Την τελική της έκθεση για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας παρέδωσε η “επιτροπή Πισσαρίδη” στην κυβέρνηση, το κείμενο της οποίας παρουσιάστηκε σήμερα, με τον Πρωθυπουργό να σημειώνει κατά τη διάρκεια της τηλεδιάσκεψης ότι “η Ελλάδα δεν πρόκειται και δεν πρέπει ποτέ να γίνει ένας επενδυτικός προορισμός χαμηλού κόστους”, για να διευκρινίσει πως “θέλουμε να είμαστε ανταγωνιστικοί ως προς τη φορολογία, την ποιότητα του ανθρώπινου δυναμικού μας, τη λειτουργία του κράτους, τη διαφάνεια, την ανεξαρτησία των θεσμών. Όχι, όμως, ως προς το κόστος εργασίας”.
Μεταξύ άλλων, προτείνονται δράσεις που αφορούν αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο που διέπει τη λειτουργία της οικονομίας, ώστε να διευκολυνθεί η παραγωγική δραστηριότητα. Οι δράσεις αυτές περιλαμβάνουν τη μείωση του βάρους στην επίσημη εργασία από φόρους και εισφορές. Ένα δεύτερο σύνολο δράσεων αφορά την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής έτσι ώστε να υπάρχει καλύτερη πρόσβαση σε μια δυναμική αγορά εργασίας, σε υψηλής ποιότητας υπηρεσίες εκπαίδευσης και υγείας, καθώς και ένα στοχευμένο σύστημα κοινωνικών παροχών προς τους περισσότερο αδύναμους. Ένα ακόμα σύνολο δράσεων αφορά τη βελτίωση των υποδομών, μέσω δημόσιων επενδύσεων και κινητοποίησης ιδιωτικών.
Η αναπτυξιακή στροφή της οικονομίας προτείνεται να λάβει χώρα σε ένα πλαίσιο δημοσιονομικής αξιοπιστίας, άρα με πρωτογενή πλεονάσματα, όμως ήπια ώστε να μην αντιστρατεύονται την ανάπτυξη.
Στην πλευρά των δαπανών θα πρέπει να υπάρξει ενίσχυση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, σε αντιδιαστολή με τις γενικές λειτουργικές ή συνταξιοδοτικές δαπάνες. Στην πλευρά των εσόδων, θα πρέπει να υπάρξει διεύρυνση της φορολογικής βάσης έτσι ώστε να κατανεμηθούν δικαιότερα τα φορολογικά βάρη, με στοχευμένα κίνητρα για ηλεκτρονικές πληρωμές, και να μειωθεί η επιβάρυνση στη μισθωτή εργασία.
Στόχοι και προοπτικές για την ελληνική οικονομία
Κεντρικός στόχος για την ελληνική οικονομία κατά την επόμενη δεκαετία είναι η συστηματική αύξηση του κατά κεφαλήν πραγματικού εισοδήματος, ώστε αυτό να συγκλίνει σταδιακά με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Επιπλέον βασικοί στόχοι κατά τη διαδικασία σύγκλισης είναι η ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής και η βελτίωση των περιβαλλοντικών επιδόσεων.
Επισημαίνονται δύο βασικές προϋποθέσεις για την επίτευξη ουσιαστικής σύγκλισης του ελληνικού με το μέσο ευρωπαϊκό εισόδημα.
Πρώτον, η σημαντική αύξηση της απασχόλησης, τόσο μέσω της μείωσης της ανεργίας όσο και μέσω της αύξησης της συμμετοχής στην αγορά εργασίας υποαπασχολούμενων ομάδων του πληθυσμού, όπως οι γυναίκες και οι νέοι. Η αυξημένη απασχόληση, επιπλέον, θα συμβάλλει στην άμβλυνση των κοινωνικών αποκλεισμών και την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής.
Δεύτερον, η ισχυρή αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, που θα διασφαλίσει την ευημερία των νοικοκυριών σε βάθος χρόνου. Η αύξηση της παραγωγικότητας απαιτεί αύξηση του παραγωγικού κεφαλαίου και επομένως νέες επενδύσεις, τόσο από τις εγχώριες επιχειρήσεις όσο και από ξένες. Απαιτεί επίσης την ενσωμάτωση καινοτόμων μεθόδων παραγωγής και νέων τεχνολογιών. Καθώς οι δραστηριότητες αυτές απαιτούν υψηλό βαθμό εξειδίκευσης και η εσωτερική αγορά σε χώρες μικρού μεγέθους, όπως η Ελλάδα, παρέχει περιορισμένες ευκαιρίες, η αύξηση των εξαγωγικών δυνατοτήτων της οικονομίας είναι απαραίτητη.
Το σχέδιο δράσεων που παρουσιάζεται στην έκθεση έχει ως στόχο την ετήσια αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά ποσοστό της τάξης του 3,5% για την επόμενη δεκαετία, κατά μέσο όρο. Ο στόχος αυτός μπορεί να επιτευχθεί μέσω της ετήσιας αύξησης της απασχόλησης κατά 1% και της ετήσιας αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας κατά 2,5%. Εάν επιτευχθούν αυτά, τότε το 2030 το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε ισοτιμίες αγοραστικής δύναμης αναμένεται να ανέλθει στο 81% της ΕΕ (από το 67% το 2019) ενώ η ανεργία θα μειωθεί στο 7% (από το 17,2% το 2019). Επιπλέον, θα ενισχυθεί η εξωστρέφεια: οι εξαγωγές θα αυξηθούν κατά 90%, ενώ το μερίδιο των εξαγωγών στο ΑΕΠ θα ανέλθει στο 50,5%, από το 37,2% το 2019.
