγος είναι οι ανησυχίες για τις παρενέργειες (34%) και από το γεγονός ότι οι δοκιμές έγιναν πολύ γρήγορα (33%). Ενας στους 10 συμμετέχοντες δήλωσε πως είναι γενικά εναντίον των εμβολίων. Ομως το αντιεμβολιαστικό αίσθημα δεν είναι συχνό. Πολλοί δήλωσαν ότι θα κάνουν το εμβόλιο, όχι όμως αμέσως. Κάποιες δημογραφικές ομάδες είναι πιο καχύποπτες: άτομα χαμηλής μόρφωσης στην Αυστραλία, άτομα με χαμηλά εισοδήματα στη Γαλλία, οι άνεργοι και οι Αφροαμερικανοί στις ΗΠΑ.
Η επιστημονική επιθεώρηση Lancet δημοσίευσε πρόσφατα στοιχεία που δείχνουν ότι οι λογαριασμοί στα social media που τάσσονται εναντίον των εμβολίων έχουν αυξηθεί κατά 7 εκατομμύρια τον τελευταίο χρόνο. Η βρετανική κυβέρνηση πριν από λίγο καιρό έδωσε εντολή στην υπηρεσία κυβερνοασφάλειας να ασχοληθεί με το θέμα, και σύμφωνα με τους Times, ανακάλυψε ότι πίσω από μεγαλο αριθμό νέων λογαριασμών βρίσκονται «εχθρικά κράτη και τρομοκρατικές ομάδες», γεγονός που οδήγησε στην ενίσχυση της επιφυλακής.
«Η κοινή γνώμη είναι το κλειδί για την επιτυχημένη αντιμετώπιση της πανδημίας, όσον αφορά τη χρήση εμβολίου», παρατηρεί ο Τζορτζ Κάντεν, καθηγητής επικοινωνίας στο πανεπιστήμιο του Κόβεντρι. «Εκτός από τους ακραίους που ακολουθούν τυφλά θεωρίες συνωμοσίας, υπάρχει μεγάλη μερίδα στις κοινωνίες μας που πρέπει να ενημερωθεί σωστά για το εμβόλιο προκειμένου να διαμορφώσει ολοκληρωμένη γνώμη. Πρέπει να αντιμετωπίσουμε με κατανόηση τη δυσπιστία μιας μεγάλης μερίδας και να μην τους μπλέξουμε με τους ακραίους συνωμοσιολόγους. Αυτό θα είναι το μεγάλο στοίχημα της επόμενης ημέρας».