Home / Προτεινόμενα / ΚΕΠΕ: Ποιοι είναι οι κλάδοι με τη μεγαλύτερη εξάρτηση στην ενέργεια 

ΚΕΠΕ: Ποιοι είναι οι κλάδοι με τη μεγαλύτερη εξάρτηση στην ενέργεια 

Η εξάρτηση των κλάδων της οικονομίας από τον κλάδο της ενέργειας είναι υψηλή, όπως προκύπτει από την έρευνα που διεξήγαγε το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ). Όπως επισημαίνει το Κέντρο, η ελληνική οικονομία εξαρτάται από τον τομέα της ενέργειας πολύ περισσότερο όσον αφορά τις αγορές παρά όσον αφορά τις πωλήσεις εισροών σε αυτόν. Σε άλλο ένα σημείο που στέκεται η έρευνα είναι ότι ο ρόλος του τομέα της ενέργειας στην οικονομία είναι περισσότερο ως πωλητής εισροών στους υπόλοιπους κλάδους παρά ως αγοραστής εισροών.
Η ενεργειακή εξάρτηση είναι υψηλή για το σύνολο της οικονομίας, οι βιομηχανικοί κλάδοι είναι σχετικά πιο ευάλωτοι στην αύξηση του ενεργειακού κόστος, ενώ και οι επιπτώσεις στα νοικοκυριά (διαδικασία αναπαραγωγής της εργασιακής δύναμης) δεν είναι καθόλου αμελητέα.

Σύμφωνα με την εξέταση των εμπειρικών ευρημάτων για την εξάρτηση των διαφόρων κλάδων της οικονομίας με τον τομέα της ενέργειας, προκύπτει ότι:
1. Ο υψηλότερος δείκτης προς τα μπρος διασύνδεσης με τον τομέα της ενέργειας είναι 0,206 μονάδες προϊόντος ανά μονάδα ενέργειας και αφορά τον τομέα «Ορυχεία-Λατομεία», ενώ ο χαμηλότερος δείκτης διασύνδεσης με τον τομέα της ενέργειας είναι 0,0003 μονάδες προϊόντος ανά μονάδα ενέργειας και αφορά τον τομέα «Επιστημονική έρευνα και ανάπτυξη».

