Στις 8 το πρωί άνοιξαν οι κάλπες στα κατεχόμενα, οι πολίτες των οποίων ψηφίζουν για την ανάδειξη νέου τουρκοκύπριου ηγέτη.
Πρόκειται για την δέκατη κατά σειρά αναμέτρηση στο ψευδοκράτος για την ανάδειξη του κατοχικού ηγέτη, με τον αριθμό των όσων θα ψηφίσουν να ανέρχεται στις 198.867.
Για τις λεγόμενες εκλογές υποβλήθηκαν συνολικά 11 υποψηφιότητες, εκ των οποίων 4 είναι κομματικές, ενώ οι 7 αποτελούν ανεξάρτητες επιλογές.
Επικρατέστεροι υποψήφιοι φέρονται οι Μουσταφά Ακιντζί και Ερσίν Τατάρ, με τον γιο του Ραφούφ Ντεντκάς Σερντάρ Ντενκτάς, τον Τουφάν Ερχιουμάν, καθώς και τον Κουντρέτ Οζερσάϊ να ξεχωρίζουν επίσης. Συγκεκριμένα, οι υποψήφιοι είναι οι : Μουσταφά Ακιντζί, Κουτρέτ Οζερσάι, Σερντάρ Ντενκτάς, Αλπάν Ουζ, Μουσταφά Ουλάς, Αρίφ Σαλίχ Κίρνταγ, Αχμέτ Μποράν, Ερσίν Τατάρ, Τουφάν Έρχουμαν, Ερχάν Αρικλί και Φουάτ Τσινέρ.
Η διαδικασία διεξάγεται κάτω από πολύ αυστηρές συνθήκες λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού.
Για την ανάδειξη του νικητή απαιτείται απλή πλειοψηφία, 50+1, κάτι το οποίο δεν αναμένεται να συμβεί από την πρώτη Κυριακή, καθώς οι αναλυτές προβλέπουν ότι όλα θα κριθούν την Κυριακή 18 Οκτωβρίου. Οι κάλπες θα κλείσουν στις 6 το απόγευμα.
Ακιντζί: Αυτοτέλεια και ομοσπονδία
Ο Μουσταφά Ακιντζί εμφανίζεται ως ο επικρατέστερος υποψήφιος από τον χώρο της Κεντροαριστεράς για να λάβει το εισιτήριο για τον δεύτερο γύρο των εκλογών. Ο Ακιντζί ενσαρκώνει την υπαρξιακή αγωνία των Τουρκοκυπρίων, αφού έχει πείσει ότι αποτελεί τον αυθεντικότερο εκφραστή της διεκδίκησης για μια ισότιμη σχέση με την Τουρκία. Αμφισβητεί, ο Μουσταφά Ακιντζί, την ιεραρχική σχέση εξουσίας που θέλουν να επιβάλουν η τουρκική κυβέρνηση και το ιδεολογικό μπλοκ των Γκρίζων Λύκων, και η οποία ορίζει ότι η Κύπρος ως η «Μικρή Πατρίδα» οφείλει να υποτάσσεται στις υποδείξεις της «Μητέρας Πατρίδας». Συσπειρώνει, ουσιαστικά, όσους ενστερνίζονται, εντονότερα, την άποψη ότι από τον ασφυκτικό εναγκαλισμό της Τουρκίας και τον δυνητικό κίνδυνο της πολιτισμικής και δημογραφικής αφομοίωσης, οι Τουρκοκύπριοι ενδέχεται να οδηγηθούν σταδιακά στην πολιτική περιθωριοποίηση και, εν τέλει, σε τροχιά εξαφάνισης.
Στο Κυπριακό, ο Μουσταφά Ακιντζί παραμένει συνεπής στην επιλογή μιας ομοσπονδιακής διευθέτησης η οποία, όμως, θα πρέπει να προστατεύει την τ/κ κοινότητα και από τις «κηδεμονικές» φιλοδοξίες των Ελληνοκυπρίων. Για αυτό και η εμμονή στην πολιτική ισότητα, η εκ περιτροπής προεδρία και η αποτελεσματική συμμετοχή προτάσσονται ως αδιαπραγμάτευτες προϋποθέσεις για την επίτευξη συμφωνίας.
