Μπορεί να μην τρώγεται αλλά δείχνει τον δρόμο και τον τρόπο ώστε να σωθούν ζωές. Ο λόγος για το αποκαλούμενο «μοντέλο του ελβετικού τυριού», το οποίο… για αλλού ξεκίνησε όταν «πρωτογεννήθηκε» το 1990 αλλά προσφάτως αλλού το πήγε η πανδημία.
Ενα μοντέλο πιο επίκαιρο από ποτέ τώρα που βρισκόμαστε εν αναμονή των πολυπόθητων εμβολίων ενάντια στον SARS-CoV-2, καθώς δείχνει ότι κανένα εμβόλιο δεν αποτελεί πανάκεια αλλά είναι ένα επιπλέον «στρώμα», μια από τις πολλές… φέτες ελβετικού τυριού – κοινώς παρεμβάσεις – που πρέπει να συνδυαστούν ώστε να επιτύχουμε να υψώσουμε επιτυχημένη άμυνα ενάντια στο ιογενές κύμα που μας χτυπά αλύπητα.
Και αυτό διότι όπως τα ελβετικά τυριά διαθέτουν τρύπες, έτσι και οι παρεμβάσεις – είτε αυτές αφορούν την ατομική είτε τη συλλογική ευθύνη – διαθέτουν κενά, καμία δεν είναι τέλεια από μόνη της. Οταν μάλιστα οι τρύπες αυτές ευθυγραμμίζονται, τότε ο ιός βρίσκει πεδίον δόξης λαμπρόν για να συνεχίσει ανενόχλητος την επέλασή του. Ετσι, το μόνο που θα φέρει αποτέλεσμα είναι η ισχύς των… φετών του ελβετικού τυριού εν τη ενώσει.
Διότι διαφορετικά ο μόνος… χορτασμένος της ιστορίας θα είναι (δυστυχώς) ο νέος κορωνοϊός.
Στο συγκεκριμένο μοντέλο αναφέρονται ολοένα και συχνότερα το τελευταίο διάστημα επιστήμονες, οι οποίοι τονίζουν ότι απαιτείται συνδυασμός πολλών παρεμβάσεων – κοινωνική αποστασιοποίηση, μάσκες, υγιεινή των χεριών, διενέργεια τεστ, ιχνηλάτηση, καλός αερισμός των χώρων, σωστή επικοινωνιακή στρατηγική των κυβερνήσεων ώστε να περνούν τα μηνύματα σωστά στους πολίτες – προκειμένου να μειωθεί σημαντικά ο κίνδυνος εξάπλωσης του SARS-CoV-2. Σε όλα αυτά τα μέτρα, σύμφωνα με τους ειδικούς, ο εμβολιασμός θα αποτελέσει ένα επιπλέον προστατευτικό στρώμα και όχι το μοναδικό για να τελειώσει η πανδημία.
Βγαλμένο μέσα από καταστροφές
Η σύλληψη του «μοντέλου του ελβετικού τυριού» ανήκει στον Τζέιμς Τ. Ρίζον, κορυφαίο γνωστικό ψυχολόγο, ομότιμο καθηγητή σήμερα του Πανεπιστημίου του Μάντσεστερ και παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο βιβλίο του «Human Error» το 1990. Μια «χιονοστιβάδα» καταστροφών που έλαβαν χώρα τη δεκαετία του 1980 – συμπεριλαμβανομένων του βιομηχανικού ατυχήματος στο Μποπάλ της Ινδίας το 1984, το οποίο οδήγησε σε έκθεση τουλάχιστον μισού εκατομμυρίου ανθρώπων σε επικίνδυνες χημικές ουσίες, της έκρηξης του διαστημικού λεωφορείου Τσάλεντζερ το 1986 που προκάλεσε τον θάνατο του επταμελούς πληρώματός του και του πυρηνικού ατυχήματος του Τσερνόμπιλ, επίσης το 1986, με τις ανυπολόγιστες παγκόσμιες συνέπειες – «γέννησε» αυτό το μοντέλο, το οποίο έγινε γνωστό ως «Μοντέλο ατυχημάτων του ελβετικού τυριού». Με βάση το μοντέλο, οι τρύπες στις φέτες του τυριού αντιπροσωπεύουν τα σφάλματα που συσσωρεύονται και οδηγούν σε καταστροφές.
