Τα σενάρια περί εκλογών είναι λογικό να ανακυκλώνονται όταν το κυβερνητικό κόμμα έχει τόσες κοινοβουλευτικές απώλειες, δηλώνει ο υπουργός Επικρατείας Νίκος Παππάς σε συνέντευξη του στην εφημερίδα «Επένδυση».
Απαντώντας σε ερωτήσεις σχετικά με τις διαφοροποιήσεις μεγάλου αριθμού βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ στις πρόσφατες ψηφοφορίες για τις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές επισημαίνει ότι «η ψήφιση ή μη της συμφωνίας είναι μια οριακή στιγμή» και «η καταψήφιση σημαίνει και άρση της εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση».
«Η χώρα δε θα μπορεί να πορεύεται με κυβέρνηση μειοψηφίας για πολύ. Χρειάζονται καθαρές συμπαγείς και σταθερές λύσεις» τονίζει ο Ν. Παππάς ο οποίος σε άλλο σημείο της συνέντευξης, στην ερώτηση αν σε ενδεχόμενες εκλογές θα συμπεριληφθεί στα ψηφοδέλτια του ΣΥΡΙΖΑ η Αριστερή Πλατφόρμα, απαντά: «Αν πάμε σε εκλογές θα πάμε για να εξασφαλιστεί η απολεσθείσα σταθερότητα και πλειοψηφία».
Σε ερώτηση για το πώς μπορεί να αντιστοιχηθεί ο “κομματικός” με τον “κοινωνικό” ΣΥΡΙΖΑ, όπως έχει πει ο πρωθυπουργός, ο υπουργός Επικρατείας απαντά ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι κάτι πολύ περισσότερο από ένα κόμμα και η μορφή, η μαζικότητα και η λειτουργία του αφορά συνολικά τη δημοκρατία. «Είμαστε το μεγαλύτερο κόμμα στην Ελλάδα. Το πως εμείς λειτουργούμε επηρεάζει και διαμορφώνει και τον τρόπο που λειτουργεί συνολικά η δημοκρατία μας».
Σχετικά με τη στάση της προέδρου της Βουλής και την σχέση της με το Μέγαρο Μαξίμου, ο υπουργός Επικρατείας σημειώνει ότι η λειτουργία του κοινοβουλίου, οι πολύωρες καθυστερήσεις και η διαρκής ανακάλυψη διαδικαστικών ζητημάτων δημιουργούν μια εικόνα απωθητική και πρέπει να μας προβληματίσει όλους. Ο υπουργός Επικρατείας επισημαίνει ότι η κ. Κωνσταντοπούλου «έχει εκφράσει καθαρά τη διαφωνία της με τις κυβερνητικές επιλογές» και προσθέτει ότι «η κάθετη διαφωνία και η κατοχή μιας τόσο σημαντικής θέσης είναι ένας απολύτως ασυνήθιστος συνδυασμός. Ειδικά όταν καταγγέλλονται διάφορα με λεκτικές ακρότητες ανοίκειες στις αναλύσεις αριστεράς.
«Η αριστερά ποτέ δε θεώρησε ότι θα λύσει κοινωνικά προβλήματα στέλνοντας σε δικαστήρια πολιτικούς αντιπάλους εντός και εκτός της χώρας. Είναι άλλο να προτάσσουμε και απαιτούμε την απόδοση δικαιοσύνης για διάφορα σκάνδαλα και άλλο να υποκρινόμαστε ότι εάν πάμε στα διεθνή δικαστήρια τον ένα και τον άλλο θα καταφέρουμε να αποκαταστήσουμε τα εισοδήματα του λαού. Η αριστερά προέταξε πάντα τον πολιτικό αγώνα τη συγκρότηση συμμαχιών για την κατάκτηση της πλειοψηφίας του λαού. Τη διεθνοποίηση του οικονομικού ζητήματος της Ελλάδας με όρους πολιτικής και όχι δικαστηρίων» συμπληρώνει ο κ. Παππάς και προσθέτει για το ίδιο θέμα: «Δυστυχώς βλέπουμε να αναπαράγεται μια λογική που λέει ότι “η κυβέρνηση είχε δυνατότητα να διαγράψει όλο το χρέος και δε το έκανε“. Πρόκειται για απόλυτη ανακρίβεια. Η αριστερά, ποτέ δεν έθεσε το θέμα του χρέους ως πρόβλημα λογιστικής αποτύπωσης, αλλά ως πολιτικό ευρωπαϊκό και διεθνές πρόβλημα που απορρέει από κοινωνικές και οικονομικές σχέσεις και ταυτόχρονα τις αναπαράγει. Αυτή η ανάλυση επέτρεψε στην Αριστερά να πλειοψηφήσει, όχι οι πρόβες δικαστηρίου και οι λεκτικές υπερβολές».
