Κούρεμα του χρέους κατά 30%, προκειμένου να καταστεί βιώσιμο, προτείνει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στην Έκθεση Βιωσιμότητας που εκδόθηκε πριν από λίγο, στην περίπτωση που η ελληνική οικονομία αναπτυχθεί με βραδύτερους των προβλεπομένων ρυθμούς και οι προτεινόμενες μεταρρυθμίσεις δεν υλοποιηθούν.
Σύμφωνα με την Έκθεση, το ΔΝΤ προβλέπει ότι το χρέος της χώρας θα βρίσκεται στο 150% του ΑΕΠ το 2020 και κοντά στο 140% του ΑΕΠ ΤΟ 2022. Μάλιστα, κατά την εκτίμηση του Ταμείου, ακόμα και με νέα χρηματοδότηση με ευνοϊκούς όρους ως το 2018, το χρέος αναμένεται να παραμείνει (χωρίς κούρεμα) σε πολύ υψηλά επίπεδα για δεκαετίες.
Το ΔΝΤ εκτιμά ότι οι χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδος για την τριετία 2015-2018 θα φθάσουν τα 50 δισ. ευρώ και εκτιμά ότι είναι αναγκαίο ένα νέο πρόγραμμα βοήθειας ύψους τουλάχιστον 36 δισ. ευρώ από την Ευρωπαϊκή Ένωση, το οποίο θα περιλαμβάνει πολύ χαμηλά επιτόκια, μακρά περίοδο αποπληρωμής και περίοδο χάριτος.
Το ΔΝΤ θεωρεί ότι εξαιτίας της εύθραυστης δυναμικής που παρουσιάζει το Δημόσιο Χρέος απαιτούνται ευρύτερες συναινέσεις μεταξύ των πιστωτών της χώρας προκειμένου να αποκατασταθεί η βιωσιμότητα του. Στο πλαίσιο αυτό προτείνει να επεκταθεί η περίοδος χάριτος που έχει παραχωρηθεί για τα δάνεια του Μνημονίου στα 20 χρόνια και σταδιακή αποπληρωμή των δανείων που έχει χορηγήσει η ΕΕ στα 40 χρόνια.
Η προκαταρκτική έκθεση του ΔΝΤ για τη βιωσιμότητα του χρέους της Ελλάδας αναφέρει τα εξής:
“Στην τελευταία αξιολόγηση τον Μάιο 2014, το δημόσιο χρέος της Ελλάδας εκτιμήθηκε ότι επιστρέφει στην οδό της βιωσιμότητας, αν και παρέμενε πολύ ευάλωτο στα σοκ. Μέχρι αργά το καλοκαίρι του 2014, με τα επιτόκια να έχουν μειωθεί περαιτέρω, φάνηκε ότι δεν θα χρειαζόταν περαιτέρω ελάφρυνση χρέους βάσει του πλαισίου του Νοεμβρίου 2012, αν το πρόγραμμα εφαρμοζόταν όπως είχε συμφωνηθεί.
“Όμως σημαντικές αλλαγές που έγιναν έκτοτε στις πολιτικές –χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα και μια αδύναμη μεταρρυθμιστική προσπάθεια που θα επιβαρύνει την ανάπτυξη και τις ιδιωτικοποιήσεις– οδηγούν σε σημαντικές νέες ανάγκες χρηματοδότησης.
“Με δεδομένο επιπλέον το πολύ υψηλό υφιστάμενο χρέος, αυτές οι νέες χρηματοδοτικές ανάγκες καθιστούν μη βιώσιμη τη δυναμική του χρέους. Το συμπέρασμα αυτό ισχύει είτε εξετάσει κανείς το χρέος βάσει του πλαισίου του Νοεμβρίου 2012 είτε στρέψει την προσοχή στην εξυπηρέτηση του χρέους ή στις συνολικές χρηματοδοτικές ανάγκες.
“Για να εξασφαλισθεί με υψηλές πιθανότητες ότι το χρέος είναι βιώσιμο, οι ελληνικές πολιτικές πρέπει να επανέλθουν σε σωστή πορεία, αλλά επίσης, κατ’ ελάχιστον, οι ωριμάνσεις των υφιστάμενων ευρωπαϊκών δανείων πρέπει να επιμηκυνθούν σημαντικά, ενώ θα χρειασθεί να παρασχεθεί νέα ευρωπαϊκή χρηματοδότηση με παρόμοιους όρους παραχώρησης για να καλυφθούν οι χρηματοδοτικές ανάγκες τα επόμενα χρόνια.
“Όμως αν το πακέτο των μεταρρυθμίσεων που εξετάζεται αποδυναμωθεί περαιτέρω –ιδιαίτερα μέσω μιας περαιτέρω μείωσης των στόχων για το πρωτογενές πλεόνασμα και ακόμη ασθενέστερων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων– θα καταστεί απαραίτητο να γίνουν κουρέματα του χρέους”.
Στο παρακάτω γράφημα, που περιλαμβάνεται στην έκθεση του ΔΝΤ, όπως επισημαίνει ο Peter Spiegel των Financial Times, στον κόκκινο κύκλο ο αριθμός 51,9 αναφέρεται στο ποσό που εκτιμά το ΔΝΤ ότι αντανακλά τις χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας για το διάστημα από τον Οκτώβριο του 2015 ως τον Δεκέμβριο του 2018: 51,9 δισεκατομμύρια ευρώ.
Η αντίδραση της κυβέρνησης
“Η έκθεση του ΔΝΤ για τη βιωσιμότητα του χρέους δικαιώνει πλήρως την ελληνική κυβέρνηση”, σημειώνει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γαβριήλ Σακελλαρίδης σε δήλωσή του και τονίζει ότι η έκθεση αποτελεί ομολογία αποτυχίας του Μνημονίου, που δεν διατυπώνεται από κάποιον πολέμιό του, αλλά από τον βασικό εμπνευστή του.
Ειδικότερα, ο κ. Σακελλαρίδης δήλωσε ότι “με τη σημερινή έκθεσή του το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δικαιώνει πλήρως την ελληνική κυβέρνηση, τόσο ως προς την άποψή της για τη μη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, όσο και προς την επιμονή της η όποια νέα συμφωνία με τους δανειστές να περιλαμβάνει οπωσδήποτε αναδιάρθρωση/κούρεμα του χρέους”.
Υπογράμμισε δε ότι “πέρα από τις γνωστές ιδεολογικές εμμονές του ΔΝΤ στην υφεσιακή νεοφιλελεύθερη πολιτική, η έκθεση αποτελεί ομολογία αποτυχίας του Μνημονίου. Ομολογία που δεν διατυπώνεται από κάποιον πολέμιό του, αλλά από τον βασικό εμπνευστή του”.