Αν δεν προωθηθεί το πρόγραμμα δράσεων που περιγράφεται στην έκθεση και συνεχιστεί η πορεία των τελευταίων ετών, η αναπτυξιακή δυναμική θα είναι ασθενής. Θα υπάρξει σταδιακή ανάκαμψη από τη βαθύτατη ύφεση της προηγούμενης δεκαετίας και την τρέχουσα λόγω της πανδημίας, αλλά χωρίς σημαντική αύξηση παραγωγικότητας, χωρίς αύξηση της συμμετοχής στην αγορά εργασίας και, τελικά, χωρίς σύγκλιση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδας θα ανέλθει μόλις στο 68% της ΕΕ, καταγράφοντας αμελητέο βαθμό σύγκλισης σε σχέση με το σημερινό 67%.
Προτεινόμενες δράσεις
Η επίτευξη των βασικών στόχων μπορεί να γίνει σταδιακά στα επόμενα χρόνια με συνδυασμένες δράσεις σε όλο το εύρος της οικονομικής πολιτικής. Οι δράσεις αυτές αναλύονται και τεκμηριώνονται στα αντίστοιχα κεφάλαια της Έκθεσης.
Ένα πρώτο σύνολο δράσεων αφορά αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο που διέπει τη λειτουργία της οικονομίας, ώστε να διευκολυνθεί η παραγωγική δραστηριότητα. Οι δράσεις αυτές περιλαμβάνουν τη μείωση του βάρους στην επίσημη εργασία από φόρους και εισφορές. Περιλαμβάνουν επίσης τη μείωση του ρυθμιστικού και διοικητικού βάρους, το οποίο οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην πολυπλοκότητα και έλλειψη διαφάνειας του υφιστάμενου θεσμικού πλαισίου.
1. Μείωση του βάρους στη μισθωτή εργασία με συνδυαστικά μέτρα όπως (α) μείωση των ασφαλιστικών εισφορών (για παράδειγμα μέσω ενός σταθερού ποσού εισφορών υγείας για όλους τους εργαζόμενους), (β) απάλειψη της «εισφοράς αλληλεγγύης», και (γ) μείωση του ανώτατου ορίου ασφαλιστέου εισοδήματος. Ενσωμάτωση εισοδημάτων σε ενιαία κλίμακα φορολογίας, ανεξάρτητα από την πηγή. Ενίσχυση διαφάνειας στις συναλλαγές με ισχυρά θετικά κίνητρα για χρήση ηλεκτρονικών πληρωμών, για αγοραστές και πωλητές, στοχευμένα σε κλάδους και επαγγέλματα υψηλής φοροδιαφυγής και επέκταση και στα νομικά πρόσωπα.
2. Ενίσχυση της αναλογικότητας και διαφάνειας του δημόσιου διανεμητικού πρώτου πυλώνα κοινωνικής ασφάλισης και ταυτόχρονα ανάπτυξη ενός δεύτερου και τρίτου πυλώνα με κίνητρα για ιδιωτικές αποταμιεύσεις. Μετάβαση από διανεμητικό σε κεφαλαιοποιητικό σύστημα επικουρικής σύνταξης, με άμεση εφαρμογή για όσους εισέρχονται στην αγορά εργασίας και εθελοντικά για όσους άλλους εργαζόμενους το επιθυμούν. Οριστικοποίηση αποτελεσματικού πλαισίου εποπτείας για τα ασφαλιστικά ταμεία στον δεύτερο πυλώνα, συμπεριλαμβανομένου και ενός δημόσιου ταμείου.
3. Συνέχιση και εμβάθυνση των διαδικασιών κωδικοποίησης και αξιολόγησης της νομοθεσίας. Θεσμική ενίσχυση της δημόσιας διοίκησης, όπως μέσω της αύξησης της θητείας και της κινητικότητας στις ανώτερες διοικητικές θέσεις, καθώς και της αναβάθμισης του ρόλου του Ανώτατου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού. Καθολική εφαρμογή της αξιολόγησης. Συνέχιση των διαδικασιών ψηφιοποίησης με έμφαση στη διαλειτουργικότητα των εφαρμογών και στην ευχρηστία τους από τους πολίτες.
4. Επέκταση των ειδικών τμημάτων στα δικαστήρια για οικονομικές υποθέσεις που απαιτούν εξειδίκευση. Διεύρυνση και υποστήριξη των μηχανισμών εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών. Συστηματικότερη υποβοήθηση των δικαστών, μέσω της πρόσληψης δικαστικών υπαλλήλων και της εισαγωγής του θεσμού των επίκουρων. Βελτίωση του συστήματος εκπαίδευσης, κατάρτισης, αξιολόγησης και εξέλιξης των δικαστών.
5. Ενίσχυση του συστήματος χρηματοπιστωτικής εποπτείας στον τομέα της προστασίας των επενδυτών. Βελτίωση της εταιρικής διακυβέρνησης και της διαφάνειας στην αγορά πίστεως. Στοχοθεσία για ταχύτερη μείωση των προβληματικών δανείων από τις τράπεζες. Έμφαση στην αποτελεσματική εφαρμογή του νέου πτωχευτικού κώδικα. Φορολογικά κίνητρα για αύξηση μακροχρόνιας αποταμίευσης των νοικοκυριών στην κατεύθυνση ανάπτυξης της εσωτερικής κεφαλαιαγοράς.
