Τα εμβόλια φαίνεται να μειώνουν τη διασπορά της λοίμωξης αλλά μάλλον δεν την εξαλείφουν πλήρως, εξηγεί ο καθηγητής Πολιτικής της Υγείας της του LSE Ηλίας Μόσιαλος, σε ανάρτησή του στο Facebook.
Όπως εξηγεί ο κ. Μόσιαλος «τα περισσότερα εμβόλια δεν προστατεύουν πλήρως από τη λοίμωξη, ακόμη και αν μπορούν να εμποδίσουν την εμφάνιση συμπτωμάτων. Ως αποτέλεσμα, οι εμβολιασμένοι άνθρωποι μπορούν να μεταφέρουν και να διαδώσουν εν αγνοία τους παθογόνα. Περιστασιακά (…) μπορούν ακόμη και να ξεκινήσουν επιδημίες.
Ολόκληρη η ανάρτηση έχει ως εξής:
«Στις 17 Ιουνίου του 2009, ένα 11χρονο αγόρι επέστρεψε στις ΗΠΑ από το Ηνωμένο Βασίλειο και ενώ παρακολούθησε ένα πρόγραμμα ορθόδοξης εβραϊκής εκπαίδευσης στο Sullivan της Νέας Υόρκης, ανέπτυξε μια μυστηριώδη διόγκωση των σιελογόνων αδένων του.
Τι ήταν; Μαγουλάδες, ή αλλιώς η αερο-μεταδιδόμενη μέσω σταγονιδίων αναπνευστική λοίμωξη παρωτίτιδα.
Εν τω μεταξύ τα μαθήματα συνεχίστηκαν. Τα 400 παιδιά που παρευρίσκονταν περνούσαν ώρες μαζί κάθε μέρα και μέχρι τη λήξη του προγράμματος, άλλοι 22 είχαν μολυνθεί, μαζί με τρεις ενήλικες. Καθώς οι μαθητές επέστρεψαν στα σπίτια τους, ο ιός εξαπλώθηκε στο Brooklyn, στο Rockland County, στη συνέχεια στο Ocean County και στο Orange County. Συνολικά, η επιδημία διήρκεσε ένα χρόνο και τουλάχιστον 3.502 άτομα κόλλησαν.
Όταν οι επιστήμονες ανέλυσαν τι είχε συμβεί, πρότειναν ότι το στυλ μάθησης chavrusa (που περιλαμβάνει μικρή φυσική απόσταση) θα μπορούσε να φταίει για τη μετάδοση του ιού της παρωτίτιδας.
Αυτό που φαίνεται πιο εκπληκτικό σε αυτήν την περίπτωση είναι ότι ο υπερ-μεταδότης μαθητής είχε ήδη λάβει μια δόση του εμβόλιου MMR (για ιλαρά, παρωτίτιδα και ερυθρά). Είναι πιθανό ότι είχε δηλαδή κάποια ανοσοπροστασία – όπως και τα άλλα εμβολιασμένα παιδιά, και ανέπτυξε σχετικά ήπια συμπτώματα χωρίς επιπλοκές – αλλά ήταν ακόμη σε θέση να μεταφέρει τον ιό και να τον μεταδώσει σε άλλους.
Είναι περίεργο αυτό;
Καθόλου. Τα περισσότερα εμβόλια δεν προστατεύουν πλήρως από τη λοίμωξη, ακόμη και αν μπορούν να εμποδίσουν την εμφάνιση συμπτωμάτων. Ως αποτέλεσμα, οι εμβολιασμένοι άνθρωποι μπορούν να μεταφέρουν και να διαδώσουν εν αγνοία τους παθογόνα. Περιστασιακά, όπως στο παράδειγμα που ανέφερα, μπορούν ακόμη και να ξεκινήσουν επιδημίες.
Γιατί γίνεται αυτό;
Γιατί υπάρχουν – για να το πούμε απλά- δύο τύποι ανοσίας που επιτυγχάνονται με τα εμβόλια. Η μια αποτρέπει την πρόκληση σοβαρής ασθένειας από ένα παθογόνο, αλλά δεν μπορεί να το εμποδίσει να εισέλθει στο σώμα ή να πολλαπλασιαστεί. Η άλλη είναι η λεγόμενη “αποστειρωτική ανοσία”, η οποία μπορεί να αποτρέψει πλήρως τις λοιμώξεις ακόμη και τις ασυμπτωματικές.
Ας δούμε και κάτι άλλο.
