Ο Ιωάννης Καποδίστριας εκλέχθηκε Κυβερνήτης της Ελλάδος, στις 30 Μαρτίου 1827, από την Γ’ Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας, και ως τη δολοφονία του (9 Οκτωβρίου 1831) σήκωσε στις πλάτες του, το τεράστιο βάρος της σύστασης και οργάνωσης του «νεογέννητου» ελληνικού κράτους.
Η προσφορά του όμως στην Ελλάδα είχε ξεκινήσει πολλά χρόνια πριν, όταν «κατακτούσε» ως διπλωμάτης την Ευρώπη.
Γράφει ο Στέφανος Στεφάνου στις 9 Φεβρουαρίου 1930, στο «ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΒΗΜΑ»:
«Η δράσις του ως διπλωμάτου και πολιτικού ανδρός – προ της ελληνικής επαναστάσεως – ότε διετέλεσε πρέσβυς και υπουργός των Εξωτερικών της Ρωσσίας, επί αυτοκράτορος Αλεξάνδρου του Α’ και έπαιξε πρωτεύοντα ρόλον εις την διεθνή πολιτικήν της τότε εποχής (…) είνε εξόχως ενδιαφέρουσα από πάσης απόψεως.
»Ο Καποδίστριας, εξ ευγενούς οικογενείας καταγόμενος, κόμης, πολύγλωσσος και πολυμαθής, επιστήμων άριστος, χάρις εις την μεγαλοφυίαν του, από γραμματεύς της Γερουσίας εις την Κέρκυραν, κατά σύστασιν του Μοντσενίγου (σ.σ. Γεώργιος Δ. Μοτσενίγος, ρώσος πληρεξούσιος), εισήλθεν εις την ρωσσικήν υπηρεσίαν, όπου διαπρέψας, είλκυσε την προσοχήν αυτού του Αυτοκράτορος Αλεξάνδρου του Α’, ο οποιός δεν εδίστασε να του αναθέση πλείστας όσας διαπραγματεύσεις, να τον διορίση πρέσβυν και να τον κάμη εις το τέλος υπουργόν των εξωτερικών»
Η αφετηρία του στην πολιτική
Γεννημένος στην Κέρκυρα το 1776, και σπουδάζοντας στη γενέτειρά του αλλά και στην Ιταλία, πραγματοποίησε τα πρώτα του βήματα στην πολιτική μέσα από αξιώματα που ανέλαβε, από το 1801 και μετά, στην Ιόνιο Γερουσία, ενώ ήταν και αυτός που συνέταξε το Σύνταγμα της Επτανησιακής Πολιτείας.
Τον Απρίλιο του 1809, ο Ιωάννης Καποδίστριας εντάσσεται στις διπλωματικές υπηρεσίες της Ρωσίας κάνοντας έτσι το πρώτο βήμα στην λαμπρή διπλωματική του καριέρα.
Την περίοδο εκείνη έχει ήδη ανατείλει το άστρο ενός από τους μεγαλύτερους, όπως θα αποδεικνυόταν, εχθρούς της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, του αυστριακού πολιτικού και διπλωμάτη Κλέμενς φον Μέττερνιχ.
Ο Καποδίστριας κατακτά την Ευρώπη
«Ο Καποδίστριας είναι σύγχρονος του Ταλλεϋράν (σ.σ. γάλλου πολιτικού και διπλωμάτη) και του Μέττερνιχ», γράφει ο Στεφάνου «διαφέρει όμως και από τους δύο αυτούς ως προς την ψυχήν και τον χαρακτήρα. Είνε φιλελευθέρος. Και δρα επί επιπέδου έχοντος πάντοτε ως βάσιν μίαν υπερτέραν ηθικήν αρχήν.
Ο Μέττερνιχ, μετρ της διπλωματίας αλλά και των ραδιουργιών, θα έθετε πολλές φορές εμπόδια και στις ρωσικές επιδιώξεις και θα γινόταν έτσι και λόγω των Ρωσοαυστριακών σχέσεων και λόγω του ελληνικού ζητήματος, βασικός αντιμέτωπος του Καποδίστρια, για τον οποίο ο Τσάρος Αλέξανδρος δήλωνε, πως «μόνο αυτός ημπορεί να τα βγάλει πέρα με τον Μέττερνιχ. Κανείς άλλος. Έχει αγνάς προθέσεις και υγιείς βλέψεις».