6. Ταχεία ολοκλήρωση του κτηματολογίου, των δασικών χαρτών, και των καθορισμών χρήσεων γης μέσω της κατάρτισης Τοπικών Πολεοδομικών Σχεδίων. Ενισχυμένη συμμετοχή της τοπικής αυτοδιοίκησης στις διαδικασίες. Περιορισμός της εκτός σχεδίου δόμησης. Βελτίωση της διαφάνειας για χωροταξικά και περιβαλλοντικά δεδομένα, και αναβάθμιση της Επιθεώρησης Περιβάλλοντος σε Ανεξάρτητη Αρχή.
7. Μεταφορά αρμοδιοτήτων σε τοπικό επίπεδο, σε τομείς όπως η εκπαίδευση και η χωροταξία, με την κεντρική διοίκηση να ασκεί περισσότερο επιτελικό ρόλο. Συγχώνευση και απλούστευση όλων των φόρων για την ακίνητη περιουσία και μεταφορά μέρους τους σε τοπικό επίπεδο. Οι πόροι της τοπικής αυτοδιοίκησης πρέπει να είναι ανάλογοι με τις αρμοδιότητες, και η μεταφορά τους να γίνεται με βάση διαφανείς διαδικασίες και παραμέτρους.
Ένα δεύτερο σύνολο δράσεων αφορά την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής. Οι δράσεις αυτές περιλαμβάνουν την καλύτερη πρόσβαση για όλους σε μια δυναμική αγορά εργασίας, την καθολική πρόσβαση σε υψηλής ποιότητας υπηρεσίες εκπαίδευσης και υγείας, καθώς και ένα στοχευμένο σύστημα κοινωνικών παροχών προς τους περισσότερο αδύναμους.
8. Εκσυγχρονισμός της δομής του συστήματος εκπαίδευσης σε όλες τις βαθμίδες. Έμφαση στην προσχολική αγωγή. Αύξηση του μέσου μεγέθους των σχολικών μονάδων, με ουσιαστική αυτονομία συμπεριλαμβανομένων και των προσλήψεων, και αξιολόγησή τους. Καθολική ανάπτυξη ψηφιακών υποδομών και περιεχομένου, επέκταση προγραμμάτων ολοήμερου σχολείου, μεταφορά αρμοδιοτήτων στην τοπική αυτοδιοίκηση. Ριζικός εκσυγχρονισμός συστήματος διακυβέρνησης στην ανώτατη εκπαίδευση, και ουσιαστική διασύνδεση των πανεπιστημίων με αντίστοιχα της αλλοδαπής, με την οικονομία και με την ευρύτερη κοινωνία.
9. Αναδιάρθρωση του συστήματος υγείας με προτεραιότητα στην πλήρη ανάπτυξη συστήματος ψηφιακού φακέλου ασθενούς, πρωτοβάθμιας φροντίδας και πρόληψης. Μεγαλύτερη αυτονομία δημόσιων νοσοκομείων και εφαρμογή συστήματος παρακολούθησης κόστους και αξιολόγησης. Εξορθολογισμός της δημόσιας δαπάνης προμηθειών φαρμάκων και υλικών, με αύξηση όγκου γενόσημων φαρμάκων, χώρο για καινοτόμες θεραπείες και εφαρμογή πρωτοκόλλων στη συνταγογράφηση. Διασύνδεση των επιστροφών και εκπτώσεων που επιβάλλονται με χαρακτηριστικά καινοτομίας, έρευνας και επενδύσεων. Ενίσχυση συστήματος κλινικών μελετών.
11. Διευκόλυνση της πληρέστερης ένταξης των γυναικών στην αγορά εργασίας και της αύξησης των αμοιβών τους με αυστηρή εφαρμογή των νόμων κατά των διακρίσεων μεταξύ των φύλων. Δράσεις για την καταπολέμηση διακρίσεων κάθε μορφής. Ανάπτυξη συστήματος προσχολικής αγωγής και εκπαίδευσης με καθολική πρόσβαση από ηλικία 6 μηνών. Παράλληλη ενίσχυση του συστήματος φροντίδας των ηλικιωμένων.
10. Ριζική αναβάθμιση του συστήματος κατάρτισης για ανέργους και για εργαζόμενους. Αύξηση χρηματοδότησης, ευθυγράμμιση κινήτρων και επιβράβευση των παρόχων σε συνάρτηση με τα αποτελέσματα της κατάρτισης. Αναδιάρθρωση του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού με στροφή προς ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης.
12. Βελτίωση της δομής και στόχευσης κοινωνικών επιδομάτων ώστε να μη λειτουργούν ως αντικίνητρα για εργασία. Προγράμματα κατάρτισης μεταναστών και καλύτερης ενσωμάτωσής τους στην αγορά εργασίας. Εξειδικευμένα προγράμματα ενσωμάτωσης στην αγορά εργασίας για άτομα με ειδικές ανάγκες.
Ένα τρίτο σύνολο δράσεων αφορά τη βελτίωση των υποδομών, μέσω δημόσιων επενδύσεων και κινητοποίησης ιδιωτικών.
13. Εκσυγχρονισμός του συστήματος σχεδιασμού και υλοποίησης δημοσίων έργων. Ενίσχυση των ψηφιακών υποδομών με επιτάχυνση βασικών επενδύσεων και διασύνδεσης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.