Σε ερώτηση για το σενάριο του Grexit ο υπουργός Επικρατείας απαντά ότι συνεχίζει να προωθείται από ακραίους Γερμανικούς κύκλους και δυστυχώς και από κάποιους στην Ελλάδα και προσθέτει ότι αυτό «είναι όμως το ερώτημα και το ενδεχόμενο της φάσης που πάμε να αφήσουμε πίσω μας. Το ερώτημα της νέας φάσης είναι όχι το “μέσα ή έξω από την Ευρώπη“, αλλά το “Ποια Ελλάδα, σε ποια Ευρώπη“». «Η Ελλάδα κατάφερε να αναδείξει τα πραγματικά διλλήματα πολιτικής. Θα ήταν ευχής έργο, αν στην Ελλάδα οι πολιτικές δυνάμεις συντόνιζαν τις αναλύσεις τους με αυτό το κρίσιμο δίλημμα», επισημαίνει ο κ. Παππάς.
Σε ερώτηση για το αν η Ελλάδα κέρδισε κάτι από την διαπραγμάτευση, ο Ν. Παππάς, σημειώνει ότι «η ελληνική κυβέρνηση εξάντλησε και την εντολή της και τα όρια της διαπραγμάτευσης» και προσθέτει: «Έχουμε μια τριετή χρηματοδότηση με ήπια δημοσιονομικά χαρακτηριστικά, ένα ενισχυμένο επενδυτικό πακέτο και η συζήτηση για το δημόσιο χρέος είναι πλέον στο κέντρο του παγκόσμιου οικονομικού διαλόγου. Και αλήθεια ποιος μπορεί να αγνοήσει το γεγονός ότι δε γίνονται άλλες απολύσεις στο δημόσιο, ότι το θέμα των συλλογικών διαπραγματεύσεων είναι ανοιχτό, ότι το ΕΚΑΣ θα αντικατασταθεί το 2020 και ότι δεν αλλάζει το πλαίσιο προστασίας της πρώτης κατοικίας;
«Όποιος θεωρεί ότι άλλη κυβέρνηση και άλλος πρωθυπουργός θα μπορούσε να φέρει καλύτερη συμφωνία δεν έχει παρά να το πει δημόσια και να προσπαθήσει να πείσει και τη βουλή και το λαό», επισημαίνει ο υπουργός Επικρατείας.
Όσον δε αφορά στη συμφωνία που θα έρθει για ψήφιση στη Βουλή αναφέρει ότι «η Ελλάδα διεκδικεί την εφαρμογή ισοδυνάμων όπου αυτό προβλέπεται και είναι εφικτό, διεκδικεί σταδιακή εφαρμογή ρυθμίσεων στην αγροτική οικονομία για να αποφευχθεί ένα αρνητικό σοκ στην παράγωγη και το επίπεδο ζωής της υπαίθρου, ρυθμίσεις στον εργασιακό τομέα που θα αντιστοιχίζονται στις ανάγκες των εργαζομένων και θα αποτρέπουν νέο κύμα ύφεσης».
Κληθείς δε, από την εφημερίδα να απαντήσει “σε αυτούς που λένε ότι αυτούς τους έξι μήνες “χάθηκαν” περίπου 65 δις“ ο κ. Παππάς κάνει λόγο για «γελοιότητες» και «ψέματα» και εξηγεί: «Τόσα χάθηκαν στα πέντε χρόνια ύφεσης και μνημονίων όπου το ΑΕΠ της χώρας πήγε από τα 240 δις στα 180. Όσοι ισχυρίζονται ότι αυτές ήταν οι απώλειες του εξαμήνου δικής μας διακυβέρνησης απλώς λένε ψέματα».
Για τους στόχους του νομοσχεδίου για τις τηλεοπτικές άδειες ο υπουργός Επικρατείας αναφέρει ότι έρχεται να ρυθμίσει ένα θέμα το οποίο παραμένει σε εκκρεμότητα εδώ και δεκαετίες, ενώ παράλληλα ιδρύεται θυγατρική της ΕΡΤ η οποία θα δώσει τέλος δηλαδή στο μονοπώλιο του ψηφιακού σήματος και σημειώνει: «Δεν γίνεται την ώρα που καλούμαστε όλοι μαζί να εφαρμόσουμε ένα νέο πρόγραμμα, οι ιδιωτικοί τηλεοπτικοί σταθμοί να παραμένουν στο απυρόβλητο και να μην έχουν καταβάλλει κανένα τίμημα για την άδεια λειτουργίας τους». Προσθέτει ότι για την εφαρμογή του νόμου θα χρειαστεί πρωτίστως να συγκροτηθεί νόμιμα το ΕΣΡ, το οποίο τη στιγμή αυτή λειτουργεί χωρίς την απαραίτητη νόμιμη σύνθεση, αφού έχει λήξει η θητεία των περισσότερων μελών του και επισημαίνει ότι «δυστυχώς, παρατηρείται ολιγωρία από πλευράς του προεδρείου της Βουλής το οποίο είναι αρμόδιο για τη σύγκλιση της Διάσκεψης των Προέδρων και η οποία θα πρέπει να αποφασίσει με την αυξημένη πλειοψηφία των 4/5 επί της νέας σύνθεσης του ΕΣΡ». «Η βούληση των μελών της Διάσκεψης για την επίτευξη ή μη της προβλεπόμενης πλειοψηφίας θα αναδείξει ποιος πραγματικά ενδιαφέρεται για την αποκατάσταση της νομιμότητας», καταλήγει ο υπουργός Επικρατείας.