Ο Τουρκοκύπριος ηγέτης υποστηρίζεται από το μικρό σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα Κοινοτικής Δημοκρατίας (8,64% το 2018), αλλά στις δημοσκοπήσεις καταγράφει ποσοστά που προσεγγίζουν ή και να ξεπερνούν το 30%. Την υποψηφιότητά του φαίνεται να υποστηρίζει, από τον πρώτο γύρο των εκλογών, όπως συνέβη άλλωστε και το 2015, σημαντικό μέρος των παραδοσιακών ψηφοφόρων του Ρεπουμπλικανικού Τουρκικού Κόμματος. Ωστόσο η επιρροή του Ακιντζί δεν περιορίζεται στον χώρο της Αριστεράς. Διεισδύει και σε ψηφοφόρους του Κέντρου και της Δεξιάς οι οποίοι έχουν διαμορφώσει έντονα αρνητική άποψη για τον Ταγίπ Ερντογάν, σε ψηφοφόρους που αισθάνονται άβολα με τη συντηρητική και βαθιά αυταρχική Τουρκία του ΑΚΡ.
Τατάρ: Αδύναμη υποψηφιότητα, ισχυρό κόμμα
Ο τέως λογιστής της εταιρείας Poly Pek του Ασίλ Ναδίρ και νυν «πρωθυπουργός» Ερσίν Τατάρ εισήλθε στην εκλογική αντιπαράθεση με σημαίνοντα στελέχη του Κόμματος Εθνικής Ενότητας (ΚΕΕ) να μην στηρίζουν ενεργά ή και να υπονομεύουν την υποψηφιότητά του. Ο Τατάρ θεωρείται από πολλούς Τουρκοκυπρίους ανυπόληπτη και αμφιλεγόμενη πολιτική προσωπικότητα, με περιορισμένο κομματικό εκτόπισμα συγκριτικά με τον Ντερβίς Έρογλου, τον ιστορικό ηγέτη της τουρκοκυπριακής Δεξιάς, αλλά και με περιορισμένη επιρροή στην ευρύτερη κοινωνία. Εξ ου και τα δημοσκοπικά ευρήματα δείχνουν ότι, μέχρι στιγμής, ο Τατάρ δεν έχει πετύχει να συσπειρώσει ούτε τους ψηφοφόρους της παράταξης της οποίας ηγείται. Παρά ταύτα το Κόμμα Εθνικής Ενότητας (ΚΕΕ), που παραμένει ο ισχυρότερος πολιτικός φορέας στην τουρκοκυπριακή κοινότητα με επιρροή που ξεπερνά το 35%, απέδειξε και στο παρελθόν ότι είναι σε θέση, κάτω από αντίξοες συνθήκες, να κινητοποιήσει ακόμη και την υστάτη την εκλογική του βάση, κυρίως μέσω της εργαλειοποίησης του ευρύτατου δικτύου πελατειακών σχέσεων που έχει οικοδομήσει, από το 1974 και εντεύθεν.
Ο Τατάρ έχει συνειδητά ευθυγραμμιστεί, πλήρως, με την τουρκική κυβέρνηση, σε μια ενορχηστρωμένη προσπάθεια να εμφανιστεί ως ο μοναδικός που μπορεί να εγγυηθεί την «αγαστή και επωφελή», για τους Τουρκοκυπρίους, σχέση με την Άγκυρα. Η επανατροφοδότηση του φράγματος των Πανάγρων με νερό από την Τουρκία, η πρόσφατη εξαγγελία για οικονομική ενίσχυση της «κυβέρνησης» και το «άνοιγμα» των Βαρωσίων υπηρετούν αυτό ακριβώς το αφήγημα. Ταυτόχρονα, ο Τατάρ εργαλειοποιεί μια ακραία εθνικιστική ρητορική στο Κυπριακό προκειμένου να διασφαλίσει τη στήριξη όσων εναντιώνονται στην προοπτική της ομοσπονδίας, όσων επιδιώκουν να ελαχιστοποιηθούν ή και να εκμηδενιστούν οι συνέργειες ανάμεσα στις δύο κοινότητες. Όσων προτάσσουν ότι θα πρέπει να συνεχιστεί η προσπάθεια για οικοδόμηση και αναγνώριση μιας ανεξάρτητης «κρατικής» οντότητας. Και όσων θεωρούν ότι η τουρκοκυπριακή κοινότητα οφείλει αγόγγυστα να υπηρετεί την προσπάθεια υλοποίησης των γεωπολιτικών διεκδικήσεων της Τουρκίας, των διεκδικήσεων του έθνους, στην περιοχή.