Το συγκεκριμένο μοντέλο έχει χρησιμοποιηθεί ευρέως επί πολλά έτη από αναλυτές ασφαλείας σε βιομηχανίες διαφορετικών πεδίων, από την ιατρική ως την αεροπλοΐα (να σημειωθεί πάντως ότι τον άκρως δημοφιλή τίτλο «Ελβετικό τυρί» δεν τον επινόησε ο ίδιος ο δρ Ρίζον αλλά αποδίδεται στον Ρομπ Λι, έναν ειδικό από την Αυστραλία στην ασφάλεια της αεροπλοΐας). Το «μοντέλο του ελβετικού τυριού» έγινε διάσημο αλλά δέχθηκε και ουκ ολίγες κριτικές. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο ίδιος ο δρ Ρίζον ανέφερε ότι έχει περιορισμούς και αποτελεί περισσότερο έναν γενικό οδηγό.
Πολυστρωματική προσέγγιση
Το… νόστιμο μοντέλο ήλθε τώρα στο πανδημικό προσκήνιο από έναν ιολόγο στην Αυστραλία. Πρόκειται για τον αναπληρωτή καθηγητή Ιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Κουίνσλαντ στη Βρισβάνη Ιαν Μ. Μακ Κέι. Ο δρ Μακ Κέι είδε μια μικρότερη εκδοχή του μοντέλου στο Twitter και σκέφτηκε ότι θα μπορούσε να δημιουργήσει μια πληρέστερη εκδοχή με περισσότερες… φέτες τυριού, η οποία θα παρουσίαζε με αναλυτικό τρόπο τα μέτρα που πρέπει να εφαρμοστούν ώστε να δούμε φως στο κορωνο-τούνελ.
Ετσι ανέπτυξε μαζί με τους συνεργάτες του το μοντέλο «Cheese Respiratory Pandemic Defense» (σε ελεύθερη μετάφραση «Μοντέλο του ελβετικού τυριού για την άμυνα ενάντια στην πανδημία ιού του αναπνευστικού»), το οποίο και ανέβασε στο Twitter ζητώντας ανατροφοδότηση από τους ακολούθους του στη δημοφιλή πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης. Το ολοκληρωμένο γράφημα του μοντέλου που προέκυψε είναι πλέον άκρως δημοφιλές και έχει ήδη μεταφραστεί σε περισσότερες από 20 γλώσσες.
Οπως ανέφερε ο δρ Μακ Κέι σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Τhe New York Times», «αυτή η πολυστρωματική προσέγγιση με στόχο τη μείωση του κινδύνου χρησιμοποιείται σε πολλούς τομείς της βιομηχανίας, ιδίως σε εκείνους όπου η αποτυχία μπορεί να είναι καταστροφική. Ο θάνατος είναι καταστροφικός στις οικογένειες και στους οικείους τους και έτσι σκέφτηκα ότι η προσέγγιση του καθηγητή Ρίζον κουμπώνει πολύ καλά σε μια περίσταση όπως αυτή που ζούμε με την κυκλοφορία ενός νέου, κάποιες φορές κρυμμένου, κάποιες φορές σοβαρού και κάποιες φορές ακόμη και φονικού ιού του αναπνευστικού συστήματος».
Η ισχύς εν τη ενώσει
Ο δρ Μακ Κέι εξήγησε ότι η δύναμη της προσέγγισης του Τζέιμς Ρίζον έγκειται στο ότι για να πετύχουμε να νικήσουμε τον ιογενή εχθρό και να αποφύγουμε την καταστροφή, καταλύτη αποτελεί η αθροιστική επίδραση πολλαπλών στρωμάτων προστασίας (πολλές φέτες τυριού, σύμφωνα με το γράφημα του μοντέλου).