Τον Καποδίστρια εκθειάζει και ο γάλλος συγγραφέας και πολιτικός Αμπέλ – Φρανσουά Βιλμέν:
«Έαν υπάρχη στον κόσμο μία ευγένεια προπατορική, που να διακρίνεται από την λεπτότητα της φυσιογνωμίας, από την έξυπνη του ματιού διαύγεια, από την χαριτωμένη απλότητα των τρόπων, από την ανεπιτήδευτη κομψότητα του λόγου σε όλες τις γλώσσες, κανένας άλλος δεν υπήρξε φυσικά πλέον ευγενής από τον κόμητα Καποδίστρια και η συνέχεια των γεγονότων απέδειξεν ότι ούτος δεν είχε μόνον την εξωτερικήν αξιοπρέπειαν, αλλ’ είχεν επίσης και τον ηρωισμόν της ψυχής».
Με τέτοια χαρακτηριστικά, επόμενο ήταν, το όνομα του Ιωάννη Καποδίστρια, να ακούγεται ολοένα και περισσότερο στα σαλόνια και τις βασιλικές αυλές της Ευρώπης, όπου το κύρος του έλληνα διπλωμάτη αυξανόταν συνεχώς.
Φυσικό λοιπόν ήταν, ο τσάρος Αλέξανδρος να θελήσει να αξιοποιήσει στο έπακρον τον προικισμένο διπλωμάτη του.
Η μεγάλη πρόταση
«Ο Αλέξανδρος εκάλεσεν ένα βράδυ τον Καποδίστριαν και του ανήγγειλεν ότι τον προάγει εις το αξίωμα του υπουργού των Εξωτερικών».
Το μυαλό του Καποδίστρια όμως δεν φεύγει στιγμή από την πατρίδα του την Ελλάδα και τους υπόδουλους συμπατριώτες του.
«Ο Καποδίστριας λίαν συγκεκινημένος, τον ηυχαρίστησεν, αλλά τον παρεκάλεσε να μην επιμείνη και να τον αφήση εις την Ελβετίαν.
»Όταν ο Αλέξανδρος, έκπληκτος, τον ηρώτησε διά ποίους λόγους ηρνείτο, ο Καποδίστριας επέμενε επί της εντυπώσεως, την οποίαν θα έκαμεν ο διορισμός του εις τους Έλληνας.
– Μεγαλειότατε, του είπεν, αυτοί οι άνθρωποι υποφέρουν και ελπίζουν. Βλέποντές με πλησίον σας, θα ελπίσουν ακόμη περισσότερον και θα στραφούν προς εμέ. Τότε τι θα συμβή;
Μοιραίως θα λησμονήσω τας υποχρεώσεις μου απέναντι της πατρίδος μου. Πρέπει να παύσω να είμαι Έλλην. Αλλ’ είμαι ανίκανος να κάμω αυτήν την θυσίαν.
Θα διατηρήσω προσωπικάς σχέσεις μετ’ αυτών και αι σχέσεις αυταί θα εξεγείρουν την δυσπιστίαν τοιαύτην κατάστασιν, ουδέν όφελος θα προκύψη διά την υμετέραν Μεγαλειότητα, ούτε διά τους Έλληνας, ούτε δι’ εμέ»
Ο Τσάρος όμως ήταν αποφασισμένος να μην χάσει μέσα από τα χέρια του έναν τόσο άξιο διπλωμάτη.
« – Τίποτε δικαιότερον και ωφελιμότερον, του απήντησεν, από του να έχουν οι Έλληνες πλησίον μου, εν τω προσώπω σου, τον συνήγορόν των.
Σου υπόσχομαι όλαι αι ιδιωτικαί και δημόσιαι υποθέσεις, αι αφορώσαι αυτούς, να είνε εις χείρας σου εμπεπιστευμέναι»
Την επομένη, ο Τσάρος Αλέξανδρος ανακοίνωσε τον διορισμό του Ιωάννη Καποδίστρια στη θέση του υπουργού των Εξωτερικών της Ρωσσίας.
Όπως θα δούμε, η Ρωσία και ο Τσάρος Αλέξανδρος δεν θα στηρίξουν ενεργά την Ελληνική Επανάσταση, τουλάχιστον όχι στο βαθμό που ήλπιζαν οι Έλληνες. Ο Καποδίστριας όμως θα προσφέρει πολύτιμες υπηρεσίες.