Ηεικόνα που μπήκε μέσα στα σπίτια μας από την τηλεόραση – από το κινητό τηλέφωνο ενός αυτόπτη μάρτυρα – είναι από εκείνα τα γεγονότα που, αν δεν ταρακουνήσουν από την κορυφή των εξουσιών ως το τελευταίο σπίτι της χώρας, θα πρέπει να ομολογήσουμε πως ως κοινότητα ανθρωπίνων όντων έχουμε ξοφλήσει. Δύο έφηβοι, όχι ανέστιοι, όχι άστεγοι, όχι πένητες, όχι περιθωριακοί συμπεριφέρονται σε ένα μέσο μαζικής συγκοινωνίας σαν να είναι στο σπίτι τους, και μάλιστα κι εκεί αγνοώντας αυτονόητες, για τη συνύπαρξη με άλλους, ανοικειότητες. Κι όταν ένας υπάλληλος, όχι ένας συνεπιβάτης, που θα μπορούσε κι αυτό να συμβεί, όταν προσβάλλεται η τάξη ενός χώρου κοινόχρηστου, ένας καθ’ ύλην αρμόδιος κάνει το καθήκον του και ζητεί συμμόρφωση προς τα κοινά ήθη, οι δύο έφηβοι, μαθητές από ό,τι διαβάζουμε, συμπεριφέρονται, αντιδρώντας στην εξάλλου και νόμιμη επέμβαση του υπαλλήλου του μέσου, και παρανομούν τόσο βίαια, όπως όλη η Ελλάδα το διαπίστωσε από το ντοκουμέντο ενός πολίτη, που μόνο η τύχη προστάτεψε τον υπεύθυνο και κοινωνικά ευαίσθητο συμπολίτη μας από ανεπανόρθωτη ζημιά. Βλέποντας τις εικόνες του βαρβαρισμού προς έναν ενήλικα εφήβων, με έναν άγρια ποδοπατημένο συνάνθρωπο, για μια στιγμή νομίζεις πως έχει χάσει τη ζωή του, αφού δέχθηκε τα ανελέητα χτυπήματα, τα λεγόμενα τυφλά.
Από τη συμπεριφορά των δύο εφήβων μέσα στον συρμό, που συνταξίδευαν με συμπολίτες μεγαλύτερης ηλικίας που πήγαιναν ή γύριζαν από τη δουλειά τους, σε μια εποχή που η πλειονότητα των εργαζομένων εξαρτάται από τα επιδόματα της πολιτείας και δεν μπορεί να κοιμηθεί για τα χρέη ή και την έλλειψη ακόμα και των αναγκαίων, συνάγεται πως εκείνοι κυκλοφορούν, επειδή έχουν κλείσει τα σχολεία τους, λόγω της πανδημίας, και προκλητικά αγνοούν τα μέτρα προφύλαξης που έχουν επιβάλει οι ειδικοί, αντιδρούν βίαια σε έναν υπάλληλο που έχει καθήκον να επιτηρεί τη χρήση των προφυλακτικών μέτρων και μέσων που προστατεύουν τον συνταξιδιώτη συμπολίτη, πιθανόν τον συνεπιβάτη κρίσιμης ηλικίας.
Η εικόνα που αποτύπωσε ο ερασιτέχνης συμπολίτης είναι από αυτές που επιβεβαιώνουν την εκτίμηση πως μια εικόνα αντικαθιστά χιλιάδες λέξεις. Για άλλη μια φορά εκτιμά κανείς τη μεγαλοφυία του Αισχύλου που στον «Προμηθέα Δεσμώτη», όταν γίνεται η καθήλωση του Τιτάνα στον Καύκασο, εκτός από το Κράτος (την ισχύ της εξουσίας) και τον Ηφαιστο (τον τεχνικό εκτελεστή της εγκληματικής πράξης) παρίσταται ως βωβό πρόσωπο και η Βία. Η Βία δεν έχει λόγο, αναπέμπει στην αγελαία, την κτηνώδη περίοδο, όταν ο άνθρωπος μετά βίας είχε κάνει τα τέσσερα πόδια δύο και ακόμη κινείται με το ένστικτο της επιβουλής και του κανόνα, το μεγάλο ζώο τρώει το μικρό.
Σχολιάζοντας, λοιπόν, κανείς την τραγική βία σε ένα κοινωνικό, κοινόχρηστο, δημοκρατικό μέσο (πραγματικά μέσα επικοινωνίας είναι αταξικά!) δεν είναι δυνατόν να μη διερωτηθεί τι είδους παιδεία έχουμε, ποιες αξίες προβάλλουμε στα νέα παιδιά, ποιες αξίες καλλιεργεί η οικογένεια. Μια μητέρα που καλύπτει την εγκληματική συμπεριφορά των εφήβων γιων της και καταφεύγει για κάλυψη σε όργανο της τάξης, που κι εκείνο ανταποκρίνεται και παρέχει προστασία ή συμβουλές συγκάλυψης στους παραβάτες, είναι μια κοινωνική πραγματικότητα που πρέπει να μας ταράξει συθέμελα. Σε μια κοινωνία, όπου δημόσια συνάνθρωποί μας αγνοούν επιδεικτικά τα μέτρα που συνιστούν οι ειδικοί σε μια τρομερή υγειονομική τραγωδία ή άλλοι που αμφισβητούν ακόμη και την ύπαρξη της πανδημίας, όταν σωρεύονται τα φέρετρα, άκλαφτα και σφραγισμένα. Σε μια οικουμένη που δεν αντιλαμβάνεται μια μερίδα της πως η φύση λειτουργεί ερήμην, συχνά – πυκνά, των πολιτισμικών μας θριάμβων.
Είναι άλλη μια φορά τραγική η διαπίστωση πως κάπου η Παιδεία κάνει νερά, ίσως, γιατί περιόρισε τους σκοπούς της υπάρξεώς της στη συσσώρευση γνώσεων και άφησε να φροντίζουν άλλοι (ποιοι;) τη διαμόρφωση ήθους. Τελειώνω με κάτι άκρως διασκεδαστικά αξιολύπητο. Παλαιότερα, στα ενδεικτικά και στα απολυτήρια, εκτός από την επίδοση του μαθητή στα γνωστικά αντικείμενα, σημειωνόταν και η διαγωγή. Οι χαρακτηρισμοί της κλιμακώνονταν ως εξής: Κοσμιωτάτη, Κοσμία, Καλή, Επίμεμπτος, Κακή. Στα χρόνια που δίδαξα το 99% αποφοιτούσαν με Κοσμιωτάτη και το 1% με Κοσμία. Κι όμως, γονείς γίνονταν έξαλλοι, γιατί το τέκνο τους ως «κόσμιος μαθητής». Σκεφτείτε να χαρακτηριζόταν ως Καλή! Δικαίως έπαψε να χαρακτηρίζεται με αυτόν τον υποκριτικό τρόπο. Ετσι η πορεία ενός μαθητή έκτοτε έμεινε αχαρακτήριστη!