Από τα μέσα περίπου του περασμένου Μαρτίου, αναδύθηκε ένα ερώτημα το οποίο και πλανάται έως σήμερα. Αν ο πληθωρισμός αρχίσει να αντιδρά μετά τα άνευ προηγουμένου μέτρα στήριξης από τις κυβερνήσεις και τις κεντρικές τράπεζες και διαφύγει από τα «λιμνάζοντα νερά» που βρισκόταν για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Στο ενδεχόμενο ο πληθωρισμός να κινείται στον στόχο που έχει ορίσει κάθε κεντρική τράπεζα ότι είναι ιδανικός για την οικονομία της, τότε συνεπακόλουθα παύει να ισχύει η συνθήκη ότι οι οικονομίες χρειάζονται μέτρα στήριξης για να προχωρήσουν.
Τα πρόσφατα στοιχεία για τις τιμές καταναλωτή επιβεβαίωσαν αυτές τις ανησυχίες, καθότι αυτές στις ΗΠΑ «σκαρφάλωσαν» τόσο σε μηνιαία όσο και σε ετήσια βάση σε υψηλό από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, ενώ ο πληθωρισμός σε Ευρωζώνη και Γερμανία (στη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης) τον Μάιο, ξεπέρασε τον στόχο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για πλησίον και χαμηλότερα του 2%.
Μετά την επιβεβαίωση για τον άνοδο του πληθωρισμού, ήρθαν οι μακροοικονομικοί δείκτες και τα «υπέρμετρα» αισιόδοξα μηνύματα που έστειλαν, να συνθέσουν μαζί με τις τιμές καταναλωτή ένα νέο ερωτηματικό: μήπως η παγκόσμια οικονομία αρχίζει να «υπερθερμαίνεται».
Η σύνθεση αυτού του «παζλ», απαραίτητα πρέπει να αποτελείται από τα «κομμάτια»-συνθήκες: την άνοδο του πληθωρισμού, την σχεδόν πλήρη απασχόληση, την αλυσιδωτή αντίδραση από τις δύο προηγούμενες συνθήκες της αύξησης των μισθών, την έλλειψη πρώτων υλών και προϊόντων και το ιδιωτικό χρέος από επιχειρήσεις και νοικοκυριά να αυξάνεται επίσης, εξαιτίας της αισιοδοξίας ότι οι οικονομικές καταστάσεις είναι «ανθηρές».
Εξετάζοντας αυτούς του παράγοντες στη δεδομένη στιγμή, θα διακρίνουμε ότι στέλνουν διφορούμενα μηνύματα.
Πρώτη παραδοχή: ο πληθωρισμός κινείται ανοδικά.
Η πορεία του πληθωρισμού του των ΗΠΑ από το 1960
Η πορεία του πληθωρισμού του Ηνωμένου Βασιλείου από το 1960
Δεύτερη παραδοχή: υπάρχει έλλειψη σε πρώτες ύλες. Αυτή η έλλειψη είναι τα «απόνερα» της κρίσης της πανδημίας, καθότι η αυξανόμενη ζήτηση μετά την κρίση και τα προβλήματα που έχει αφήσει παρακαταθήκη στις αλυσίδες εφοδιασμού, έχουν δημιουργήσει με τη σειρά τους προβλήματα στη διάθεση των πρώτων υλών.
Οι μακροοικονομικοί δείκτες για τη μεταποίηση και τις υπηρεσίες, την τρέχουσα και την προηγούμενη εβδομάδα, έδειξαν ότι η δραστηριότητά τους σε Ευρώπη και ΗΠΑ, έφθασε τον Μάιο σε ιστορικά υψηλά ρεκόρ ή σε πολυετή υψηλά σχεδόν τρεις δεκαετίες πίσω.
Έχει μεγάλη σημασία ότι οι επιδόσεις αυτές δεν πρέπει να συγκρίνονται σε σχέση με ένα χρόνο νωρίτερα όταν τα πάντα ήταν σχεδόν ακινητοποιημένα, οπότε τα φετινά στοιχεία μόνο καλύτερα θα μπορούσαν να είναι. Στην παρούσα φάση όταν μια δραστηριότητα σημειώνει την καλύτερη ή μια από τις καλύτερες επιδόσεις από τότε που άρχισαν να καταγράφονται τα στοιχεία για τις έρευνες αυτές, σημαίνει ότι οι μηχανισμοί της παραγωγής όχι απλά δουλεύουν σε πλήρεις ρυθμούς, αλλά ότι έχουν μπει «στα κόκκινα».
Τα ανησυχητικά μηνύματα ήρθαν όμως από τους υποδείκτες στις έρευνες αυτές: σχεδόν σε όλες τις χώρες η μεταβολή στο κόστος των πρώτων υλών, ήταν η μεγαλύτερη που έχει καταγραφεί ποτέ. Οι επιχειρήσεις δεν μπόρεσαν επίσης να ανταποκριθούν στη μεγάλη ζήτηση, καθώς υπάρχει έλλειψη στις πρώτες ύλες, οι οποίες ακριβαίνουν.
