Η μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στα επίπεδα που συνιστά ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας θα απέτρεπε περισσότερους από 50.000 θανάτους το χρόνο στις ευρωπαϊκές πόλεις, δείχνει μελέτη που δημοσιεύεται στο Lancet Planetary Health.
Η μελέτη υπολογίζει τον αριθμός πρόωρων θανάτων εξαιτίας της ρύπανσης από μικροσωματίδια και οξείδια του αζώτου σε περισσότερες από 1.000 πόλεις σε όλη την Ευρώπη, τις οποίες κατέταξαν ανάλογα με τη θνησιμότητα λόγω ατμοσφαιρική ρύπανση.
Η ανάλυση οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης σε στα συνιστώμενα επίπεδα του ΠΟΥ θα μπορούσε να αποτρέψει 51.213 πρόωρους θανάτους ετησίως, ενώ η μείωση κάτω από τα συνιστώμενα επίπεδα θα απέτρεπε υπερδιπλάσιους θανάτους.
Προηγούμενη έρευνα έχει αξιολογήσει, σε επίπεδο κρατών όμως, τις επιπτώσεις στην υγεία που σχετίζονται με την ατμοσφαιρική ρύπανση. Σε αντίθεση με τις προηγούμενες έρευνες, η συγκεκριμένη μελέτη χρησιμοποίησε δεδομένα έκθεσης στην ατμοσφαιρική ρύπανση σε υψηλή ανάλυση της τάξης των 250 τετραγωνικών μέτρων, σε αντίθεση με τα 10 τετραγωνικά χιλιόμετρα, που χρησιμοποιήθηκαν σε προηγούμενες μελέτες, καθώς επίσης και δεδομένα θνησιμότητας για συγκεκριμένες πόλεις.
Η Μαδρίτη βρέθηκε να έχει το υψηλότερο φορτίο θνησιμότητας εξαιτίας οξειδίων του αζώτου (NOx), με 206 εκτιμώμενους θανάτους που θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί με βάση τα ανώτερα επίπεδα που έχουν τεθεί από τον ΠΟΥ, ενώ 2.380 θάνατοι θα μπορούσαν να έχουν αποφευχθεί με ακόμα χαμηλότερα επίπεδα, νούμερα που αντιπροσωπεύουν 0,6% και 7% των ετήσιων θανάτων αντίστοιχα.
Οι μεγαλύτερες πόλεις και οι πρωτεύουσες της Δυτικής και Νότιας Ευρώπης κατατάχθηκαν στην υψηλότερη βαθμίδα σε σχέση με το φορτίο θνησιμότητας εξαιτίας των NOx, συμπεριλαμβανομένης της Αμβέρσας στο Βέλγιο, του Τορίνο στην Ιταλία και του Παρισιού.
Η Μπρέσια, στη βόρεια Ιταλία, είχε τον υψηλότερο δείκτη φόρτου θνησιμότητας PM με 232 δυνητικά αποτρέψιμους θανάτους σε ποσοστά ρύπανσης κάτω από τα ανώτερα επίπεδα του ΠΟΥ και 309 κάτω από τα χαμηλότερα επίπεδα, αντιπροσωπεύοντας το 11% και το 15% των ετήσιων θανάτων αντίστοιχα.
Οι ιταλικές πόλεις Μπέργκαμο και Βιτσέντσα ήταν επίσης στις πέντε πρώτες πόλεις με τις υψηλότερες επιπτώσεις στην υγεία, μαζί με την Καρβίνα στην Τσεχική Δημοκρατία και τον Γκορνοσλάσκι στην Πολωνία.
Από την άλλη πλευρά, σκανδιναβικές πόλεις είχαν τη χαμηλότερη θνησιμότητα λόγω της ατμοσφαιρικής ρύπανσης τόσο όσον αφορά τα PM όσο και το NO2, με το Tρόμσο στη Νορβηγία να σημειώνει το χαμηλότερο βάρος θνησιμότητας που σχετίζεται με τα NOx και το Ρέικιαβικ στην Ισλανδία να καταγράφει το χαμηλότερο βάρος θνησιμότητας που σχετίζεται με τα PM.
«Η μελέτη αποδεικνύει ότι πολλές πόλεις εξακολουθούν να μην κάνουν αρκετά για την αντιμετώπιση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και η διατήρηση της μόλυνσης σε επίπεδα πάνω από τις οδηγίες της ΠΟΥ οδηγούν σε περιττούς θανάτους», είπε, προσθέτοντας, ότι ακόμη και σύμφωνα με τις οδηγίες της ΠΟΥ υπάρχει «μεγάλο βάρος θνησιμότητας καθώς δεν υπάρχει κατώφλι ασφαλούς έκθεσης κάτω από το οποίο η ατμοσφαιρική ρύπανση είναι αβλαβής, έτσι ώστε αυτό να αντικατοπτρίζεται και στη πολιτική υγείας της τοπικής αυτοδιοίκησης» δήλωσε ο Mark J Nieuwenhuijsen, του Ινστιτούτου Παγκόσμιας Υγείας της Βαρκελώνης (ISGlobal)
Στη μελέτη, το 84% και το 9% του πληθυσμού σε όλες τις πόλεις εκτέθηκαν σε PM και NOΧ αντίστοιχα, σε επίπεδα πάνω από αυτά που προβλέπουν οι οδηγίες του ΠΟΥ.
Οι επιστήμονες λένε τώρα ότι απαιτείται περαιτέρω έρευνα για να ληφθούν υπόψη οι διαφορετικές επιπτώσεις στην υγεία με βάση την περιοχή, την ηλικία, το φύλο και την οικονομική κατάσταση, προκειμένου να δοθεί μια βαθύτερη κατανόηση του ζητήματος και να επιτραπούν πιο στοχοθετημένες πολιτικές δράσεις.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ / Euractiv