Μας θυμάμαι πριν από ένα χρόνο τέτοιες μέρες. Η (διαδικτυακή) Ελλάδα στα κάγκελα. Ο κακός χαμός για τον αλτέρνατιβ εορταστικό στολισμό της Βασ. Σοφίας. Και πριν από δύο και πριν από τρία χρόνια ανάλογα γίνονταν. Με κομματικό – ή, έστω, παραταξιακό – πάντα πρόσημο. Είμαστε με τον εκάστοτε δήμαρχο; Μας αρέσει ο στολισμός. Δεν είμαστε; Χάλια, κιτς, βλαχομπαρόκ, πεταμένα λεφτά, «πού πηγαίνουν τα λεφτά μας;» και τα σχετικά, όλα όσα αποτυπώνουν την παθογένεια των απόψεών μας περί δημόσιου χρήματος, δημόσιας διοίκησης, δημόσιου γενικά. Αυτό που θεωρούμε ότι, επειδή είναι δημόσιο, ανήκει στον καθένα από εμάς προσωπικά λες και το πήραμε κληρονομιά από τον θείο Τάκη.
Βέβαια, η αλήθεια είναι ότι εδώ και δύο, περίπου, δεκαετίες αυτό που παλιά λέγαμε «εορταστικός στολισμός» δίνει αφορμή για τέτοιες κόντρες. Δύσκολη η ταύτιση σε θέματα αισθητικής. Ανεξάρτητα από νόρμες, αρχές και «σχολές», η προσωπική αισθητική του καθένα είναι ένας περίπλοκος και πολύπλοκος συνδυασμός όπου η μνήμη και η νοσταλγία μπερδεύονται με την επιθυμία για δήλωση ταυτότητας, την ανάγκη έκφρασης και την αναζήτηση προσωπικού αποτυπώματος. Ετσι, συνήθως άλλο λέμε ότι μας αρέσει, άλλο νομίζουμε ότι μας αρέσει και άλλο μας αρέσει στην πραγματικότητα.
Την εποχή του «μεγάλου πάρτι», όταν φορέσαμε τα Jimmy Choo πριν καλά καλά πάρουν αέρα τα πόδια μας από τα τερλίκια και χωρίς ενδιάμεση στάση σε ένα σοσόνι, σε ένα μοκασίνι, αναδιαμορφώθηκε, λέμε τώρα, και η αισθητική μας. Από την Burda (για όσους και όσες θυμούνται το κορυφαίο γερμανικό περιοδικό με τα πατρόν) βρεθήκαμε με το Wallpaper στο χέρι. Και, μοιραία, ο χριστουγεννιάτικος διάκοσμος πήρε άλλη διάσταση. Τα χερουβείμ και τα σεραφείμ, τα έλκηθρα και ο Ρούντολφ θεωρήθηκαν πασέ. Το trend ήταν κάτι σχήματα που παρέπεμπαν σε αστέρια, κάτι αφαιρετικές φιγούρες, κάτι φόρμες που για να καταλάβεις σε τι ανταποκρίνονταν έπρεπε να τα δεις ξαπλωμένος στο πάτωμα και υπό γωνία 45 μοιρών, σαν αναλυτικός κυβισμός ένα πράγμα. Για να μη μιλήσουμε για τα ανάποδα (χριστουγεννιάτικα) δένδρα, τα μαύρα δένδρα, τα τετράγωνα δένδρα.
Ιδιωτικά στολίδια
Το ντεκόρ των Χριστουγέννων όμως δεν είναι αυτό. Δεν είναι αφαίρεση, πρόσθεση είναι. Μίας ανάμνησης, ενός στολιδιού που με ένα μαγικό, λες, τρόπο «επιβίωσε» για πάνω από πενήντα χρόνια, δυο σουβενίρ από μια Πρωτοχρονιά στο Παρίσι, ενός παιχνιδιού που δεν θέλουμε να το πετάξουμε. Η πιο μαζική γιορτή είναι τα Χριστούγεννα και ο διάκοσμός της ένας ευτελής και συγχρόνως εξαιρετικά πολύτιμος αχταρμάς, ο αχταρμάς της ζωής μας.
Γι’ αυτό μου αρέσει ο φετινός στολισμός στην Αθήνα. Διότι δεν είναι επιτηδευμένος. Και αστέρια έχει και τρομπέτες και αγγελάκια. Κάτι από την αφέλεια της γιορτής – της κάθε γιορτής. (Και ναι, ήταν απαραίτητος ώστε να μη διασχίζουμε πόλεις όχι μόνο έρημες αλλά και σκοτεινές). Ετσι μου έρχεται στο δένδρο που στόλισα στο σπίτι (με μοντέρνα στολίδια, κάτι αηδίες δηλαδή) να βάλω υαλοβάμβακα, εν είδει χιονιού στα κλαδιά. Οχι για λόγους νοσταλγίας. Αλλά διότι μια φορά τον χρόνο δικαιούμαστε να δοξάζουμε αυτόν τον αχταρμά που είναι, στην πραγματικότητα, η ζωή μας.
Το σύνδρομο του καθρέφτη
Τα παιδιά, έως τα δύο, περίπου χρόνια τους, δεν αναγνωρίζουν το είδωλό τους στον καθρέφτη. Νομίζουν ότι βλέπουν κάποιο ξένο πρόσωπο, ενίοτε τρομάζουν κιόλας. Μόνο όταν αρχίζουν οι μεγαλύτεροι να τους λένε «Κοίτα τι ωραίος που είσαι» συνειδητοποιούν σιγά σιγά ότι πρόκειται για τον εαυτό τους.
Από αυτό το «σύνδρομο του καθρέφτη» πάσχουν πολλοί ενήλικες σήμερα. Ενα σύνδρομο που ευδοκιμεί σε συνθήκες μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Βλέπουν δηλαδή το είδωλό τους και νομίζουν ότι βλέπουν κάποιον άλλον. Τον οποίο κατηγορούν για λόγο μίσους, μη ανοχή στην αντίθετη γνώμη και ηθική υποκρισία. Τις δικές τους δηλαδή παθογένειες. Ακριβώς όμως!