14. Ενεργειακή αναβάθμιση κτηρίων (κατοικιών και επαγγελματικών) με σκοπό τη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας. Στροφή σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, με παράλληλη άμβλυνση του κόστους μετάβασης κατά τη διαδικασία απολιγνιτοποίησης. Ανάπτυξη συστημάτων κυκλικής οικονομίας και διαχείρισης απορριμμάτων.
15. Βελτίωση των σιδηροδρομικών και οδικών προσβάσεων στα σύνορα για τη δημιουργία αποτελεσματικών διαδρόμων για εμπορεύματα, αναβάθμιση των εξαγωγικών λιμανιών και της διασυνδεσιμότητάς τους με τις λοιπές υποδομές μεταφορών, αναβάθμιση του κεντρικού σιδηροδρομικού δικτύου.
Ένα τέταρτο σύνολο δράσεων αφορά επιμέρους τομείς και κλάδους της ελληνικής οικονομίας. Οι δράσεις αυτές εξειδικεύουν κάποιες από αυτές που αναφέρονται παραπάνω, αναγνωρίζοντας όμως ότι οι προτεραιότητες σε διαφορετικούς τομείς διαφέρουν.
16. Μείωση του κόστους παραγωγής στη μεταποίηση, κυρίως μέσω επιταχυνόμενων φορολογικών αποσβέσεων για επενδύσεις σε εξοπλισμό, μεγαλύτερης ευελιξίας αναφορικά με τον χρόνο εργασίας και μείωση του κόστους ενέργειας. Συστηματική καταγραφή και απάλειψη εμποδίων σε κλάδους με υψηλότερο δυναμικό για εξαγωγική δραστηριότητα.
17. Εφαρμογή προγραμμάτων ενίσχυσης μικρομεσαίων επιχειρήσεων, κυρίως στην κατεύθυνση της πρόσβασής τους σε χρηματοδότηση για επενδύσεις που αφορούν ψηφιακή αναβάθμιση, καινοτομία ή εξωστρέφεια, ή που προάγουν την κοινωνική συνοχή ή την προστασία του περιβάλλοντος.
18. Ενίσχυση της ποιότητας των υπηρεσιών στον τουρισμό μέσα από προγράμματα ενίσχυσης των βασικών υποδομών και της ψηφιοποίησης υπηρεσιών, της εκπαίδευσης και κατάρτισης του ανθρώπινου δυναμικού, και της διεθνούς εικόνας και αναγνωρισιμότητας. Έμφαση στην προστασία και ανάδειξη του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος.
19. Ενίσχυση βασικής έρευνας μέσω άρσης αγκυλώσεων για πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα και δημιουργία σταθερού χρηματοδοτικού φορέα βασικής έρευνας με μακροπρόθεσμη ερευνητική στρατηγική και διαφανή κριτήρια χρηματοδότησης. Ενίσχυση καινοτομίας με κίνητρα για έρευνα στις επιχειρήσεις σε μεταποίηση, αγροδιατροφή και αλλού, και ανάπτυξη μέσω έξυπνης εξειδίκευσης.
20. Μεγέθυνση και εκσυγχρονισμός των εκμεταλλεύσεων στον αγροδιατροφικό τομέα, κατάρτιση του ανθρώπινου δυναμικού, ενίσχυση της συμβολής της τεχνολογίας και της έρευνας, και αύξηση της προστιθέμενης αξίας των προϊόντων.
Δημοσιονομικό μείγμα
Η αναπτυξιακή στροφή της οικονομίας προτείνεται να λάβει χώρα σε ένα πλαίσιο δημοσιονομικής αξιοπιστίας, άρα με πρωτογενή πλεονάσματα, όμως ήπια ώστε να μην αντιστρατεύονται την ανάπτυξη. Η δημοσιονομική ισορροπία προτείνεται να έχει διαφοροποιημένα χαρακτηριστικά από ό,τι τα τελευταία χρόνια. Το μείγμα των δημοσίων δαπανών και εσόδων θα πρέπει να είναι διαφορετικό, ώστε να στηρίξει το νέο αναπτυξιακό υπόδειγμα. Στην πλευρά των δαπανών θα πρέπει να υπάρξει ενίσχυση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, σε αντιδιαστολή με τις γενικές λειτουργικές ή συνταξιοδοτικές δαπάνες. Στην πλευρά των εσόδων, θα πρέπει να υπάρξει διεύρυνση της φορολογικής βάσης έτσι ώστε να κατανεμηθούν δικαιότερα τα φορολογικά βάρη, με στοχευμένα κίνητρα για ηλεκτρονικές πληρωμές, και να μειωθεί η επιβάρυνση στη μισθωτή εργασία.
Άμεσες προτεραιότητες
Με δεδομένη την τρέχουσα κρίση, τις ευκαιρίες χρηματοδότησης από τα Ευρωπαϊκά ταμεία, και τη συμπληρωματικότητα μεταξύ διαφορετικών ειδών μεταρρυθμίσεων, οι πλέον επείγουσες προτεραιότητες από τις δράσεις που περιγράφονται παραπάνω είναι οι εξής:
Παραγωγή και επενδύσεις: Δραστική μείωση του κόστους στην επίσημη εργασία με μείωση του φορολογικού και ασφαλιστικού βάρους. Ευνοϊκότερη φορολογική μεταχείριση αποσβέσεων για επενδύσεις σε μηχανολογικό εξοπλισμό και καινοτομία. Ενεργειακή αναβάθμιση κτηρίων. Επενδύσεις σε υποδομές με προτεραιότητα σε μεταφορές εμπορευμάτων και σε μετακινήσεις σε επιβαρυμένους διαδρόμους για πολίτες και τον τουρισμό. Ενίσχυση εξαγωγικών κλάδων της μεταποίησης με μείωση κόστους ενέργειας και άμβλυνση διοικητικών εμποδίων. Διαχείριση απορριμμάτων και κυκλική οικονομία.
