ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ-ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΗ. Η αμερικανική κυβέρνηση επιχειρεί να θέσει νέους κανόνες στις σχέσεις της με την Αγκυρα στις πρώτες της επαφές με Τούρκους αξιωματούχους, διαμηνύοντας παράλληλα ότι «έχει τελειώσει η διπλωματία των γαμπρών» που αναπτύχθηκε κατά την προεδρία Τραμπ. Η Ουάσιγκτον έχει ήδη στείλει τα πρώτα της μηνύματα υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των δημοκρατικών θεσμών στη χώρα, ζητάει εκ νέου την άμεση απελευθέρωση του Οσμάν Καβάλα και τον σεβασμό των αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, ενώ επιμένει στις θέσεις της για το ασύμβατο των ρωσικών πυραυλικών συστημάτων S-400 με μία σύμμαχο στο ΝΑΤΟ.
Καθώς ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν ζυγίζει τις αντιδράσεις της Τουρκίας, μια κρίσιμη ένδειξη του πώς αντιλαμβάνεται την περίπλοκη εξίσωση των σχέσεων με τη γείτονα αναμένεται να διαφανεί στο τηλεφώνημα που πρόκειται να έχει το επόμενο διάστημα με τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη. Ο Λευκός Οίκος έχει ενημερώσει την ελληνική κυβέρνηση ότι θα υπάρξει τηλεφωνική επικοινωνία των δύο ηγετών, αλλά η συχνότητα των τηλεφωνημάτων του προέδρου με τους ξένους ηγέτες έχει επιβραδυνθεί, καθώς αναπτύσσει την ατζέντα του για την αντιμετώπιση των πολλαπλών κρίσεων στο εσωτερικό της χώρας.
Οι πρώτες ενδείξεις
Οι εκτιμήσεις για το πόσο καιρό θα πάρει να αποκρυσταλλωθούν οι θέσεις των Ηνωμένων Πολιτειών έναντι της Τουρκίας ποικίλλουν. Εμπειρος διπλωμάτης εκτιμά ότι θα χρειαστούν τουλάχιστον τρεις μήνες, ωστόσο αναλυτές συνάγουν από τις πρώτες ενδείξεις ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν θα τηρήσει σκληρή στάση έναντι της Τουρκίας. Απαντώντας στο θέμα των S-400, εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών τόνισε ότι «ως μέρος της δέσμευσής μας προς τους συμμάχους μας, ο πρόεδρος Μπάιντεν έχει υποσχεθεί να καταγγέλλει την τουρκική συμπεριφορά που είναι ασύμβατη με το διεθνές δίκαιο ή τις δεσμεύσεις της στο ΝΑΤΟ».
Αυτή θα είναι και η ευρύτερη θέση της αμερικανικής κυβέρνησης έναντι της Τουρκίας. H αναλύτρια του Newslines Institute Κάρολαϊν Ρόουζ εκτιμά πως η τοποθέτηση του υπουργού Εξωτερικών Αντονι Μπλίνκεν στην κατάθεσή του στη Γερουσία ότι η Τουρκία δεν συμπεριφέρεται ως σύμμαχος δεν αναφερόταν μόνο στα S-400, αλλά και στη συμπεριφορά της στην ευρύτερη Ανατολική Μεσόγειο.
Οπως λέει στην «Κ», η νέα κυβέρνηση «έχει στρατηγική να σνομπάρει την Τουρκία», ώστε να της δώσει το μήνυμα ότι θα την κρίνει με διαφορετικά κριτήρια από την κυβέρνηση Τραμπ. Η ίδια τάση κυριαρχεί και στο Κογκρέσο, όπου 54 από τα 100 μέλη της Γερουσίας με επιστολή τους ζητούν από τον πρόεδρο Μπάιντεν να έχει «μια ειλικρινή συζήτηση με την Τουρκία για τα ανθρώπινα δικαιώματα και το δημοκρατικό πισωγύρισμα της χώρας» και να την κρίνει «με τα υψηλά κριτήρια που θέτει για τους συμμάχους των ΗΠΑ».