Τουφάν Ερχιουρμάν: Οι ελπίδες στους αναποφάσιστους
Ο επικεφαλής του Ρεπουμπλικανικού Τουρκικού Κόμματος (ΡΤΚ) και πρώην καθηγητής Δημοσίου Δικαίου Τουφάν Ερχιουρμάν δύσκολα θα εισέλθει, στη βάση των δημοσκοπικών ευρημάτων, στον δεύτερο γύρο των εκλογών. Με μια προεκλογική ατζέντα που περιλαμβάνει τις γνωστές θέσεις της τουρκοκυπριακής Αριστεράς υπέρ της ομοσπονδιακής λύσης αλλά και «δανεικές» αναφορές από το μανιφέστο του Κουντρέτ Όζερσαϊ, του 2015, περί εσωτερικής ανασυγκρότησης και επανίδρυσης του «κράτους» δείχνει να κινείται στο περιθώριο της προεκλογικής εκστρατείας.
Ενώ η υποψηφιότητα Ερχιουρμάν κινείται, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, πέριξ του 20% συγκρατώντας, ουσιαστικά, τα ποσοστά που έλαβε το ΡΤΚ στις βουλευτικές «εκλογές» του 2018, εντούτοις σημαντικός αριθμός αριστερών ψηφοφόρων μετακινείται προς τον Ακιντζί. Οι διαρροές προς τον Τουρκοκύπριο ηγέτη αναπληρώνονται από εισροές κεντρώων και δεξιών ψηφοφόρων –ακόμη και εποίκων– οι οποίοι θεωρούν ότι η υποψηφιότητα Ερχιουρμάν εγγυάται την προοπτική μιας πιο λειτουργικής και ισορροπημένης σχέσης με την Τουρκία.
Σε αυτό το στοιχείο εδράζονται και οι πιο αισιόδοξες εκτιμήσεις του εκλογικού επιτελείου Ερχιουρμάν. Ότι, δηλαδή, υπάρχει ένας σημαντικός αριθμός ψηφοφόρων οι οποίοι είτε δεν τοποθετούνται στις δημοσκοπήσεις, είτε καταγράφονται ως αναποφάσιστοι, και οι οποίοι απορρίπτουν την πολωτική αντιπαράθεση γύρω από το ζήτημα των σχέσεων Τουρκίας – τουρκοκυπριακής κοινότητας. Προτάσσεται, βασικά, ότι υπάρχει μια σιωπηλή πλειοψηφία η οποία δεν θα επιλέξει ούτε τον Τατάρ, ο οποίος θα λειτουργεί ως άβουλη μαριονέτα της Άγκυρας, αλλά ούτε και τον Ακιντζί η επανεκλογή του οποίου θα οδηγούσε σε μια ανεπιθύμητη και επώδυνη, για τους Τουρκοκυπρίους, ανοιχτή ρήξη με την Τουρκία. Εάν ο Ερχιουρμάν δεν εισέλθει στον δεύτερο γύρο, η επιλογή Ακιντζί αποτελεί μονόδρομο για το ΡΤΚ, ενώ ο βαθμός συσπείρωσης της Αριστεράς θα είναι, σε μια τέτοια περίπτωση, εκ των καθοριστικών παραγόντων για την έκβαση της εκλογικής αναμέτρησης.
Σερντάρ Ντενκτάς: σε ρήξη με την Τουρκία του ΑΚΡ
Ο Σερντάρ Ντενκτάς, πρόεδρος του δεξιού Δημοκρατικού Κόμματος (ΔΚ), εξελίσσεται στην πιο ενδιαφέρουσα και απρόβλεπτη υποψηφιότητα, σε αυτή την εκλογική διαδικασία. Εμφανίζεται ως ο εκφραστής ενός τουρκοκυπριακού εθνικισμού και είναι έντονα επικριτικός έναντι της παρεμβατικής πολιτικής της Τουρκίας και στο project πολιτισμικού μετασχηματισμού που προωθείται στη βόρεια Κύπρο. Ο υιός Ντενκτάς, σε αντίθεση με τον πατέρα του Ραούφ, εμφανίζεται ως ένας Τουρκοκύπριος εθνικιστής του οποίου η βασική πρόταξη σχετίζεται με την κοινοτική επιβίωση των Τουρκοκυπρίων, ενώ ο άλλοτε ιστορικός ηγέτης των Τουρκοκυπρίων υπήρξε ένας Τούρκος εθνικιστής ο οποίος έθετε, σε ολόκληρη την πολιτική του διαδρομή, τα συμφέροντα του τουρκικού έθνους υπεράνω κάθε άλλης επιδίωξης.