Ανθρώπινο κεφάλαιο: Νέα προγράμματα και δομές κατάρτισης εργαζόμενων και ανέργων. Οργανωτικές παρεμβάσεις σε σχολικές μονάδες. Διεύρυνση και αναβάθμιση της προσχολικής αγωγής. Διευκόλυνση της πληρέστερης ένταξης των γυναικών στην αγορά εργασίας. Προσαρμογή του θεσμικού πλαισίου για ενίσχυση έρευνας αιχμής σε πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα που θα υποστηρίζουν συστάδες (clusters) σε συνδυασμό με την παραγωγή.
Δημόσιος τομέας και διοίκηση: Επιτάχυνση της ψηφιοποίησης υπηρεσιών του δημόσιου τομέα. Ενίσχυση πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας και νοσοκομειακών μονάδων με ισχυρό ρόλο σε συστήματα παρακολούθησης. Επέκταση ειδικών τμημάτων στα δικαστήρια για οικονομικές υποθέσεις και διεύρυνση των μηχανισμών εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών. Ενίσχυση του συστήματος χρηματοπιστωτικής εποπτείας στον τομέα της προστασίας των επενδυτών.
Μητσοτάκης: Η Ελλάδα δεν πρόκειται και δεν πρέπει ποτέ να γίνει ένας επενδυτικός προορισμός χαμηλού κόστους
Στην τοποθέτησή του, στη σημερινή παρουσίαση, ο Πρωθυπουργός επισήμανε ότι “η Ελλάδα δεν πρόκειται και δεν πρέπει ποτέ να γίνει ένας επενδυτικός προορισμός χαμηλού κόστους” για να διευκρινίσει πως “θέλουμε να είμαστε ανταγωνιστικοί ως προς τη φορολογία, την ποιότητα του ανθρώπινου δυναμικού μας, τη λειτουργία του κράτους, τη διαφάνεια, την ανεξαρτησία των θεσμών. Όχι, όμως, ως προς το κόστος εργασίας”.
“Η έκθεση δεν διακατέχεται από κάποια καλλωπισμού ή εξιδανίκευσης της κατάστασης -όπως συμβαίνει αρκετά συχνά σε τέτοια κείμενα- δεν “μασάει”, δηλαδή, τα λόγια της για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, τις προκλήσεις που προκαλεί η νέα παγκόσμια ύφεση. αλλά και τις προκλήσεις που μας κληροδότησε η κρίση χρέους της τελευταίας δεκαετίας”, ανέφερε στην τοποθέτησή του ο Πρωθυπουργός.
Ξεκαθάρισε δε ότι η έκθεση δεν αποτελεί κυβερνητικό πρόγραμμα και δεν είναι πολιτικό κείμενο. “Γι’ αυτό και πιστεύω ότι πρέπει να μείνει έξω από την πολιτική -μάλλον θα έλεγα την κομματική- αντιπαράθεση, γιατί προφανώς είναι μια έκθεση, η οποία θα τεθεί σε δημόσιο διάλογο και δεν θεωρώ αυτονόητο ότι θα συμφωνήσουν όλοι με όσα γράφονται σε αυτό το κείμενο. Αλλά θέλω να τονίσω ότι είναι ανεξάρτητη οικονομική έκθεση. Είναι ένα κείμενο αναφοράς, στο οποίο κάθε πολίτης, η ελληνική κοινωνία, τα κόμματα, οι φορείς της αγοράς, της κοινωνίας, τα κόμματα της αντιπολίτευσης, μπορούν να ανατρέχουν ανά πάσα στιγμή και να το συμβουλεύονται”, υπογράμμισε.
Στην αρχή της τοποθέτησής του, ο κ. Μητσοτάκης υπενθύμισε ότι η Επιτροπή Πισσαρίδη είχε ξεκινήσει να δουλεύει το πόρισμά της πριν από την πανδημία, με στόχο μια στρατηγική μακροπρόθεσμης ανάπτυξης της οικονομίας, αλλά και ευημερίας των Ελλήνων πολιτών. Όπως τόνισε, είναι ιδιαίτερα σημαντικό για τον ίδιο ότι η έκθεση είναι εξωστρεφής και στηρίζει τις παραδοχές της συγκριτικής αξιολόγησης (benchmarking) στη βάση διεθνών έγκαιρων μελετών που αξιολογούν τις επιδόσεις της χώρας μας σε κάθε πεδίο πολιτικής που εξετάζει. “Και αφού έχει καταγράψει αναλυτικά τις αγκυλώσεις, τα εμπόδια, παραθέτει καλές πρακτικές, ιδέες, προτάσεις που έχουν δοκιμαστεί επιτυχημένα σε πολλές άλλες χώρες και θα μπορούσαν να υιοθετηθούν και στην Ελλάδα”, τόνισε ο Πρωθυπουργός για να συμπληρώσει πως “πολλές από τις εισηγήσεις βλέπω να αντικατοπτρίζονται σε κυβερνητικές πολιτικές που, ήδη, υλοποιούνται ή έχουν δρομολογηθεί”.