2. Ο μέσος όρος των προς τα μπρος διασυνδέσεων των διαφόρων κλάδων της οικονομίας με τον τομέα της ενέργειας είναι χαμηλότερος από τον μέσο όρο των προς τα μπρος διασυνδέσεων στο σύνολο της οικονομίας και άρα, οι πωλήσεις εισροών των διαφόρων κλάδων χαρακτηρίζονται από σχετικά χαμηλή εξάρτηση από τον τομέα της ενέργειας. 
3. Εντοπίσθηκαν πέντε κλάδοι των οποίων η προς τα μπρος διασύνδεση με τον τομέα της ενέργειας είναι μεγαλύτερη από τον μέσο όρο των προς τα μπρος διασυνδέσεών τους και, άρα, οι πωλήσεις εισροών τους χαρακτηρίζονται από σχετικά υψηλή εξάρτηση από τον τομέα της ενέργειας. Ένας από αυτούς ανήκειστον πρωτογενή τομέα, τρεις ανήκουν στη βιομηχανία, και ένας ανήκει στις υπηρεσίες.
4. Ο δείκτης προς τα μπρος διασύνδεσης της διαδικασίας αναπαραγωγής της εργασιακής δύναμης, τον οποίο εκτιμήσε το ΚΕΠΕ σε 0,082 μονάδες εργασίας ανά μονάδα προϊόντων ενέργειας, είναι χαμηλότερος από τον μέσο όρο προς τα μπρος διασυνδέσεων της διαδικασίας αναπαραγωγής της εργασιακής δύναμης, ο οποίος είναι 0,115 μονάδες εργασίας ανά μονάδα προϊόντος, και κατατάσσεται στην 55η θέση ως προς τις προς τα μπρος διασυνδέσεις της διαδικασίας αναπαραγωγής της εργασιακής δύναμης.
5. Η υψηλότερη θέση κατάταξης του δείκτη διασύνδεσης με τον τομέα της ενέργειας είναι αυτή της 2ης θέσης και καταγράφεται από τον κλάδο «ΟρυχείαΛατομεία», ενώ η χαμηλότερη θέση κατάταξης που καταλαμβάνει είναι αυτή της 60ης θέσης, και αντιστοιχεί στους κλάδους «Παραγωγή χημικών ουσιών και προϊόντων», «Ταχυδρομικές και ταχυμεταφορικές δραστηριότητες» και «Τηλεπικοινωνίες». Υψηλές θέσεις κατάταξης εμφανίζουν επίσης οι κλάδοι «Παραγωγή οπτάνθρακα και προϊόντων διύλισης πετρελαίου», «Κατασκευή μηχανημάτων και ειδών εξοπλισμού π.δ.κ.α».
Επομένως, από τα παραπάνω ευρήματα έπεται ότι οι πωλήσεις εισροών των διαφόρων κλάδων της ελληνικής οικονομίας προς τον τομέα της ενέργειας είναι χαμηλότερες από τον μέσο όρο πωλήσεων εισροών μεταξύ των κλάδων της οικονομίας, ενώ οι κλάδοι που εμφανίζουν υψηλή εξάρτηση από τον τομέα της ενέργειας για την πώληση εισροών ανήκουν κυρίως στη βιομηχανία και τις εξορύξεις.
Από την εξέταση των εμπειρικών ευρημάτων για τις προς τα πίσω διασυνδέσεις των διαφόρων κλάδων της οικονομίας με τον τομέα της ενέργειας, έπεται ότι:
1. Ο υψηλότερος δείκτης προς τα πίσω διασύνδεσης με τον τομέα της ενέργειας είναι 0,246 μονάδες ενεργειακού προϊόντος ανά μονάδα παραγόμενου προϊόντος και αφορά τον τομέα «Συλλογή, επεξεργασία και παροχή νερού», ενώ ο χαμηλότερος δείκτης διασύνδεσης με τον ενεργειακό τομέα είναι 0,008 μονάδες ενεργειακού προϊόντος ανά μονάδα παραγόμενου προϊόντος και αφορά τον τομέα «Διαχείριση ακίνητης περιουσίας».
2. Ο μέσος όρος των προς τα πίσω διασυνδέσεων των διαφόρων κλάδων της οικονομίας με τον τομέα της ενέργειας είναι μεγαλύτερος από τον μέσο των προς τα πίσω διασυνδέσεων κάθε κλάδου και, άρα, οι αγορές εισροών όλων των κλάδων χαρακτηρίζονται από σχετικά υψηλή εξάρτηση από τον τομέα της ενέργειας.
3. Ο δείκτης προς τα πίσω διασύνδεσης της διαδικασίας αναπαραγωγής της εργασιακής δύναμης, τον οποίο εκτιμήσαμε σε 0,169 μονάδες ενεργειακού προϊόντος ανά μονάδα εργασίας, είναι, επίσης, σημαντικά υψηλότερος από τον μέσο όρο προς τα πίσω διασυνδέσεων της διαδικασίας αναπαραγωγής της εργασιακής δύναμης, ο οποίος είναι 0,100 μονάδες προϊόντος ανά μονάδα εργασίας, και κατατάσσεται στην 12η θέση ως προς τις προς τα πίσω διασυνδέσεις της διαδικασίας αναπαραγωγής της εργασιακής δύναμης.
4. Η υψηλότερη θέση κατάταξης του δείκτη προς τα πίσω διασύνδεσης με τον τομέα της ενέργειας είναι αυτή της 1ης θέσης και καταγράφεται από τους κλάδους «Παραγωγή βασικών μετάλλων», «Συλλογή, επεξεργασία και παροχή νερού», και «Επεξεργασία λυμάτων·συλλογή, επεξεργασία και διάθεση αποβλήτων· ανάκτηση υλικών· δραστηριότητες εξυγίανσης και άλλες υπηρεσίες για τη διαχείριση αποβλήτων», ενώ η χαμηλότερη θέση κατάταξης που καταλαμβάνει είναι αυτή της 12ης θέσης, και αντιστοιχεί στον κλάδο «Εκδοτικές δραστηριότητες».