Ήδη έχουν κάνει την εμφάνισή τους τα πρώτα δημοσιεύματα και οι αναλύσεις, αν το κόστος αυτό πρέπει να μετακυλήσει στους καταναλωτές. Κάτι που σημαίνει ακριβότερες τιμές, οι οποίες θα οδηγήσουν τον πληθωρισμό ακόμη υψηλότερα, περίπτωση που μας οδηγεί στην τρίτη παραδοχή.
Τρίτη παραδοχή: οι μισθοί αυξάνονται. Αν τα προϊόντα και οι υπηρεσίες ακριβαίνουν, οι μισθοί θα πρέπει να ακολουθήσουν, καθώς αν τα εισοδήματα μένουν στάσιμα ενώ ο πληθωρισμός θα τρέχει, θα συρρικνώνονται. Επίσης αν οι συνθήκες στην αγορά εργασίας είναι τέτοιες, ούτως ώστε οι εργαζόμενοι να είναι απαραίτητοι, καθώς οι επιχειρήσεις θα πρέπει να μεγαλώνουν την παραγωγή τους από τη στιγμή που η ζήτηση επιταχύνεται, αναγκαστικά θα πρέπει να τους προσφέρουν οικονομικά κίνητρα για τους προσλάβουν ή για να τους διατηρήσουν στο εργατικό τους δυναμικό.
Τέταρτη παραδοχή: δεν υφίσταται πλήρης απασχόληση. Είναι μη ρεαλιστικό να πει κάποιος ότι η αγορά εργασίας έχει επανέλθει στα προ πανδημία επίπεδα. Στην Ευρωζώνη κινείται υψηλότερα από το 8%, στις ΗΠΑ τον Μάιο στο 5,8%, όμως περί των 8 εκατ. Αμερικανών, παραμένουν άνεργοι.
Ωστόσο τον Απρίλιο στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, οι αμερικανικές επιχειρήσεις βρέθηκαν με ελλείψεις προσωπικού, εν μέρει εξαιτίας ακόμη των περιοριστικών μέτρων και των φόβων κάποιων να επιστρέψουν στη δουλεία τους και εν μέρει εξαιτίας των κυβερνητικών επιδομάτων ανεργίας, που ανέρχονται στα 300 δολάρια την εβδομάδα.
Τα χθεσινά στοιχεία του αμερικανικού υπουργείου Εργασίας έδειξαν ότι τον Μάιο προστέθηκαν λιγότερες νέες θέσεις εργασίας από τις 650.000 των εκτιμήσεων, συγκεκριμένα 559.000.
Αμέσως οι φόβοι για υπερθέρμανση της αμερικανικής οικονομίας ατόνησαν, μέχρι που ήρθαν στο φως της δημοσιότητας, αναφορές από τις αμερικανικές επιχειρήσεις: τον Μάιο αναγκάσθηκαν να αυξήσουν τους μισθούς, ως κίνητρο για να επιστρέψουν οι Αμερικανοί στην αγορά εργασίας. Μια αλλοπρόσαλλη εξέλιξη, καθώς όταν υπάρχει μεγάλη ανεργία οι μισθοί συρρικνώνονται αντί να αυξάνονται, όμως αυτή η εξέλιξη επιβεβαιώνει την τρίτη παραδοχή.
Πέμπτη παραδοχή: το ιδιωτικό χρέος αυξάνεται. Επί του παρόντος όχι μόνο κάτι τέτοιο δεν ισχύει, αλλά αντιθέτως αυτές που αυξάνονται είναι οι καταθέσεις των ιδιωτών.
Ξεπροβάλει όμως στον ορίζοντα ένα μεγάλο αλλά: όταν οι κυβερνήσεις και οι κεντρικές τράπεζες αποσύρουν τα «δεκανίκια» των μέτρων στήριξης, τότε ειδικότερα οι επιχειρήσεις θα πρέπει να σταθούν στα δικά τους πόδια. Σε αυτή την περίπτωση αν η ρευστότητά τους δεν είναι αυτή που πρέπει και με τα επιτόκια σε σχεδόν μηδενικά επίπεδα, θα στραφούν στην πίστωση, όπως είναι ο κανόνας που ισχύει στο επιχειρείν.
Συμπερασματικά, επί της παρούσης, «τα κομμάτια του παζλ» δεν έχουν συμπληρωθεί ακόμη, προκειμένου να υπάρξει υπερθέρμανση της οικονομίας.
Εντούτοις οι φόβοι για αυτό το ενδεχόμενο είναι υπαρκτοί και οι επόμενοι μήνες θα είναι κρίσιμοι για το πώς θα προχωρήσουν οι οικονομίες. Για τις οποίες οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης, όμως οι προσδοκίες για την οικονομική παραγωγή μιας χώρας, βασίζονται στις προϋποθέσεις ότι δεν αντιμετωπίζουν ελλείψεις σε πρώτες ύλες και εργαζόμενους, δυο προϋποθέσεις οι οποίες είναι παρούσες τη δεδομένη στιγμή.
moneyreview.gr
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Μπεζ Βιβλίο: Μέσα από προκλήσεις, η οικονομική ανάκαμψη επιταχύνθηκε το Μάιο
Τζ. Ραϊμόντο (υπ. Εμπορίου): Οι ΗΠΑ έχουν ακόμη δρόμο να διανύσουν για την ανάκαμψη
Capital Economics: Αρχίζει η ανάκαμψη της Ευρώπης
Money Review