Η πολιτική μετατόπιση που επιχειρεί ο Σερντάρ είναι ενδεικτική των δυναμικών που διαμορφώνει η διαιώνιση του status quo στο πλαίσιο του οποίου οι Τουρκοκύπριοι καλούνται να διαχειριστούν απειλές, φορέας των οποίων είναι η Τουρκία. Αυτή η παράμετρος ενεργοποιεί τα υπαρξιακά αντανακλαστικά της τουρκοκυπριακής κοινότητας και θέτει σε άλλη βάση τις σχέσεις της με την Άγκυρα. Σε αυτό το περιβάλλον ο Ντενκτάς αμφισβητεί την ιδεολογία της τουρκικότητας των Τουρκοκυπρίων, όπως την όριζε ο πατέρας του ή όπως την ορίζει το ΑΚΡ ή ο ηγέτης των «Γκρίζων Λύκων» Ντεβλέτ Μπαχτσελί. Το βάρος του αυτοπροσδιορισμού δίδεται στη διάσταση της τουρκοκυπριακότητας, αφού είναι αυτή που διαφοροποιεί την κοινότητα, τόσο από τους Τούρκους όσο και από τους Ελληνοκυπρίους.
Αναπόφευκτα, η ανάδειξη της ανάγκης για διαφύλαξη της τουρκοκυπριακής ταυτότητας, ως βασικής παραμέτρου της προεκλογικής του εκστρατείας, φέρει τον Ντενκτάς εγγύτερα, σε σχέση με το παρελθόν, στο αφήγημα του Μουσταφά Ακιντζί. Οι διαφορές ως προς τη μορφή της επιδιωκόμενης λύσης του Κυπριακού παραμένουν σημαντικές παρότι, προ ημερών, ο Ντενκτάς για πρώτη φορά αναφέρθηκε στην προοπτική μιας χαλαρής/αποκεντρωμένης ομοσπονδίας. Σε αυτή τη συγκυρία, επομένως και δεδομένης της παραταξιακής αντιπαλότητας του Δημοκρατικού Κόμματος με το ΚΕΕ, καθώς και της απέχθειας που τρέφει ο Σερντάρ Ντενκτάς για τον Ταγίπ Ερντογάν, συνεπεία της υποχρεωτικής εκπαραθύρωσης του πατέρα του το 2003, το ενδεχόμενο κάποιοι εκ των ψηφοφόρων του να επιλέξουν να στηρίξουν Ακιντζί, στον δεύτερο γύρο, δεν φαντάζει καθόλου απίθανο. Ειδικότερα εάν ο Σερντάρ Ντενκτάς υιοθετήσει, όπως εικάζεται, την επιλογή της κατά συνείδηση ή ελεύθερης ψήφου.
Κουντρέτ Όζερσαϊ, το πεφταστέρι
Όταν το 2012 ο Κουντρέτ Όζερσαϊ εξήγγειλε τη δημιουργία της πολιτικής κίνησης «Συγκροτούμαστε» πολλοί Τουρκοκύπριοι, απογοητευμένοι από τα παραδοσιακά πολιτικά κόμματα, αντίκρισαν τον πρώην διαπραγματευτή για το Κυπριακό ως μια άφθαρτη και μετριοπαθή πολιτική φυσιογνωμία. Ως φορέα μιας μεταρρυθμιστικής και ανανεωτικής αντίληψης.
Στις προεδρικές «εκλογές» του 2015 αυτή η προσδοκία μετατράπηκε σε ένα εξαιρετικά θετικό αποτέλεσμα για την υποψηφιότητά του, ενώ το «Κόμμα του Λαού» που ίδρυσε τον Ιανουάριο του 2016 εμφανιζόταν, αρχικώς, ικανό να ανατρέψει τις κομματικές ισορροπίες στην τουρκοκυπριακή κοινότητα.
Έκτοτε πολλά έχουν αλλάξει. O Όζερσαϊ δεν δείχνει ικανός να συσπειρώσει ούτε καν τους ψηφοφόρους που υπερψήφισαν το κόμμα του στις εκλογές του 2018 (17,08%) με τις δημοσκοπήσεις να τον δείχνουν πέριξ του 9%. Τα αίτια της διαφαινόμενης εκλογικής υποχώρησης θα πρέπει να αναζητηθούν στη σπουδή του να ανέλθει στον «προεδρικό» θώκο. Και στις επιλογές που έκανε προκειμένου να επιτύχει αυτό τον στόχο.
