Επιφυλακτική στάση τηρούν οι εισηγμένες τεχνικές εταιρείες απέναντι στην έκθεση της Επιτροπής Ανταγωνισμού (E.A.) για τον κατασκευαστικό κλάδο, η οποία δημοσιεύτηκε αργά το βράδυ της Τετάρτης, όπου διαπιστώνεται ότι δεν υπάρχουν συνθήκες αποτελεσματικού ανταγωνισμού.
Συγκεκριμένα, διαπιστώθηκε ότι υπήρξε σημαντική συγκέντρωση του κλάδου των κατασκευών την τελευταία δεκαετία, με αύξηση των φραγμών εισόδου σε ορισμένες από τις επιμέρους αγορές. Στο πλαίσιο αυτό, στελέχη των εταιρειών του κλάδου ανέφεραν χθες ότι θα μελετήσουν με προσοχή τα όσα αναγράφονται στην έκθεση της Ε.Α. και θα τοποθετηθούν αρμοδίως στο πλαίσιο της δημόσιας διαβούλευσης, η οποία ξεκίνησε χθες και θα διαρκέσει έως τις 7 Μαΐου.
Μεταξύ άλλων, η έκθεση της Ε.Α. κρίνει ότι στα θέματα που άπτονται περαιτέρω διαβούλευσης κι όπου θα μπορούσαν να γίνουν παρεμβάσεις περιλαμβάνονται το ζήτημα της ρύθμισης των ασυνήθιστα χαμηλών προσφορών που επιχειρεί να διευθετήσει το πρόσφατο νομοσχέδιο του υπ. Υποδομών, ο τρόπος οργάνωσης και ιδίως τα κριτήρια κατάταξης του Μητρώου Εργοληπτικών Επιχειρήσεων Δημοσίων Εργων (ΜΗΕΕΔΕ) και η εντατικότερη και ευρύτερη χρήση των ΣΔΙΤ και των παραχωρήσεων, χωρίς προηγούμενη συστηματική ανάλυση των (πιθανών) επιπτώσεών τους στον ανταγωνισμό.
Για παράδειγμα, όσον αφορά τα κριτήρια κατάταξης στο ΜΗΕΕΔΕ αναφέρεται ότι θα μπορούσε να παρασχεθεί η δυνατότητα συμμετοχής και μικρότερων εταιρειών 6ης τάξης σε διαγωνισμούς μεγάλων έργων, χωρίς τους περιορισμούς που ισχύουν σήμερα. Στο πλαίσιο της έρευνας, ορισμένες εταιρείες σημείωσαν ότι οι όροι του ανταγωνισμού θα βελτιώνονταν εφόσον μειωνόταν η απόσταση μεταξύ των εταιρειών 6ης τάξης και 7ης τάξης, με αύξηση ορίου προϋπολογισμού έργων που μπορούν να αναλάβουν οι εταιρείες 6ης τάξης και κατάργηση ορίου ανεκτέλεστων συμβάσεων.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, θα μπορούσε π.χ. να ενισχυθεί ο ανταγωνισμός στα έργα με προϋπολογισμό από 44 έως 80 εκατ. ευρώ (τα οποία κατά τον κλάδο αναμένεται να είναι αρκετά τα επόμενα έτη) και, επιπλέον, ορισμένες εταιρείες 6ης τάξης θα μπορούσαν να προσβλέπουν σε πιθανή ανέλιξή τους στην υψηλότερη τάξη. Πάντως, στελέχη της αγοράς αναφέρουν ότι σήμερα στην Ελλάδα λειτουργούν τουλάχιστον πέντε εταιρείες της ανώτατης εργοληπτικής τάξης και δεκάδες στην αμέσως μικρότερη τάξη. Στον αντίποδα, σε χώρες με πολλαπλάσιο ΑΕΠ, όπως η Γερμανία, η Ισπανία, η Ιταλία και η Γαλλία, λειτουργούν είτε μία είτε δύο εταιρείες.
Επίσης, η Ε.Α. προτείνει την περαιτέρω διερεύνηση και αξιολόγηση των ανταγωνιστικών συνθηκών των συμβάσεων ΣΔΙΤ και παραχωρήσεων, θεωρώντας ότι εντατικοποιείται η χρήση τους, ενώ λόγω του μεγέθους τους κατά κανόνα απευθύνονται σε συγκεκριμένο αριθμό μεγάλων εταιρειών. Στον αντίποδα, πηγές της αγοράς επισημαίνουν τη μεγάλη επιτυχία του θεσμού των ΣΔΙΤ στην Ελλάδα, που χρησιμοποιείται ως παράδειγμα και διεθνώς, σημειώνοντας ότι το εν λόγω εργαλείο έχει κατορθώσει να κινητοποιήσει σημαντικά ιδιωτικά κεφάλαια, υποκαθιστώντας την ένδεια δημοσίων κονδυλίων.