Στο σημείο αυτό, ανέφερε και συγκεκριμένα παραδείγματα: τη μείωση της φορολογίας στους εργαζόμενους, τις παραγωγικές επενδύσεις, την αποκομματικοποίηση της δημόσιας διοίκησης, τη θέσπιση υπηρεσιακών επί θητεία Γενικών Γραμματέων στα Υπουργεία, την παροχή κινήτρων για περισσότερες επενδύσεις σε έρευνα και καινοτομία, τη δημιουργία ενός ανταποδοτικού δεύτερου πυλώνα -επικουρικού πυλώνα- στο ασφαλιστικό μας σύστημα, τη στήριξη της οικογένειας, της προσχολικής -ειδικά- εκπαίδευσης για την αντιμετώπιση του δημογραφικού ζητήματος.
Υπογράμμισε, στη συνέχεια, πως η έκθεση επίσης θέτει ως κυρίαρχο στόχο πολιτικής την αύξηση των εισοδημάτων, αλλά όχι με δανεικά που οδήγησαν παρολίγον στην πτώχευση. “Αλλά μέσα από τη βελτίωση της παραγωγικότητας των εργαζόμενων και των επιχειρήσεων, εκεί που υστερούμε σημαντικά ως χώρα και για να συμβεί αυτό, πρέπει να αυξήσουμε κατά πολύ τις επενδύσεις που πραγματοποιούνται στην Ελλάδα. Για την ακρίβεια, θα πρέπει να τις διπλασιάσουμε, ώστε να καλύψουμε αυτό το μεγάλο κενό αποεπένδυσης που συσσωρεύτηκε κατά τη διάρκεια της 10ετούς κρίσης”, συμπλήρωσε.
Καταλήγοντας, ο κ. Μητσοτάκης τόνισε ότι η Έκθεση Πισσαρίδη είναι “ένας οδικός χάρτης που μας οδηγεί σε αυτήν την κατεύθυνση και ένας οδικός χάρτης, ο οποίος έχει στη διάθεσή του και τα πρόσθετα πολεμοφόδια του Ταμείου Ανάκαμψης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που για πρώτη φορά θέτει στη διάθεση του μετασχηματισμού της χώρας σημαντικότατα κεφάλαια από το 2021 και μετά, τα οποία και πρέπει να αξιοποιηθούν ακριβώς στην κατεύθυνση την οποία συνιστά το “Σχέδιο Ανάπτυξης για την Ελληνική Οικονομία”. Και νομίζω ότι αυτές είναι και οι προτεραιότητες που αποτυπώνονται στο προσχέδιο, το οποίο έχει στείλει η Ελληνική Κυβέρνηση στους ευρωπαϊκούς θεσμούς με τις προτάσεις της για το Ταμείο Ανάκαμψης”.
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος της Επιτροπής και κάτοχος του βραβείου Νόμπελ, καθηγητής Χριστόφορος Πισσαρίδης, στην τοποθέτηση του τόνισε, μεταξύ άλλων, πως “κεντρικός στόχος των εισηγήσεών μας είναι ο εκσυγχρονισμός της χώρας που θα έχει ως αποτέλεσμα τη συστηματική αύξηση του κατά κεφαλήν πραγματικού εισοδήματος, ώστε αυτό να συγκλίνει σταδιακά με τον μέσο όρο της ΕΕ. Επιπλέον, βασικοί στόχοι κατά τη διαδικασία σύγκλισης είναι η ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής, κυρίως μέσω της κοινωνικής κινητικότητας και της αναβάθμισης των ευκαιριών για τα περισσότερο αδύναμα νοικοκυριά, και η βελτίωση των περιβαλλοντικών επιδόσεων”.
Ο κ. Πισσαρίδης πρόσθεσε ότι έχουν τεθεί νέες κατευθύνσεις σε σχέση με την ενδιάμεση έκθεση που παρουσιάστηκε το καλοκαίρι και έδωσε έμφαση στην τεχνολογική αναβάθμιση της Ελλάδας, με ψηφιακές υποδομές και με μεγαλύτερες και πιο παραγωγικές εξωστρεφείς εταιρείες. “Θα προκαλέσει επίσης την αύξηση της απασχόλησης, τόσο μέσω της μείωσης της ανεργίας όσο και μέσω της αύξησης της συμμετοχής στην αγορά εργασίας υποαπασχολούμενων ομάδων του πληθυσμού, όπως οι γυναίκες και οι νέοι”, υπογράμμισε.
Ο αναπληρωτής πρόεδρος της Επιτροπής, Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ και καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Νίκος Βέττας, μεταξύ άλλων, στη δική του τοποθέτηση επισήμανε πως “χωρίς τις απαραίτητες δομικές παρεμβάσεις, η ανάκαμψη της οικονομίας μετά τη λήξη της τρέχουσας πρωτοφανούς κρίσης δεν θα έχει την απαραίτητη διάρκεια και ένταση για πραγματική σύγκλιση με τις άλλες οικονομίες της Ευρώπης. Επίσης, μέτρα που βελτιώνουν την αποτελεσματική λειτουργία του δημόσιου τομέα και των αγορών, ενισχύουν και την κοινωνική συνοχή και ιδίως τα πιο αδύναμα νοικοκυριά. Και τέλος, ο ρόλος του ανθρώπινου κεφαλαίου είναι κομβικός και θα επιτρέψει και την αύξηση του περιεχομένου της παραγωγής σε τεχνολογία”.