Σύμφωνα, λοιπόν, με τα παραπάνω ευρήματα, οι αγορές εισροών των διαφόρων κλάδων της ελληνικής οικονομίας από τον τομέα της ενέργειας είναι σημαντικά υψηλότερες (περίπου 2,3 φορές) από τον μέσο όρο αγορών εισροών μεταξύ των κλάδων της οικονομίας, ενώ σημαντικά υψηλότερες είναι οι αγορές εισροών της διαδικασίας αναπαραγωγής της εργασιακής δύναμης από τον τομέα της ενέργειας σε σχέση με τον μέσο όρο αγορών της από άλλους κλάδους. Συνεπώς, η ελληνική οικονομία εξαρτάται από τον τομέα της ενέργειας πολύ περισσότερο όσον αφορά τις αγορές παρά όσον αφορά τις πωλήσεις εισροών σε αυτόν. Έτσι, μια, για παράδειγμα, μεταβολή στα επίπεδα παραγωγής του ενεργειακού τομέα θα έχει μια σχετικά μικρότερη επίπτωση στο σύνολο της οικονομίας απ’ ό,τι θα έχει μια μεταβολή του κόστους των εισροών που λαμβάνουν οι κλάδοι της οικονομίας από τον κλάδο της ενέργειας, όπως φάνηκε από τη σημαντική επίδραση που είχε η πρόσφατη αύξηση του ενεργειακού κόστους στους λοιπούς παραγωγικούς κλάδους της οικονομίας.
Οι κλάδοι της ελληνικής οικονομίας που καταγράφουν υψηλή αλληλεξάρτηση (δηλαδή υψηλές διασυνδέσεις του κλάδου ενέργειας με τους διάφορους κλάδους και ταυτοχρόνως υψηλές διασυνδέσεις των διάφορων κλάδων με τον κλάδο της ενέργειας) αποτελούν μόλις το 2,39% της Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας (ΑΠΑ) της ελληνικής οικονομίας.
Αυτό το εύρημα ενισχύει περαιτέρω το εύρημα του Μέρους Α της ανάλυσης του ΚΕΠΕ, σύμφωνα με το οποίο υπάρχουν ελάχιστα περιθώρια επηρεασμού του κλάδου της ενέργειας μέσω εφαρμογής πολιτικών σε άλλους κλάδους της οικονομίας. Αντιθέτως, η ανάλυσή μας αναδεικνύει την ισχυρή μονόπλευρη εξάρτηση της ελληνικής οικονομίας και, ιδιαιτέρως, των βιομηχανικών κλάδων (όπως η βιομηχανία μετάλλων, η επεξεργασία και παροχή νερού, και η επεξεργασία λυμάτων) από τον κλάδο της ενέργειας για την αγορά εισροών. 
Συμπεράσματα
Στις δύο αυτές Αναλύσεις Επικαιρότητας το ΚΕΠΕ εστίασε στις διακλαδικές διασυνδέσεις του τομέα της ενέργειας. Τα ευρήματα προέκυψαν από τη χρησιμοποίηση μιας διευρυμένης εκδοχής της μεθόδου υποθετικής απόσπασης, η οποία επιτρέπει τη συνεκτίμηση των διακλαδικών επιδράσεων της διαδικασίας αναπαραγωγής της εργασιακής δύναμης στο οικονομικό σύστημα, δηλαδή μια εκδοχή που λαμβάνει υπόψη όχι μόνο τις τεχνικές διαστάσεις της ελληνικής οικονομίας αλλά και τις κοινωνικές. Στη βάση αυτή τα κύρια ευρήματα μας συνοψίζονται στα εξής:
1. O τομέας της ενέργειας χαρακτηρίζεται από υψηλές προς τα μπρος διασυνδέσεις με τους υπόλοιπους κλάδους της οικονομίας και όλοι οι κλάδοι της οικονομίας εμφανίζουν υψηλές προς τα πίσω διασυνδέσεις με τον τομέα της ενέργειας.
2. Αντιθέτως, τόσο οι προς τα πίσω διασυνδέσεις του ενεργειακού τομέα με τους υπόλοιπους κλάδους, όσο και οι προς τα μπρος διασυνδέσεις των διαφόρων κλάδων με τον τομέα της ενέργειας, βρέθηκαν αρκετά ασθενείς. Συνεπώς, ο ρόλος του τομέα της ενέργειας στην οικονομία είναι περισσότερο ως πωλητής εισροών στους υπόλοιπους κλάδους παρά ως αγοραστής εισροών.
3. Οι κλάδοι της ελληνικής οικονομίας δεν εμφανίζουν σημαντικές αλληλεξαρτήσεις με τον κλάδο της ενέργειας, αλλά παρατηρείται ισχυρή μονόπλευρη εξάρτηση όλων των κλάδων της οικονομίας από τον κλάδο της ενέργειας για την αγορά εισροών. Το γεγονός αυτό, και σε συνδυασμό με τα ευρήματα του Μέρους Α της ανάλυσης του ΚΕΠΕ, καθιστούν την ελληνική οικονομία περισσότερο εκτεθειμένη στις εξελίξεις των διεθνών ενεργειακών αγορών σε σύγκριση με το πρόσφατο παρελθόν. Συνεπώς, έχει ελάχιστα μέσα να αμυνθεί στις πρόσφατες αυξήσεις των τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αέριου με αποτέλεσμα να έχουμε οδηγηθεί σε μια πρωτοφανή για τα σύγχρονα ελληνικά δεδομένα ενεργειακή κρίση. 
4. Ο κλάδος που φαίνεται να επηρεάζεται περισσότερο από την παρατεταμένη ενεργειακή κρίση αφορά ένα από τα βασικότερα δημόσια αγαθά, την «Συλλογή, επεξεργασία και παροχή νερού» και, συνεπώς, θα πρέπει να αναμένεται να του ασκηθούν ισχυρές πιέσεις ως προς το κόστος λειτουργίας του. Το γεγονός ότι ο εν λόγω κλάδος παραμένει υπό δημόσιο έλεγχο καθιστά σχετικά ευκολότερη την άσκηση κρατικών πολιτικών άμβλυνσης των όποιων επιπτώσεων.
5. Τέλος, παρόλο που, όπως ήδη αναφέρθηκε, η ενεργειακή εξάρτηση είναι υψηλή για το σύνολο της οικονομίας, οι βιομηχανικοί κλάδοι είναι σχετικά πιο ευάλωτοι στην αύξηση του ενεργειακού κόστος, ενώ και οι επιπτώσεις στα νοικοκυριά (διαδικασία αναπαραγωγής της εργασιακής δύναμης) δεν είναι καθόλουαμελητέα.
moneyreview.gr
 
 
 

Ακολουθήστε το Money Review στο Google News

Πηγή

About moneyreview