Υπεράνω όλων…
«Δεν είμαι σε θέση να εγκρίνω αυτή την απόφαση. Το λέω πολύ καθαρά: δεν τη σέβομαι» δήλωσε ο Τούρκος πρόεδρος σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε την Κυριακή πριν αναχωρήσει για επίσκεψη σε χώρες της δυτικής Αφρικής.
Ο Τζαν Ντουντάρ, διευθυντής της αντιπολιτευόμενης εφημερίδας Cumhuriyet και ο Ερντέμ Γκιουλ, επικεφαλής του γραφείου της εφημερίδας στην Άγκυρα, αφέθηκαν ελεύθεροι την Παρασκευή μετά την προφυλάκισή τους για περισσότερες από 90 ημέρες.
Το Συνταγματικό Δικαστήριο είχε αποφανθεί την προηγουμένη πως τα δικαιώματά τους «παραβιάστηκαν». Η δίκη τους θα ξεκινήσει στις 25 Μαρτίου.
«Πιστεύω σθεναρά στην προάσπιση της ελευθερίας της έκφρασης. Αλλά δεν πιστεύω πως η ελευθερία της έκφρασης μπορεί να χρησιμοποιηθεί για μία καλυμμένη επίθεση στη χώρα. Και δεν πρόκειται εδώ για την ελευθερία της έκφρασης, αλλά για μία υπόθεση κατασκοπείας» υποστήριξε ο Ερντογάν.
«Δεν μπορεί να υπάρξει ελευθερία του Τύπου χωρίς όρια. Αυτό δεν ισχύει σε κανένα μέρος του κόσμου» συνέχισε.
Σφοδροί αντίπαλοι της τουρκικής ισλαμοσυντηρητικής κυβέρνησης, οι Ντουντάρ και Γκιουλ κατηγορούνται για κατασκοπεία, αποκάλυψη κρατικών απορρήτων και απόπειρα πραξικοπήματος.
Κατηγορούνται συγκεκριμένα επειδή δημοσίευσαν τον Μάιο ένα άρθρο και δημοσιοποίησαν ένα βίντεο που δείχνει τούρκους χωροφύλακες να σταματούν και να ερευνούν, τον Ιανουάριο του 2014 στα συριακά σύνορα, φορτηγά που ανήκαν στις τουρκικές μυστικές υπηρεσίες (MIT) και μετέφεραν όπλα που προορίζονταν για ισλαμιστές αντάρτες στη Συρία.
Δημοσιευμένο μερικές ημέρες πριν από τις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου του 2015, το άρθρο προκάλεσε την οργή του Τούρκου προέδρου, η κυβέρνηση του οποίου αρνείται κατηγορηματικά ότι παρέχει οποιαδήποτε υποστήριξη στις ένοπλες οργανώσεις που αντιτίθεται στον Σύρο πρόεδρο Μπασάρ αλ-Άσαντ, του οποίου ζητούν με επιμονή την αποχώρηση από την εξουσία αφότου ξέσπασε ο εμφύλιος πόλεμος στη Συρία.
Οι αρχές είχαν δηλώσει τότε πως η αυτοκινητοπομπή περιείχε «βοήθεια» που προοριζόταν για τους τουρκόφωνους στη Συρία.
Ο τούρκος πρόεδρος, ο οποίος κατέθεσε ο ίδιος αγωγή κατά των δύο δημοσιογράφων, είχε υποσχεθεί πως θα κατέβαλλαν «ακριβό τίμημα». Η εισαγγελία ζήτησε την καταδίκη τους σε ισόβια, προκαλώντας σοκ.
Η φυλάκιση των δύο δημοσιογράφων είχε προκαλέσει κατακραυγή τόσο στην Τουρκία όσο και εκτός συνόρων. Η τουρκική κυβέρνηση που βρίσκεται στην εξουσία από το 2002 επικρίνεται συχνά από τις μη κυβερνητικές οργανώσεις προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του Τύπου για όλο και μεγαλύτερες πιέσεις στα ΜΜΕ και για φίμωση του ανεξάρτητου Τύπου.
Η Τουρκία κατέχει την 149η θέση στην κατάταξη 180 χωρών από όλο τον κόσμο με βάση την ελευθερία του Τύπου που δημοσιεύουν οι Δημοσιογράφοι χωρίς Σύνορα (RSF).
Newsroom ΔΟΛ, με πληροφορίες από ΑΠΕ/Reuters/Γαλλικό