Αύριο, Τρίτη 1 Νοεμβρίου, θα τεθεί σε ισχύ η πράξη της ΕΕ για τις ψηφιακές αγορές (DMA). Ο νέος κανονισμός θα θέσει τέλος στις αθέμιτες πρακτικές των εταιρειών που ενεργούν ως ρυθμιστές της πρόσβασης στην οικονομία των επιγραμμικών πλατφορμών. Ο κανονισμός προτάθηκε από την Επιτροπή τον Δεκέμβριο του 2020 και συμφωνήθηκε σε χρόνο ρεκόρ από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο τον Μάρτιο του 2022.
Η πράξη για τις ψηφιακές αγορές ορίζει πότε μια μεγάλη επιγραμμική πλατφόρμα πληροί τα κριτήρια του «ρυθμιστή της πρόσβασης». Ως ρυθμιστές της πρόσβασης νοούνται οι ψηφιακές πλατφόρμες που αποτελούν σημαντική πύλη μεταξύ επιχειρηματικών χρηστών και καταναλωτών, η θέση των οποίων τους παρέχει δυνητικά την εξουσία να ενεργούν ως ιδιωτικοί θεσπιστές κανόνων και να προκαλούν κατ’ αυτόν τον τρόπο σημεία συμφόρησης στην ψηφιακή οικονομία. Για την αντιμετώπιση αυτών των ζητημάτων, η πράξη για τις ψηφιακές αγορές θα καθορίσει μια σειρά υποχρεώσεων που οι ρυθμιστές της πρόσβασης θα πρέπει να τηρούν, απαγορεύοντάς τους, μεταξύ άλλων, να επιδίδονται σε ορισμένες συμπεριφορές.
Ορισμός ρυθμιστών της πρόσβασης
Οι εταιρείες που διαχειρίζονται μία ή περισσότερες από τις αποκαλούμενες «βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας» οι οποίες απαριθμούνται στην πράξη για τις ψηφιακές αγορές θεωρούνται ως ρυθμιστές της πρόσβασης, εφόσον πληρούν τις απαιτήσεις που περιγράφονται κατωτέρω. Οι υπηρεσίες αυτές είναι: επιγραμμικές υπηρεσίες διαμεσολάβησης όπως καταστήματα εφαρμογών, επιγραμμικές μηχανές αναζήτησης, υπηρεσίες κοινωνικής δικτύωσης, ορισμένες υπηρεσίες ανταλλαγής μηνυμάτων, υπηρεσίες πλατφόρμας διαμοιρασμού βίντεο, εικονικοί βοηθοί, φυλλομετρητές, υπηρεσίες νεφοϋπολογιστικής, λειτουργικά συστήματα, επιγραμμικές αγορές και υπηρεσίες διαφήμισης.
Υπάρχουν τρία βασικά κριτήρια που εντάσσουν μια εταιρεία στο πεδίο εφαρμογής της πράξης για τις ψηφιακές αγορές:
Μέγεθος με αντίκτυπο στην εσωτερική αγορά: όταν η εταιρεία επιτυγχάνει ορισμένο ετήσιο κύκλο εργασιών στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (ΕΟΧ) και παρέχει βασική υπηρεσία πλατφόρμας σε τουλάχιστον τρία κράτη μέλη της ΕΕ·
Έλεγχος σημαντικής ψηφιακής πύλης για τους επιχειρηματικούς χρήστες προς τους τελικούς καταναλωτές: όταν η εταιρεία παρέχει βασική υπηρεσία πλατφόρμας σε περισσότερους από 45 εκατομμύρια μηνιαίους ενεργούς τελικούς χρήστες εγκατεστημένους ή ευρισκόμενους εντός της ΕΕ και σε περισσότερους από 10 000 ετήσιους ενεργούς επιχειρηματικούς χρήστες εγκατεστημένους εντός της ΕΕ·
Παγιωμένη και διαρκής θέση: στην περίπτωση που η εταιρεία πληρούσε το δεύτερο κριτήριο κατά τη διάρκεια των τριών τελευταίων ετών.
Περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τη διαδικασία ορισμού ρυθμιστών της πρόσβασης διατίθενται στις ερωτήσεις και απαντήσεις σχετικά με την πράξη για τις ψηφιακές αγορές.
Σαφής κατάλογος του τι πρέπει να εφαρμόζεται και τι να αποφεύγεται
Η πράξη για τις ψηφιακές αγορές καταρτίζει κατάλογο με τις πρακτικές που θα πρέπει να εφαρμόζουν ή να αποφεύγουν οι ρυθμιστές της πρόσβασης στις καθημερινές τους δραστηριότητες για τη διασφάλιση δίκαιων και ανοικτών ψηφιακών αγορών. Οι υποχρεώσεις αυτές θα συνδράμουν τις εταιρείες δημιουργώντας προς όφελός τους δυνατότητες διεκδίκησης των αγορών και ανταγωνισμού των ρυθμιστών της πρόσβασης με βάση τα πλεονεκτήματα των προϊόντων και των υπηρεσιών τους, παρέχοντάς τους μεγαλύτερο περιθώριο καινοτομίας.