Οπως είπε, δεν παίζει ρόλο η σειρά τοποθέτησης των στρωμάτων καθώς δεν υπάρχει κάποιο στρώμα που να είναι σημαντικότερο από τα υπόλοιπα.
Και μέσα σε όλα αυτά είναι υψίστης σημασίας το να μην ξεχνάμε πως κάθε στρώμα, κάθε φέτα τυριού, διαθέτει τρύπες που ουσιαστικώς αποτελούν τα κενά, τα λάθη και τις παραλείψεις στην εφαρμογή του εκάστοτε μέτρου. «Αυτές οι τρύπες μπορεί να αλλάζουν σε αριθμό, σε μέγεθος αλλά και σε σημείο στο οποίο βρίσκονται στη φέτα του τυριού, ανάλογα με το πώς συμπεριφερόμαστε αποκρινόμενοι σε κάθε παρέμβαση. Ας πάρουμε το παράδειγμα των μασκών που αποτελεί ένα από τα προστατευτικά στρώματα ενάντια στην πανδημία. Η μάσκα μειώνει τον κίνδυνο να μολύνει κάποιος τους γύρω του άθελά του αλλά και τον κίνδυνο να εισπνεύσει αρκετό ιό ώστε να μολυνθεί ο ίδιος.
Ωστόσο η μάσκα θα είναι λιγότερο αποτελεσματική στο να προστατευθούμε εμείς και οι άλλοι αν δεν την εφαρμόζουμε σωστά, αν τη φοράμε αφήνοντας εκτεθειμένη τη μύτη μας, αν δεν είναι φτιαγμένη από το κατάλληλο ύφασμα και τις κατάλληλες στρώσεις υφάσματος, αν δεν την απορρίπτουμε με τον σωστό τρόπο, αν δεν την πλένουμε όταν είναι υφασμάτινη ή αν δεν απολυμαίνουμε τα χέρια μας αφού την αγγίξουμε. Καθένα από αυτά είναι παράδειγμα μιας τρύπας στο τυρί. Και φανταστείτε ότι μιλάμε για ένα μόνο στρώμα προστασίας.
Ετσι για να είμαστε όσο πιο ασφαλείς γίνεται και για να κρατάμε ασφαλείς τους γύρω μας, είναι σημαντικό να χρησιμοποιούμε περισσότερες φέτες τυριού ώστε να αποτρέψουμε την ευθυγράμμιση των τρυπών που θα επιτρέψουν στον ιό να διαπεράσει τα στρώματα προστασίας».
Προσοχή: ποντικός!
Σύμφωνα με τον καθηγητή του Πανεπιστημίου του Κουίνσλαντ, το «ποντικάκι» που μπορεί να ανοίξει τρύπες στο «τυρί» της προστασίας μας ενάντια στον νέο κορωνοϊό έχει κατά κύριο λόγο το πρόσωπο της παραπληροφόρησης. «Οταν μέρος του πληθυσμού δεν είναι σίγουρο για μια παρέμβαση μπορεί εύκολα να επηρεαστεί από φωνές, δυνατές και γεμάτες αυτοπεποίθηση, που ισχυρίζονται ότι ένα συγκεκριμένο στρώμα προστασίας είναι αναποτελεσματικό – συνήθως αυτές οι φωνές ανήκουν σε μη ειδικούς του εκάστοτε πεδίου. Οταν όμως ακολουθούμε τους μη ειδικούς που μπορεί να φωνάζουν δυνατά αλλά δεν έχουν εμπειρία στο να προστατεύουν την υγεία μας, ουσιαστικώς τους αφήνουμε να έχουν επίδραση στη ζωή μας. Και αυτό είναι ένα ρίσκο που δεν πρέπει να πάρουμε».