Στην τηλεδιάσκεψη από την Επιτροπή Πισσαρίδη έλαβαν μέρος ο επικεφαλής της επιτροπής, καθηγητής του London School of Economics και του Πανεπιστήμιου Κύπρου, Χριστόφορος Πισσαρίδης, ο καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών & Γεν. Δ/ντής ΙΟΒΕ, Νίκος Βέττας, ο καθηγητής του London School of Economics, Δημήτρης Βαγιανός και ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Yale, Κώστας Μεγήρ.
Συμμετείχαν ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων, ‘Αδωνις Γεωργιάδης, ο υπουργός Επικρατείας, Γιώργος Γεραπετρίτης, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, Θεόδωρος Σκυλακάκης, ο υφυπουργός παρα τω Πρωθυπουργώ, αρμόδιος για τον συντονισμό του Κυβερνητικού έργου, ‘Ακης Σκέρτσος, ο υφυπουργός παρα τω Πρωθυπουργώ και Κυβερνητικός Εκπρόσωπος, Στέλιος Πέτσας, ο γενικός γραμματέας του πρωθυπουργού, Γρηγόρης Δημητριάδης, ο προϊστάμενος του Οικονομικού Γραφείου του πρωθυπουργού, Αλεξης Πατέλης και ο πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων, Μιχάλης Αργυρού.
Ολόκληρη η τοποθέτηση του Κυριάκου Μητσοτάκη
“Να θυμίσω, λίγο, ότι από τον περασμένο Ιανουάριο και πριν ακόμα από την άφιξη της πανδημίας η Ελληνική Κυβέρνηση είχε αναθέσει στον Νομπελίστα καθηγητή τον κ. Χριστόφορο Πισσαρίδη και σε μια καταξιωμένη ομάδα πανεπιστημιακών, αλλά και ανθρώπων της αγοράς από την Ελλάδα και από το εξωτερικό να συντάξουν και να υποβάλλουν τις προτάσεις τους για μια στρατηγική μακροπρόθεσμης ανάπτυξης της οικονομίας αλλά και ευημερίας των Ελλήνων πολιτών.
Καθ’ όλη τη διάρκεια των μηνών που μεσολάβησαν και ενώ οι δυνάμεις της Κυβέρνησης στράφηκαν -ως επί το πλείστον- στην διαχείριση και την αντιμετώπιση της πανδημίας, αυτή η ομάδα των 16 εμπειρογνωμόνων εργάστηκε εντατικά, συνεργάστηκε με πολλούς ακόμα ειδικούς παραπάνω από 60 αντιλαμβάνομαι, για να παραδώσει, σήμερα, μια έκθεση που οραματίζεται, μια Ελλάδα που παράγει, εξάγει, καινοτομεί, δημιουργεί πολλές καλά αμειβόμενες δουλειές. Μια Ελλάδα που διαθέτει ένα αποτελεσματικό κράτος στην υπηρεσία του πολίτη, του εργαζόμενου, της επιχείρησης.
Θέλω, λοιπόν, και προσωπικά να σας ευχαριστήσω και όλους όσοι έσπευσαν να συνδράμουν στην σύνταξη αυτής της πολύ σημαντικής πρότασης, αυτού του πολύ σημαντικού σχεδίου ανάπτυξης για την ελληνική οικονομία. Θυμάστε, ότι σας είχα ζητήσει -είχα ζητήσει από τον καθηγητή Πισσαρίδη, από την ομάδα του- να είστε πολύ ειλικρινείς στη διάγνωση των προβλημάτων που καλούμαστε να διαχειριστούμε για να αντιμετωπίσουμε χρόνιες διαρθρωτικές αδυναμίες της χώρας. Αλλά να είμαστε ταυτόχρονα φιλόδοξοι ως προς τους στόχους, ως προς το εύρος των αλλαγών που καλούμαστε να κάνουμε για να αλλάξουμε τη χώρα μας. Και διατρέχοντας, σχεδόν, τις 250 σελίδες αυτού του σημαντικού πορίσματος διαπίστωσα ότι ανταποκριθήκατε πλήρως και στα δύο αυτά κριτήρια.
Νομίζω ότι η έκθεση δεν διακατέχεται από κάποια διάθεση καλλωπισμού ή εξιδανίκευσης της κατάστασης -όπως συμβαίνει αρκετά συχνά σε τέτοια κείμενα- δεν “μασάει”, δηλαδή, τα λόγια της για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, τις προκλήσεις που προκαλεί η νέα παγκόσμια ύφεση. αλλά και τις προκλήσεις που μας κληροδότησε η κρίση χρέους της τελευταίας 10ετίας. Άλλωστε -θέλω να το ξαναπώ- αυτή η έκθεση δεν αποτελεί κυβερνητικό πρόγραμμα δεν είναι πολιτικό κείμενο και γι’ αυτό και πιστεύω ότι πρέπει να μείνει έξω από την πολιτική, μάλλον θα έλεγα την κομματική, αντιπαράθεση γιατί προφανώς είναι μια έκθεση η οποία θα τεθεί σε δημόσιο διάλογο και δεν θεωρώ αυτονόητο ότι θα συμφωνήσουν όλοι με όσα γράφονται σε αυτό το κείμενο.
