ΗΤουρκία απειλεί με τερματισμό των ατέρμονων (από το 1976) διαπραγματεύσεων για την επανένωση της Κύπρου και επισείει την αμετάκλητη ανακήρυξη του ψευδοκράτους σε κράτος-δορυφόρο της Τουρκίας. Το τελευταίο ανησυχεί μόνο όσους ουτοπικά πιστεύουν ότι υπάρχει η παραμικρή περίπτωση η Τουρκία να δεχθεί να επιστρέψει με συμφωνία όσα με την εισβολή κατέκτησε.
Στην ουσία η Τουρκία πιέζει για «λύση» που θα εξυπηρετεί τα συμφέροντά της στην Κύπρο, δηλαδή τη νομιμοποίηση της κατοχής στο βόρειο τμήμα και την ενθυλάκωση και της ελεύθερης Κυπριακής Δημοκρατίας σε ένα συνομοσπονδιακό συνονθύλευμα υπό τουρκικό έλεγχο μέσω εναλλασσόμενης προεδρίας.
Αυτά όλα δεν έχει απολύτως κανέναν λόγο να τα συζητήσει καν η ελληνική πλευρά. Η Αθήνα και η Λευκωσία είναι μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης, έχουν ισχυρούς συμμάχους (ΗΠΑ, Γαλλία, Ισραήλ), τα δε αραβικά κράτη της Εγγύς Ανατολής (Σαουδική Αραβία, Αίγυπτος κ.ά.) διάκεινται δυσμενώς προς τον τουρκικό ιμπεριαλισμό, έχοντας οικτρές μνήμες από την οθωμανική κατοχή των χωρών τους και προασπιζόμενα την εθνική τους κυριαρχία.
Η όλη κατάσταση στην Κύπρο έχει προκύψει από την τουρκική εισβολή του 1974. Το γνωστό επιχείρημα ότι η χούντα προκάλεσε την εισβολή κ.λπ. ισχύει μέχρις ενός ορισμένου βαθμού: εάν σκοπός της Τουρκίας ήταν να λειτουργήσει ως εγγυήτρια δύναμη και να αποκαταστήσει τη διαταραχή που προκάλεσε η παρέμβαση της ελληνικής χούντας, τότε μετά την αποκατάσταση του νομίμου κυπρίου Προέδρου Αρχιεπισκόπου Μακαρίου τα τουρκικά στρατεύματα όφειλαν να έχουν εγκαταλείψει το νησί. Η επίκληση του χουντικού πραξικοπήματος στη Λευκωσία για να δικαιολογηθούν η κατάκτηση εδάφους κυρίαρχου κράτους και η επί μισόν αιώνα κατοχή είναι απλά κωμική και έτσι πρέπει να το αναδεικνύει η ελληνική πλευρά. Στην όλη συζήτηση για το Κυπριακό η Αθήνα και η Λευκωσία έχουν εγκλωβιστεί στη λογική της Αγκυρας. Και όμως, υπάρχει σειρά αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ που καλούν την Τουρκία να εκκενώσει τα κατεχόμενα εδάφη της Κυπριακής Δημοκρατίας. Παραγραφή δεν υπάρχει στο Διεθνές Δίκαιο. Ούτε και χρησικτησία. Αν υπάρχει, παρακαλούνται να μας ενημερώσουν όσοι καθηγητές του Διεθνούς Δικαίου επιχειρηματολογούν υπέρ μιας «διζωνικής δικοινοτικής συνομοσπονδίας».
Η μόνη νοητή γραμμή της ελληνικής πλευράς είναι η άμεση εκκένωση των κατεχομένων εδαφών της Κύπρου από τα τουρκικά στρατεύματα και τους εποίκους και η πραγματοποίηση ελεύθερων εκλογών για την ανάδειξη νέου συντάγματος από τον κυρίαρχο κυπριακό λαό, Ελληνοκυπρίους και Τουρκοκυπρίους. Οι Τουρκοκύπριοι (μόνον οι γηγενείς εννοείται) θα είναι ισότιμοι πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας και όχι θεσμική μειονότητα-όργανο του τουρκικού παρεμβατισμού και ιμπεριαλισμού. Ασφαλώς με κατοχυρωμένο απόλυτο σεβασμό της γλώσσας, της θρησκείας, της εκπαίδευσης κ.λπ., για τα οποία όμως η Τουρκία δεν θα έχει δικαίωμα απολύτως καμίας ανάμειξης, ούτε καν νύξης ενδιαφέροντος. Στην εντελώς θεωρητική περίπτωση παραβιάσεων, υπάρχουν το Διεθνές Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ο ΟΗΕ κ.λπ.
Σε οποιαδήποτε συζήτηση με την Τουρκία, η Ελλάδα πρέπει να θέτει στο τραπέζι πριν από οτιδήποτε άλλο την άμεση εφαρμογή των αποφάσεων του ΣΑ του ΟΗΕ, την αποκατάσταση της νομιμότητας και της κυριαρχίας της Κυπριακής Δημοκρατίας και την αποχώρηση των Τούρκων. Καμία περαιτέρω συζήτηση με τους Τούρκους προτού αποχωρήσουν από την Κύπρο. Αν όλα αυτά φαίνονται μη ρεαλιστικά, ας αναλογιστούμε εάν η «ρεαλιστική» γραμμή των συνεχών διπλωματικών υποχωρήσεων και κατευνασμού της Τουρκίας μάς οδήγησε πουθενά.
Ο Μελέτης Η. Μελετόπουλος είναι διδάκτωρ Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Γενεύης. Από τις εκδόσεις Καπόν κυκλοφορεί το βιβλίο του «Παναγιώτης Κανελλόπουλος: ο πολιτικός, ο διανοούμενος και η εποχή του»