Η πανδημία έχει αλλάξει τα πάντα στην αγορά εργασίας, προκαλώντας σοβαρά προβλήματα στην καθημερινότητα των εργαζομένων.
Ένα μεγάλο “αγκάθι” που προβληματίζει χιλιάδες εργαζομένους είναι οι ετήσιες άδειες αναψυχής που υπολείπονται και πώς αυτές θα διευθετηθούν χωρίς οι εργαζόμενοι να χάσουν το πολύτιμο δικαίωμά τους για ανάπαυση.
Λόγω της πανδημίας πολλοί εργαζόμενοι, οι οποίοι τελούν σε αναστολή της σύμβασης εργασίας τους, αδυνατούν να λάβουν το υπόλοιπο της ετήσιας άδειας αναψυχής που δικαιούνται. Κι αυτό συμβαίνει διότι, η άδεια αναψυχής χορηγείται σε περιόδους που υπάρχει πραγματική απασχόληση του εργαζόμενου και όχι απουσία του από την εργασία. Σύμφωνα με το Κέντρο Πληροφόρησης Εργαζομένων & Ανέργων της Συνομοσπονδίας οι εργαζόμενοι ως προς την χορήγηση της ετήσιας άδειας και του σχετικού επιδόματος χωρίζονται σε δύο κατηγορίες.
Ολόκληρη η οφειλόμενη ετήσια κανονική άδεια και το επίδομα αδείας πρέπει να χορηγηθούν έως την 31η Δεκεμβρίου 2020. Ωστόσο, από τον παραπάνω κανόνα εξαιρούνται, λόγω της πανδημίας, οι εργαζόμενοι των οποίων οι συμβάσεις εργασίας τέθηκαν σε αναστολή κατά το διάστημα από τον Μάρτιο του 2020 έως τον Δεκέμβριο του 2020. Σε αυτή την κατηγορία το υπόλοιπο οφειλόμενο τμήμα της ετήσιας κανονικής άδειας και του επιδόματος αδείας έτους 2020, στο σύνολό του είτε τμηματικά, μπορεί να μεταφερθεί στο επόμενο ημερολογιακό έτος και σε κάθε περίπτωση όχι μετά την 30η Ιουνίου 2021. Από το ΚΕΠΕΑ υπογραμμίζουν ότι οι εργαζόμενοι θα πρέπει να είναι ιδιαιτέρως προσεκτικοί, καθώς ο χρόνος αναστολής υπολογίζεται ως χρόνος εργασίας για τα δικαιώματα στην ετήσια άδεια και το επίδομα αδείας και η μεταφορά τους δεν επηρεάζει τα αντίστοιχα δικαιώματα του έτους 2021.
Πόσες μέρες άδειας δικαιούνται οι εργαζόμενοι ετησίως
Κάθε εργαζόμενος με σχέση εργασίας αορίστου ή ορισμένου χρόνου, δικαιούται από την έναρξη της εργασίας του μέχρι τη συμπλήρωση δωδεκαμήνου να λάβει το ποσοστό της αδείας του, το οποίο υπολογίζεται βάσει 20 εργασίμων ημερών ετήσιας άδειας για όσους εργάζονται επί πέντε μέρες την εβδομάδα και 24 εργασίμων ημερών για όσους εργάζονται έξι μέρες την εβδομάδα. Στον δεύτερο χρόνο εργασίας ο εργαζόμενος δικαιούται άδεια 21 ημερών επί πενθήμερης απασχόλησης και 25 ημερών επί εξαήμερης απασχόλησης, ενώ για το τρίτο και τα επόμενα εργασιακά έτη δικαιούται από την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους την κανονική ετήσια άδειά του με αποδοχές, δηλαδή 22 ημέρες για πενθήμερη εργασία και 26 ημέρες για εξαήμερη.
Μετά τη συμπλήρωση 10 ετών εργασίας στον ίδιο εργοδότη ή προϋπηρεσίας 12 ετών σε οποιοδήποτε εργοδότη ο εργαζόμενος δικαιούται άδεια 25 εργασίμων ημερών, αν απασχολείται 5 ημέρες την εβδομάδα και 30 εργάσιμων ημερών, αν απασχολείται 6 μέρες την εβδομάδα. Τέλος, μετά τη συμπλήρωση 25ετούς υπηρεσίας ή προϋπηρεσίας δικαιούται μία εργάσιμη ημέρα παραπάνω, δηλ. 26 ημέρες για τους εργαζόμενους με πενθήμερο και 31 ημέρες για τους εργαζόμενους με εξαήμερο.