Υπάρχουν διάφορες πρακτικές των ρυθμιστών της πρόσβασης που συνιστούν δυνητικό φραγμό για τον ανταγωνισμό, με αποτέλεσμα τον περιορισμό της καινοτομίας, τον υποβιβασμό της ποιότητας και την αύξηση των τιμών. Στις πρακτικές αυτές συγκαταλέγονται η ευνοϊκή μεταχείριση των δικών τους υπηρεσιών ή η παρεμπόδιση των επιχειρηματικών χρηστών των υπηρεσιών τους να προσεγγίσουν τους καταναλωτές. Όταν οι ρυθμιστές της πρόσβασης ασκούν αθέμιτες πρακτικές, όπως η επιβολή αθέμιτων όρων πρόσβασης στο κατάστημα εφαρμογών τους ή η παρεμπόδιση της εγκατάστασης εφαρμογών από άλλες πηγές, οι καταναλωτές είναι πιθανό να πληρώνουν περισσότερα ή να στερούνται ουσιαστικά τα οφέλη που θα μπορούσαν να αποκομίσουν από εναλλακτικές υπηρεσίες.
Με την έναρξη ισχύος της, η πράξη για τις ψηφιακές αγορές θα εισέλθει στην κρίσιμη φάση υλοποίησής της και θα αρχίσει να εφαρμόζεται σε έξι μήνες, αρχομένης της 2ας Μαΐου 2023. Αμέσως μετά, σε περίπτωση που πληρούν τα όρια που καθορίζονται από την πράξη για τις ψηφιακές αγορές, οι δυνητικοί ρυθμιστές της πρόσβασης θα υποχρεωθούν να κοινοποιήσουν τις βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας τους στην Επιτροπή εντός δύο μηνών και έως τις 3 Ιουλίου 2023 το αργότερο.
Μόλις η Επιτροπή λάβει την πλήρη κοινοποίηση, θα έχει στη διάθεσή της 45 εργάσιμες ημέρες για να αξιολογήσει κατά πόσον η εν λόγω επιχείρηση πληροί τα όρια και να την ορίσει ως ρυθμιστή της πρόσβασης (για την τελευταία πιθανή υποβολή, η ανωτέρω προθεσμία θα λήγει στις 6 Σεπτεμβρίου 2023). Μετά τον ορισμό τους, οι ρυθμιστές της πρόσβασης θα έχουν στη διάθεσή τους έξι μήνες για να συμμορφωθούν με τις απαιτήσεις της πράξης για τις ψηφιακές αγορές, το αργότερο έως τις 6 Μαρτίου 2024.
Για να προετοιμαστεί για την επιβολή της πράξης για τις ψηφιακές αγορές, η Επιτροπή συνεργάζεται ήδη ενεργά με ενδιαφερόμενα μέρη του κλάδου για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής συμμόρφωσης με τους νέους κανόνες. Επιπλέον, κατά τους προσεχείς μήνες, η Επιτροπή θα διοργανώσει μια σειρά τεχνικών εργαστηρίων με ενδιαφερόμενα μέρη για την αξιολόγηση των απόψεων τρίτων μερών όσον αφορά τη συμμόρφωση των ρυθμιστών της πρόσβασης με τις υποχρεώσεις τους βάσει της πράξης για τις ψηφιακές αγορές. Το πρώτο από τα εργαστήρια αυτά θα πραγματοποιηθεί στις 5 Δεκεμβρίου 2022 και θα επικεντρωθεί στη διάταξη περί αυτοπροτίμησης.
Τέλος, η Επιτροπή επεξεργάζεται και εκτελεστικό κανονισμό που περιέχει τις διατάξεις σχετικά με τις διαδικαστικές πτυχές της κοινοποίησης.
Μαζί με την πρόταση πράξης για τις ψηφιακές υπηρεσίες (DSA), η Επιτροπή πρότεινε την πράξη για τις ψηφιακές αγορές τον Δεκέμβριο του 2020 για την αντιμετώπιση των αρνητικών συνεπειών που επισύρουν ορισμένες συμπεριφορές επιγραμμικών πλατφορμών που ενεργούν ως ψηφιακοί ρυθμιστές της πρόσβασης στην ενιαία αγορά της ΕΕ.
Η πράξη για τις ψηφιακές αγορές θα επιβληθεί μέσω μιας ισχυρής εποπτικής αρχιτεκτονικής, σύμφωνα με την οποία η Επιτροπή θα αποτελεί τον μοναδικό φορέα επιβολής των κανόνων, σε στενή συνεργασία με τις αρχές των κρατών μελών της ΕΕ. Η Επιτροπή θα είναι σε θέση να επιβάλλει κυρώσεις και πρόστιμα ύψους έως 10 % επί του παγκόσμιου κύκλου εργασιών μιας επιχείρησης και έως 20 % σε περίπτωση επανειλημμένων παραβάσεων. Σε περίπτωση συστηματικών παραβάσεων, η Επιτροπή θα είναι επίσης σε θέση να επιβάλλει τα μέτρα συμπεριφοράς ή διαρθρωτικού χαρακτήρα —στα οποία θα συμπεριλαμβάνεται και η απαγόρευση περαιτέρω εξαγορών— που θα κριθούν αναγκαία για την εξασφάλιση της αποτελεσματικότητας των υποχρεώσεων.
Τέλος, η πράξη για τις ψηφιακές αγορές παρέχει στην Επιτροπή την εξουσία να διενεργεί έρευνες αγοράς, οι οποίες θα εξασφαλίζουν ότι οι υποχρεώσεις που ορίζονται στον κανονισμό επικαιροποιούνται στο πλαίσιο της διαρκώς εξελισσόμενης ψηφιακής πραγματικότητας.
moneyreview.gr
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News