Εντός της αμερικανικής κυβέρνηση, όμως, υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις έναντι της Τουρκίας, καθώς από τη μία πλευρά ο πρόεδρος Μπάιντεν θέλει να είναι ειλικρινής απέναντι στα προβλήματα που υπάρχουν στις σχέσεις με τη χώρα, από την άλλη, όπως τονίζει στην «Κ» πηγή με γνώση των διαφορετικών προσεγγίσεων εντός του Λευκού Οίκου, «η ομάδα του καλείται να απαντήσει σε ένα δύσκολο ερώτημα: πώς εξισορροπείς μια σχέση με έναν σύμμαχο που μπορεί να κάνει πράγματα για τις ΗΠΑ που δεν μπορούν άλλοι».
Ο υπουργός Εξωτερικών Αντονι Μπλίνκεν κατέστησε σαφές ότι θέλει να ακούει όλες τις απόψεις για ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, και το ζήτημα της Τουρκίας διχάζει όσο λίγα τους αμερικανικούς αναλυτές. Αυτό ισχύει ακόμη και εντός του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας, όπου ο υπεύθυνος για τη Μέση Ανατολή Μπρετ Μακγκέρκ έχει πολύ διαφορετική αντιμετώπιση απέναντι στην Τουρκία από την υπεύθυνη για την Ευρώπη, Αμάντα Σλόουτ. Ως χαρτοφυλάκιο, το ζήτημα της Τουρκίας θα είναι αρμοδιότητα και των δύο, υπό την εποπτεία του συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας Τζέικ Σάλιβαν, ο οποίος ήδη είχε μια αναγνωριστική επικοινωνία με τον εκπρόσωπο και σύμβουλο του Τούρκου προέδρου, Ιμπραήμ Καλίν.
Επιβεβαίωση
Ο εκπρόσωπος Τύπου, Νεντ Πράις, επιβεβαίωσε επίσης ότι επίκειται επικοινωνία μεταξύ του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών με τον Τούρκο ομόλογό του Μεχμέτ Τσαβούσογλου. Σε αυτήν, ο κ. Μπλίνκεν αναμένεται να θέσει εκ νέου τα ζητήματα των ανθρώπινων δικαιωμάτων και των S-400, στα οποία η πάγια τουρκική θέση είναι να αντιτείνει το ζήτημα της αμερικανικής υποστήριξης στην οργάνωση των Κούρδων της Συρίας YPG και το αίτημα για επιστροφή της στο πρόγραμμα συμπαραγωγής των F-35.
Ακόμη και αν αυτή η συζήτηση δεν οδηγήσει πουθενά, οι δύο πλευρές θα αναζητήσουν κοινή προσέγγιση στις περιφερειακές συγκρούσεις, τις οποίες οι Αμερικανοί επιχειρούν να αντιμετωπίσουν ανά περίπτωση. Ηδη έχουν ζητήσει την έξοδο των τουρκικών στρατευμάτων από τη Λιβύη, ενώ βλέπουν περιθώρια συνεργασίας και στον Καύκασο. Για τα ελληνοτουρκικά και το Κυπριακό, το ενδιαφέρον των ΗΠΑ παραμένει μεγάλο και αυτό εκφράστηκε και στο τηλεφώνημα με τον Καλίν, αλλά υπάρχει η τάση να αποσυνδεθούν από τις διμερείς συζητήσεις για τα υπόλοιπα περιφερειακά ζητήματα.
Οι ΗΠΑ χαιρετίζουν την προσπάθεια αποκλιμάκωσης της έντασης και αναγνωρίζουν ότι είναι ένα ζήτημα που απασχολεί και την Ευρωπαϊκή Ενωση. Η αμερικανική κυβέρνηση έχει διαμηνύσει, εξάλλου, ότι θα ήθελε να συνεργαστεί με την Ευρωπαϊκή Ενωση για μια κοινή προσέγγιση απέναντι στην Τουρκία, αλλά είναι ακόμη αβέβαιο πού θα εστιάσει και πώς θα εξελιχθεί αυτή η συζήτηση.
Τουρκία
Ερντογάν
Τζο Μπάιντεν
ΗΠΑ
Ουάσιγκτον
Ελληνοτουρκικά
Ανατολική Μεσόγειος