Η πλήρης συμπόρευση με την Τουρκία και η συνομολόγηση του κυβερνητικού συνασπισμού με το ΚΕΕ ξένισαν και απογοήτευσαν το εκλογικό του ακροατήριο. Και αυτό διότι σε όλη την προηγούμενη περίοδο είχε πολιτευτεί προτάσσοντας δύο βασικές διεκδικήσεις: σχέση ισοτιμίας με την Άγκυρα, κάθαρση στην εσωτερική διακυβέρνηση. Η εγκατάλειψη αυτών των θέσεων προκειμένου να εξασφαλίσει το προεδρικό χρίσμα με τις ευλογίες της Άγκυρας και τη στήριξη του ΚΕΕ, στο οποίο επανειλημμένα στο παρελθόν άσκησε εξοντωτική κριτική για τις πελατειακές του πρακτικές, υπονόμευσαν ανεπανόρθωτα την πολιτική του αξιοπιστία.
Η δε εγκατάλειψή του από την Άγκυρα και η απροκάλυπτη υποστήριξη που παρέχει η τουρκική κυβέρνηση στον Ερσίν Τατάρ, εκφράστηκε με τον πιο εκκωφαντικό τρόπο με τον πλήρη παραγκωνισμό του στις αποφάσεις για το «άνοιγμα» της Αμμοχώστου. Η αποχώρησή του από την «κυβέρνηση συνασπισμού» δεν είναι βέβαιο ότι προεξοφλεί για τη στάση που θα τηρήσει στον δεύτερο γύρο των εκλογών. Παρότι απομακρύνεται το ενδεχόμενο στήριξης προς τον Ερσίν Τατάρ, παραμένει ερωτηματικό το πώς θα αντιδράσει στις αναμενόμενες ασφυκτικές πιέσεις της Άγκυρας προκειμένου να στηρίξει τον πρώην κυβερνητικό του εταίρο.
Ερχάν Αρικλί: ο υποψήφιος των εποίκων
Ο Ερχάν Αρικλί, με καταγωγή από την επαρχία του Καρς της Τουρκίας, εγκαταστάθηκε στην Κύπρο με το πρώτο ρεύμα των εποίκων το 1975. Είναι ο πρόεδρος του κόμματος της «Αναγέννησης» το οποίο συσπειρώνει στις τάξεις του ψηφοφόρους με καταγωγή από την Τουρκία. Η βασική πολιτική πρόταξη του Ερχάν Αρικλί σχετίζεται με τις ισχυριζόμενες δυσμενείς διακρίσεις που βιώνουν οι εκ Τουρκίας κάτοικοι του ψευδοκράτους. Ένας ισχυρισμός που αφορά, κυρίως, την περιορισμένη συμμετοχή τους στη δημόσια υπηρεσία και σε άλλους θεσμούς εξουσίας της «ΤΔΒΚ».
Στο Κυπριακό δεν υιοθετεί τις προσεγγίσεις ακραίων εθνικιστικών κύκλων στην Τουρκία οι οποίες αντικρίζουν την «ΤΔΒΚ» ως τη «Μικρή Πατρίδα», ούτε υιοθετεί τις ιδέες για προσάρτηση των κατεχομένων στην Τουρκία, αλλά διακηρύττει ότι θα πρέπει να διατηρηθεί με κάθε μέσο η «ΤΔΒΚ». Ο Αρικλί δημοσκοπικά κινείται πέριξ του 7%, γεγονός που δείχνει ότι δεν συσπειρώνει το σύνολο των πολιτογραφηθέντων εποίκων, το ποσοστό των οποίων κυμαίνεται στο 30-35% του εκλογικού σώματος.
Αναφορικά με τη στάση που θα τηρήσει στον δεύτερο γύρο των εκλογών ο Αρικλί έσπευσε έγκαιρα, με την κατάθεση της υποψηφιότητάς του, να δώσει κατεύθυνση. Αποκλείοντας, ουσιαστικά, τον Μουσταφά Ακιντζί δήλωνε πως «η ομοσπονδία είναι ο τάφος της Κύπρου» και ότι οι εκλογές έχουν τον χαρακτήρα αναμέτρησης «με αυτούς που θέλουν να επιστρέψουν το 20% των εδαφών του ‘κράτους’ στους Ελληνοκυπρίους», με αυτούς που «θέλουν να δημιουργήσουν μια Κύπρο χωρίς την Τουρκία». Εντούτοις, μια μικρή μερίδα ψηφοφόρων, του κόμματος «Αναγέννηση», κουρδικής καταγωγής θα επιλέξουν πιθανότατα τον Ακιντζί, αφού στη δική τους θεώρηση υπερισχύει η απέχθεια έναντι του Ταγίπ Ερντογάν συνεπεία της πολιτικής καταπίεσης που ο Τούρκος Πρόεδρος εφαρμόζει στην Τουρκία έναντι του κουρδικού κινήματος.