Αυτό όμως που πρέπει να πάρουμε στα σοβαρά, όπως προκύπτει από τα λεγόμενα του δρος Μακ Κέι, είναι το μερίδιο ευθύνης που μας αναλογεί ώστε να προστατεύσουμε εαυτούς και άλλους. Μπορούμε να τηρούμε τα μέτρα αποστασιοποίησης, να φοράμε τη μάσκα μας. «Την ίδια στιγμή όμως πρέπει να περιμένουμε από τους κυβερνώντες ότι εργάζονται ώστε να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για να είμαστε ασφαλείς – ότι φροντίζουν για παράδειγμα να έχουν κανονισμούς για σωστό αερισμό των δημόσιων χώρων, ότι έχουν τις κατάλληλες υποδομές για καραντίνα και απομόνωση των μολυσμένων ατόμων, ότι επικοινωνούν αποτελεσματικά μαζί μας (και όχι μόνο απευθυνόμενοι στεγνά προς εμάς), ότι περιορίζουν την κινητικότητα στα σύνορα της χώρας μας, ότι παρέχουν την κατάλληλη ψυχολογική αλλά και οικονομική υποστήριξη σε όσους υποφέρουν κατά τη διάρκεια του λοκντάουν».
Και τελικά, μπορεί όλα αυτά να μας φαίνονται βουνό, αλλά μπορούμε να τα δούμε ως υιοθέτηση νέων συνηθειών, κατέληξε ο καθηγητής. Οπως μαθαίνουμε το νέο λειτουργικό σύστημα του καινούργιου «έξυπνου» τηλεφώνου μας, έτσι μπορούμε να μάθουμε και το πώς θα «πλοηγηθούμε» με ασφάλεια αποφεύγοντας τους σκοπέλους της πανδημίας που βιώνουμε. Μπορεί να χρειάζεται κάποιος χρόνος αλλά αξίζει τον κόπο, καθώς μπορεί να σώσουμε τη ζωή μας αλλά και τις ζωές άλλων ανθρώπων.
«Τουλάχιστον επτά μήνες μπροστά μας με μέτρα»
Τα μέτρα προστασίας που περιγράφονται και στο «μοντέλο του ελβετικού τυριού», όπως η γενική χρήση μάσκας, η τήρηση αποστάσεων παντού, η διενέργεια πολλών τεστ, η αξιοποίηση των εξωτερικών χώρων, η υγιεινή των χεριών, είναι στο σύνολό τους απαραίτητα και θα συνεχίσουν να αποτελούν «συντρόφους» μας ακόμη και όταν ξεκινήσουν οι εμβολιασμοί, ανέφερε στο ΒΗΜΑ-Science η κυρία Αθηνά Λινού, καθηγήτρια Επιδημιολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ), πρόεδρος του Ινστιτούτου Prolepsis.
«Η άρση των μέτρων θα αρχίσει όταν φθάσουμε στο σημείο το περίπου 70% όλων των πληθυσμών να έχει εμβολιαστεί ώστε να επιτύχουμε συλλογική ανοσία. Στη χώρα μας εκτιμάται ότι οι εμβολιασμοί θα ξεκινήσουν σε περίπου έναν μήνα και με βάση τον σχεδιασμό υπολογίζεται ότι θα χρειαστούν κατ’ ελάχιστον επτάμισι μήνες για να επιτύχουμε εμβολιαστική κάλυψη της τάξεως του 70% – και όλα αυτά υπό ιδανικές συνθήκες.
Αν δηλαδή γίνονται, όπως σχεδιάζεται, δύο εκατομμύρια εμβολιασμοί τον μήνα και με δεδομένο ότι τα εμβόλια πρέπει να χορηγούνται σε δύο δόσεις, απαιτούνται 14 εκατομμύρια εμβολιασμοί για να εμβολιαστεί πλήρως το 70% του πληθυσμού. Πρέπει επίσης να παρέλθουν άλλες 15 ημέρες από τη δεύτερη δόση που θα χορηγηθεί και στον τελευταίο πολίτη ώστε να πετύχουμε την κάλυψη που θέλουμε. Αρα το διάστημα είναι μεγάλο και όλο αυτό το διάστημα τα υπόλοιπα μέτρα προστασίας πρέπει να συνεχίσουν να ακολουθούνται».
