Τη συρρίκνωση της ελληνικής αγοράς σωληνώσεων στο ένα τέταρτο των προ δεκαετίας μεγεθών, σε συνδυασμό με τις έντονες διακυμάνσεις της οικονομίας των τελευταίων ετών αλλά και το νομοθετικό πλαίσιο που προβλέπει συγκεκριμένες προδιαγραφές για τα συστήματα σωληνώσεων σε δημόσια έργα, που διαφέρουν σημαντικά από των περισσότερων υπόλοιπων ευρωπαϊκών κρατών, επικαλείται η αυστριακή Wienerberger Group ως τις αιτίες για την απόφασή της να κλείσει την παραγωγική μονάδα της ελληνικής θυγατρικής της, Pipelife Ελλάς, στη Θήβα.
Αυτό σημειώνει μιλώντας στην «Κ» η Claudia Hajdinyak, επικεφαλής εταιρικών σχέσεων του ομίλου Wienerberger, απαντώντας σε σχετική ερώτηση της εφημερίδας. Οσον αφορά τις διαμαρτυρίες των 70 και πλέον εργαζομένων που θα μείνουν άνεργοι από τις 31 Μαρτίου, οπότε και κατεβάζει ρολά το εργοστάσιο στη Βοιωτία, η κ. Hajdinyak ισχυρίζεται πως έχει προβλεφθεί ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα αποζημίωσης και υποστήριξης καριέρας, ώστε να βοηθήσει όλους τους εργαζομένους να περάσουν στην επόμενη μέρα με τον βέλτιστο δυνατό τρόπο.
Η Pipelife Ελλάς είναι μέλος του ομίλου Pipelife που έχει παρουσία σε 27 χώρες και με τη σειρά του αποτελεί θυγατρική του ομίλου Wienerberger που ειδικεύεται σε οικοδομικά και άλλα υλικά. Το εργοστάσιο στη Θήβα παράγει από το 1992 συστήματα σωληνώσεων από πολυαιθυλένιο, πολυπροπυλένιο και PVC για εφαρμογές σε οικοδομικά και τεχνικά, δημόσια και ιδιωτικά έργα, αλλά και για τη γεωργία και τη βιομηχανία.
Με βάση τον ισολογισμό του 2019, οι πωλήσεις της ανήλθαν στα 18 εκατ. ευρώ, ενώ το αποτέλεσμα ήταν ζημίες της τάξεως των 350.000. Οι σωρευμένες από τα προηγούμενα χρόνια ζημίες φτάνουν όμως τα 20 εκατ., την ώρα που τα ίδια κεφάλαιά της είναι της τάξεως των 25 εκατ. Παράλληλα εμφανίζει υποχρεώσεις της τάξεως των 5,7 εκατομμυρίων, τα 2 εκατ. εκ των οποίων αποτελούν δανεισμό από τη μητρική, η οποία και αποφάσισε να κατεβάσει τους διακόπτες του εργοστασίου στη Θήβα. Η εξέλιξη προκαλεί πάντως σχετική έκπληξη, καθώς ο ισολογισμός της Wienerberger αναφέρει ότι κατά το πρώτο εννεάμηνο του 2020 οι δραστηριότητες του ομίλου και ειδικότερα η κερδοφορία του ενισχύθηκαν από την αυξημένη απορροφητικότητα ευρωπαϊκών κονδυλίων στην Ελλάδα, στη Βουλγαρία και στη Ρουμανία, εκ του οποίου συνάγεται πως προφανώς επωφελήθηκαν οι πωλήσεις προϊόντων της.
Κύκλοι της αγοράς επισημαίνουν πως τα επίπεδα πωλήσεων που πραγματοποιεί στην Ελλάδα δεν δικαιολογούν εγχώρια παραγωγική δραστηριότητα, καθώς μπορούν να καλυφθούν από τις εγκαταστάσεις του πολυεθνικού ομίλου στη Βουλγαρία και στην Τουρκία. Σε ερώτηση της «Κ» κατά πόσον ο όμιλος σκοπεύει να πουλήσει τη μονάδα στη Θήβα ως συνεχιζόμενη δραστηριότητα σε τρίτο επενδυτή ή αν πρόκειται να ρευστοποιήσει το ενεργητικό της στο πλαίσιο του ελληνικού πτωχευτικού κώδικα, η πολυεθνική δεν απάντησε έως αργά χθες το απόγευμα.