Αλλά -θέλω να τονίσω- ότι είναι ανεξάρτητη οικονομική έκθεση. Είναι ένα κείμενο αναφοράς στο οποίο κάθε πολίτης, η ελληνική κοινωνία, τα κόμματα, οι φορείς της αγοράς, της κοινωνίας, τα κόμματα της αντιπολίτευσης, μπορούν να ανατρέχουν ανά πάσα στιγμή και να το συμβουλεύονται. Με χαροποιεί ιδιαίτερα ότι η έκθεση είναι μια έκθεση εξωστρεφής, στηρίζει τις παραδοχές της συγκριτικής αξιολόγησης (benchmarking), στη βάση διεθνών έγκαιρων μελετών, που αξιολογούν τις επιδόσεις της χώρας μας σε κάθε πεδίο πολιτικής που εξετάζει. Και αφού έχει καταγράψει αναλυτικά τις αγκυλώσεις, τα εμπόδια, παραθέτει καλές πρακτικές, ιδέες, προτάσεις που έχουν δοκιμαστεί επιτυχημένα σε πολλές άλλες χώρες και θα μπορούσαν να υιοθετηθούν και στην Ελλάδα.
Χαίρομαι, διότι, σε πολλές από τις εισηγήσεις βλέπω να αντικατοπτρίζονται κυβερνητικές πολιτικές που, ήδη, υλοποιούνται ή έχουν δρομολογηθεί. Μερικά παραδείγματα αναφέρω μόνο: Τη μείωση της φορολογίας σε εργαζόμενους, τις παραγωγικές επενδύσεις, την αποκομματικοποίηση της δημόσιας διοίκησης, τη θέσπιση υπηρεσιακών επί θητεία Γενικών Γραμματέων στα Υπουργεία, την παροχή κινήτρων για περισσότερες επενδύσεις σε έρευνα και καινοτομία, τη δημιουργία ενός ανταποδοτικού δεύτερου πυλώνα -επικουρικού πυλώνα- στο ασφαλιστικό μας σύστημα, τη στήριξη της οικογένειας, της προσχολικής -ειδικά- εκπαίδευσης για την αντιμετώπιση του δημογραφικού ζητήματος.
Ταυτόχρονα η έκθεση θέτει ως κυρίαρχο στόχο πολιτικής την αύξηση των εισοδημάτων. Με ποιο τρόπο όμως, όχι με τον παραδοσιακό τρόπο, που μας οδήγησε παραλίγο στην πτώχευση, δηλαδή με παροχές και αυξήσεις μισθών κατά κανόνα με δανεικά, αλλά μέσα από τη βελτίωση της παραγωγικότητας των εργαζόμενων και των επιχειρήσεων, εκεί που υστερούμε σημαντικά ως χώρα και για να συμβεί αυτό πρέπει να αυξήσουμε κατά πολύ τις επενδύσεις που πραγματοποιούνται στην Ελλάδα -για την ακρίβεια θα πρέπει να τις διπλασιάσουμε- ώστε να καλύψουμε αυτό το μεγάλο κενό αποεπένδυσης που συσσωρεύτηκε κατά τη διάρκεια της 10ετούς κρίσης. Υπάρχουν δύο δρόμοι για να γίνει διεθνώς ανταγωνιστική και ελκυστική στους επενδυτές μια χώρα.
Η Ελλάδα δεν πρόκειται και δεν πρέπει ποτέ να γίνει ένας επενδυτικός προορισμός χαμηλού κόστους. Θέλουμε να είμαστε ανταγωνιστικοί ως προς τη φορολογία, την ποιότητα του ανθρώπινου δυναμικού μας, τη λειτουργία του κράτους, τη διαφάνεια, την ανεξαρτησία των θεσμών. Όχι, όμως, ως προς το κόστος εργασίας. Αυτή είναι, λοιπόν, η μεταρρυθμιστική πρόκληση που έχουμε μπροστά μας και που μας θέτει όλους προ των ευθυνών μας.
Η “Έκθεση Πισσαρίδη” είναι ένας οδικός χάρτης που μας οδηγεί σε αυτήν την κατεύθυνση και ένας οδικός χάρτης ο οποίος έχει στη διάθεσή του και τα πρόσθετα πολεμοφόδια του Ταμείου Ανάκαμψης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που για πρώτη φορά θέτει στη διάθεση του μετασχηματισμού της χώρας σημαντικότατα κεφάλαια από το 2021 και μετά, τα οποία και πρέπει να αξιοποιηθούν ακριβώς στην κατεύθυνση την οποία συνιστά το “Σχέδιο Ανάπτυξης για την Ελληνική Οικονομία”.
Και νομίζω ότι αυτές είναι και οι προτεραιότητες που αποτυπώνονται στο προσχέδιο το οποίο έχει στείλει η Ελληνική Κυβέρνηση στους ευρωπαϊκούς θεσμούς με τις προτάσεις της για το RRF για το Ταμείο Ανάκαμψης. Σταματώ εδώ. Και πάλι θέλω να σας πω ένα μεγάλο ευχαριστώ για την πολύ συστηματική δουλειά που κάνετε και πιστεύω ότι αυτό το κείμενο το οποίο έχει συνταχθεί θα είναι ένα σημείο αναφοράς για το μέλλον και πρέπει να αποτελεί έναν όσο το δυνατόν πιο υπερκομματικό οδηγό για σημαντικές προτεραιότητες στις οποίες πάνω απ’ όλα, πρέπει, να συμφωνήσουμε ως κοινωνία ότι πρέπει να θέσουμε και στη συνέχεια προφανώς θα πρέπει να υλοποιήσουμε τις σχετικές πολιτικές που θα μας επιτρέψουν να πετύχουμε τους στόχους που έχουμε θέσει. Και πάλι ένα μεγάλο ευχαριστώ”.