Αναφορικά με την πρόσφατη ρύθμιση για την αντιμετώπιση του προβλήματος των υπερβολικών εκπτώσεων στα δημόσια έργα, η Ε.Α. θεωρεί ότι είναι ανεπαρκής και δύναται να έχει αντιανταγωνιστικές επιπτώσεις. Η ρύθμιση αναφέρει ότι, εφόσον μια προσφορά έχει απόκλιση μεγαλύτερη του 10% του μέσου όρου του συνόλου των προσφορών, κρίνεται ως ασυνήθιστα χαμηλή και πρέπει να αιτιολογηθεί.
Μάλιστα παρέχεται η δυνατότητα στην αναθέτουσα αρχή να κρίνει ως ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές και προσφορές με μικρότερη ή καθόλου απόκλιση από το ως άνω όριο. Οπως αναφέρουν ορισμένες επιχειρήσεις του κλάδου, στο πλαίσιο της έρευνας, ένα ανάλογο σύστημα ανάθεσης είχε εφαρμοστεί και προ 20ετίας (μαθηματικός τύπος), χωρίς επιτυχία, καθώς υπήρξαν φαινόμενα ομαδοποιήσεων των διαγωνιζομένων που προσπαθούσαν να κατευθύνουν με τον μαθηματικό τύπο τις αναθέτουσες αρχές προς συγκεκριμένο ανάδοχο. Ωστόσο, η πλειοψηφία των εταιρειών σημειώνει ότι η ρύθμιση κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση κι επομένως τυχόν βελτιωτικές παρεμβάσεις θα πρέπει να αναζητηθούν αφού εφαρμοστεί στην πράξη και προκύψουν τυχόν προβλήματα.
Σύμφωνα με την Ε.Α., το έναυσμα για την έναρξη κανονιστικής έρευνας στις κατασκευές αποτέλεσε τόσο η συγκέντρωση που παρατηρήθηκε λόγω της συρρίκνωσης του κλάδου όσο και το φαινόμενο της σταδιακής εισόδου επενδυτικών σχημάτων, όπως η Reggeborgh Invest, μέσω απόκτησης ταυτοχρόνως μειοψηφικών συμμετοχών σε μεγάλες κατασκευαστικές εταιρείες (ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ και Ελλάκτωρ). Ασφαλώς πλέον δεν τίθεται ζήτημα στρέβλωσης του ανταγωνισμού, καθώς πριν από λίγες εβδομάδες το ολλανδικό fund προχώρησε στην αποεπένδυση από τη ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, επικεντρώνοντας την παρουσία του στην εγχώρια κατασκευαστική αγορά αποκλειστικά στην «Ελλάκτωρ». Ωστόσο, θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι είναι πολύ πιθανό η απόφαση της Ε.Α. να προχωρήσει σε κανονιστική παρέμβαση να λειτούργησε προληπτικά και να προκάλεσε τις παραπάνω εξελίξεις. Παράλληλα, με την κίνηση αυτή δημιουργείται κι ένα προηγούμενο ώστε να αποτραπούν ανάλογες κινήσεις επενδυτών στο μέλλον.
Υπενθυμίζεται ότι μετά το πέρας της εν λόγω διαδικασίας κι εφόσον η Ε.Α. προβεί στην ίδια διαπίστωση περί μη ύπαρξης επαρκούς ανταγωνισμού, θα ανακοινώσει συγκεκριμένα μέτρα που θεωρεί ότι είναι αναγκαία ώστε να δημιουργηθούν συνθήκες αποτελεσματικού ανταγωνισμού. Θα ακολουθήσει νέα δημόσια διαβούλευση και με το πέρας αυτής η Ε.Α. θα επιβάλει τα μέτρα που θεωρεί ότι είναι αναγκαία για την εξασφάλιση συνθηκών. Στο πλαίσιο αυτό, ενδέχεται να γνωμοδοτήσει και για τυχόν αναγκαίες νομοθετικές παρεμβάσεις, που ασφαλώς εναπόκεινται στη διακριτική ευχέρεια της κυβέρνησης.
Επιχειρήσεις