Μετά από τα εμβόλια της ηπατίτιδας Β, της παρωτίδας, της μηνιγγίτιδας και φυσικά της γρίπης, κάποιος μπορεί να νοσήσει και να μεταδώσει τον ιό. Για παράδειγμα στην περίπτωση της μηνιγγίτιδας (που προκαλείται από τα βακτήρια Neisseria meningitidis), υπάρχουν πολλά εμβόλια διαθέσιμα για δεκάδες διαφορετικά στελέχη. Τα τρία που δίνονται στις ΗΠΑ – MCV4, MPSV4 και MenB – μπορούν από κοινού να αποτρέψουν το 85-90% των περιπτώσεων ασθένειας. Ωστόσο, έχει αποδειχθεί ότι εξακολουθούν να επιτρέπουν στους ανθρώπους να «μεταφέρουν» το παθογόνο.
Που θέλω να καταλήξω;
Με κάποια πολύ γνωστά σε εμάς εμβόλια επιτυγχάνεται η μείωση της έντασης των συμπτωμάτων στους εμβολιασμένους, και έτσι οι άνθρωποι συνήθως δεν νοσηλεύονται, οι πανδημίες περιορίζονται και ελάχιστοι άνθρωποι χάνουν τη ζωή τους από λοιμώδη και μεταδοτικά νοσήματα.
Άρα, τελικά ποιο είναι το καλύτερο εργαλείο για τον έλεγχο του νέου κορωνοϊού;
Εύκολη απάντηση: το δικό μας ανοσοποιητικό σύστημα. Το βασικό πρόβλημα όμως είναι ότι το ανοσοποιητικό μας σύστημα πρέπει να εκτεθεί στον ιό για να μάθει πώς να μας προστατεύει. Και μερικές φορές δεν καταφέρνει να προστατεύσει κάποιους από την ένταση της λοίμωξης.
Τα εμβόλια όμως λύνουν αυτό το πρόβλημα αφήνοντας το ανοσοποιητικό μας σύστημα να ‘γνωρίσει’ τον ιό πριν πραγματικά μολυνθούμε, ώστε να μάθει πώς να τον καταπολεμήσει αν χρειαστεί.
Γιατί έκανα όλη αυτή την εκτενή εισαγωγή;
Από μια πρόσφατη μετα-ανανάλυση που δημοσιεύτηκε γνωρίζουμε πως τα περισσότερα άτομα που μολύνονται με τον κορωνοϊό δεν θα παραμείνουν ασυμπτωματικά καθ ‘όλη τη διάρκεια της λοίμωξης άρα η ασυμπτωματικότητα τελικά ενδέχεται να αντιστοιχεί σε μικρότερο ποσοστό (doi.org/10.1371/journal.pmed.1003346).
Επιπλέον με βάση την απόδοση παρόμοιων εμβολίων, και τα αναδυόμενα στοιχεία από τις κλινικές δοκιμές και τους μαζικούς εμβολιασμούς, κλίνουμε στο ότι ο εμβολιασμός κατά του COVID-19 μειώνει τις πιθανότητες μετάδοσης του ιού.
Τα στοιχεία δείχνουν πως η φυσική ανοσία θα διαρκεί πολλούς μήνες, αν και είναι δυνατή η επαναμόλυνση (ιδιαίτερα μετά από ήπια ασθένεια). Το εμβόλιο πιθανότατα θα παρέχει παρόμοιο χρονικό διάστημα προστασίας, και θα το γνωρίζουμε και αυτό σύντομα.
Το πιο σημαντικό είναι πως, ακόμη και αν η προστασία δεν είναι μόνιμη, είτε λόγω εξασθενημένης ανοσίας είτε λόγω νέων παραλλαγών του ιού, οι μεταγενέστερες λοιμώξεις πιθανότατα θα είναι λιγότερο σοβαρές για εκείνους των οποίων το ανοσοποιητικό σύστημα είχε την ευκαιρία να εκτεθεί στον ιό, είτε μέσω της λοίμωξης είτε μέσω του εμβολιασμού.
Επίσης, να θυμόμαστε πως ο μαζικός εμβολιασμός – όπως ήδη γνωρίζουμε από το Ισραήλ- οδηγεί σε σημαντικές μειώσεις στον αριθμό των νέων λοιμώξεων αλλά και των εισαγωγών στα νοσοκομεία και των θανάτων από τη λοίμωξη. Αυτός είναι ο ασφαλέστερος τρόπος να αντιμετωπίσουμε την πανδημία, και όχι η έκθεση στον ιό».
Ηλίας Μόσιαλος