Και βέβαια όλα τα παραπάνω θα ισχύσουν σε ιδανικές συνθήκες, όπως είπαμε, οι οποίες όμως εξαρτώνται τόσο από τη διαθεσιμότητα των εμβολίων όσο και από την αποδοχή τους από τον πληθυσμό. Διότι μπορεί να θέλουμε να εμβολιάσουμε το σημαντικότερο μέρος του πληθυσμού, εκείνο όμως θα δεχθεί να λάβει το εμβόλιο; Για τον λόγο αυτόν, σύμφωνα με την κυρία Λινού, απαιτούνται ποιοτικές έρευνες που θα δείξουν επακριβώς τα όσα σκέφτεται το κοινό και θα οδηγήσουν σε συγκεκριμένες μεθοδικές στρατηγικές επικοινωνίας προς αυτό.
Ενας λόγος παραπάνω να μην ξεχνάμε τις… φέτες προστασίας τώρα που φθάνουν οι ημέρες των εορτών και συζητείται το άνοιγμα, έστω και με περιορισμούς, κάποιων δραστηριοτήτων. «Καθετί που ανοίγει θα αυξήσει τον κίνδυνο περαιτέρω διασποράς του ιού» τόνισε η καθηγήτρια και προσέθεσε ότι καθώς το σύστημα υγείας συνεχίζει να πιέζεται σημαντικά, οφείλουμε όλοι να τηρούμε τα μέτρα για το καλό το δικό μας και των γύρω μας.
Κανένα μέτρο προστασίας δεν είναι απόλυτο, υπογράμμισε στο ΒΗΜΑ-Science ο αναπληρωτής καθηγητής Επιδημιολογίας και Προληπτικής Ιατρικής στο Εργαστήριο Υγιεινής, Επιδημιολογίας και Ιατρικής Στατιστικής της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ και μέλος της επιτροπής εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Υγείας για τον νέο κορωνοϊό κ. Δημήτριος Παρασκευής.
Συμπλήρωσε ότι το πολυαναμενόμενο εμβόλιο προκειμένου να λειτουργήσει για την κοινότητα «πρέπει να φθάσει σε ένα μέγεθος της “φέτας” του τυριού του “μοντέλου του ελβετικού τυριού” η οποία θα αντιστοιχεί σε ανοσία του 60% του πληθυσμού. Οσο μεγαλώνει αυτή η “φέτα” τόσο περισσότερο θα προφυλάσσει το εμβόλιο την κοινότητα. Για να επιτευχθεί όμως ο στόχος θα φθάσουμε στο μέσον του καλοκαιριού. Μέχρι τότε θα πρέπει να τηρούμε όλα τα υπόλοιπα μέτρα, θα πρέπει να ισχύουν όλες οι υπόλοιπες “φέτες”».
Ακόμη όμως και αν φθάσουμε σε εμβολιασμό του 60% του πληθυσμού, αυτό δεν σημαίνει ότι ο ιός θα σταματήσει να υπάρχει, διευκρίνισε ο καθηγητής. «Τότε πλέον δεν θα κινδυνεύουμε από επιδημικά κύματα, αλλά πιθανώς θα εξακολουθεί να υπάρχει μια περιορισμένη διασπορά του ιού – ένας λόγος παραπάνω καθώς φαίνεται ότι ο ιός δεν θα μας εγκαταλείψει αλλά θα καταστεί ενδημικός. Ετσι κάποιος που δεν θα εμβολιαστεί θα πρέπει να συνεχίσει να προφυλάσσεται. Το βασικό είναι όμως ότι τότε πλέον το σύστημα υγείας δεν θα δέχεται πίεση και η κατάσταση θα εξομαλυνθεί»